Εισήγησή μου στην
4η Εθνική Στρογγυλή Τράπεζα
της ΑΝΤΙΓΟΝΗΣ
με τίτλο «Η Κοινωνική Ένταξη και ο Άλλος».
ΚΑΒΟΥΝΙΔΟΥ Ευχαριστώ πολύ τον κύριο Τάκη για την ανάπτυξη της μεγάλης σημασίας της πολιτικής συμμετοχής για την ιδιότητα του πολίτη, και προχωρούμε στον 3ο μας ομιλητή που είναι ο κύριος Κων/νος Γεώρμας, σύμβουλος του Γ.Γ. του Υπουργείου Απασχόλησης.
Κωνσταντίνος Γεώρμας
Ευχαριστώ κι εγώ με τη σειρά μου για την πρόσκληση. Κανονικά θα είμαι σε λίγο διαφορετικό κλίμα, γιατί εγώ είμαι κοινωνιολόγος και από αυτή την άποψη θ’αλλάξει λίγο το κλίμα. Γι’αυτό και θα παραμείνω σε λίγο γενικά ζητήματα, μιας και το ότι η άποψη της ελληνικής πολιτείας, που είναι ο τίτλος της εισήγησής μου, δεν πολυεκπροσωπεί αυτό που θα κάνω, διότι περισσότερο θα προχωρήσω σε μία πιο προσωπική προσέγγιση του ζητήματος.
Θα ήθελα να ξεκινήσω με το ζήτημα του κοινωνικού αποκλεισμού. Δύο λόγια μόνο θα πω γι’αυτό. Το πρώτο είναι ότι είναι γεγονός ότι ζούμε σε μια εποχή που πολλοί την έχουν ονομάσει μεταβιομηχανική, την έχουν ονομάσει μεταφορντική και άλλοι την έχουν ονομάσει καταναλωτική κοινωνία. Ένα ζήτημα θέλω να τονίσω. Ότι στην προηγούμενη φάση αυτής της κοινωνίας, που θα μπορούσαμε να πούμε ότι αγγίζει από τα μέσα του 19ου αι. μέχρι και μεγάλο μέρος του 20ου αι., υπήρχε μία ιδιότητα που είχε το άτομο το οποίο το εξίσωνε με όλα τα άλλα άτομα. Αυτή η ιδιότητα ήταν η ηθική της εργασίας. Δηλαδή το γεγονός ότι κάθε άτομο μπορούσε να εργάζεται και άρα να προσφέρει στην κοινωνία που υπήρχε· με βάση αυτή την ιδιότητα απέρρεαν και τα αντίστοιχα δικαιώματα.
Στον κοινωνιολογικό διάλογο, και το λέω αυτό διότι δεν έχει πολυακουστεί τελευταία, ακόμα και στη χώρα μας, θεωρείται ότι έχουμε μπει σε μία νέα φάση κοινωνίας που είναι η καταναλωτική κοινωνία. Ποια είναι αυτή η διαφορά; Αυτή η καταναλωτική κοινωνία δημιουργεί νέες μορφές αποκλεισμών. Θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας, λοιπόν, αυτή τη μετάβαση από τη μία κοινωνία στην άλλη για έναν και βασικό λόγο. Γιατί αν πριν ήταν η ηθική της εργασίας, το γεγονός ότι κάποιος εργαζόταν, που πρόσδιδε ταυτότητα, τώρα πια είναι το γεγονός ότι καταναλώνει. Και με βάση αυτό, λοιπόν, διαμορφώνεται η ταυτότητα του καθενός.
Άρα, από τη στιγμή που μιλάμε για κοινωνική ένταξη, θα πρέπει να έχουμε αυτά τα δύο πράγματα στο μυαλό μας. Ας μπούμε τώρα πολύ συγκεκριμένα στο ζήτημα της μετανάστευσης. Να ξεκινήσω λέγοντας ότι μεταναστευτικά ρεύματα υπήρχαν και παλιότερα. Το μεγαλύτερο μεταναστευτικό ρεύμα υπήρχε τον 19ο αιώνα. Για κάποιους λόγους που
συνδέονται μ’αυτά που έχω πει προηγουμένως, τότε, το 19ο αι., δεν υπήρχαν πολλές συζητήσεις πάνω στο ζήτημα της μετανάστευσης. Ένα γεγονός, ίσως, να είναι ότι αυτοί που μετανάστευαν τότε ήταν περισσότερο λευκοί. Ίσως να είναι αυτό, ίσως να είναι και άλλοι λόγοι, αλλά πάντως είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι τα ποσοστά μετανάστευσης στα τέλη του 19ου αιώνα άγγιζαν ένα 10% του παγκόσμιου πληθυσμού, σήμερα αγγίζει ένα 4% του παγκόσμιου πληθυσμού, με 6%. Εντάξει, ξεκάθαρα στοιχεία δεν έχουμε γιατί υπάρχει και πολλή παράνομη μετανάστευση, αλλά είναι ένα ενδιαφέρον γεγονός που ίσως κάποια στιγμή θα έπρεπε να συζητήσουμε, γιατί αυτό το θέμα εγείρει τόσα πολλά ερωτήματα.
Το ζήτημα της μετανάστευσης έχει απασχολήσει όλους τους διεθνείς οργανισμούς – ακούστηκε, για παράδειγμα, προηγουμένως ότι έχει απασχολήσει τον ΟΗΕ, η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας, το 2004, είχε αφιερώσει μέρος της Διεθνούς Συνδιάσκεψης Εργασίας σε αυτό το ζήτημα και σημαντικές κινήσεις έχουν γίνει και στο ευρωπαϊκό επίπεδο και είναι γνωστός ο διάλογος που έχει ξεκινήσει με την Πράσινη Βίβλο που έχει κατατεθεί. Συζητάμε, λοιπόν, για τη μετανάστευση, για ένα θέμα που αποτελεί κεντρικό ζήτημα για τη ζωή εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη.
Βρισκόμαστε ενώπιον ενός προβλήματος το οποίο έχει τρεις διαστάσεις. Η μία είναι παγκόσμια, η δεύτερη είναι περιφερειακή διάσταση, και η τρίτη διάσταση είναι εθνική (δηλαδή σε επίπεδο εθνικού κράτους). Η συζήτηση που έχει γίνει σε διεθνές επίπεδο, και θα λέγαμε από οργανισμούς οι οποίοι δεν ανήκουν σ’αυτό που θα λέγαμε νεοφιλελεύθερη προσέγγιση, όπως η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας, θέτει κάποιες παραμέτρους για το πώς θα πρέπει να αντιμετωπίζεται το ζήτημα της μετανάστευσης. Θα αναφέρω εδώ μερικές. Ό,τι αναφέρω τώρα ήταν από τη συζήτηση που είχε προκύψει από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας και νομίζω ότι έχουν μεγάλη σχέση με τα τεκταινόμενα και στη χώρα μας.
1) Η όλη συζήτηση και η διαμόρφωση των πολιτικών να διαπνέεται από αρχές που σέβονται τους διεθνείς κανόνες και διασφαλίζουν την αναγνώριση και την προστασία των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
2) Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, να λαμβάνονται αποφάσεις που να διαμορφώνουν μία πολιτική που να λαμβάνει υπόψη της την εσωτερική αγορά εργασίας – και το τονίζω αυτό, διότι ακούστηκαν διάφορα εδώ.
3) Να διασφαλίζεται ότι τα μέτρα που λαμβάνονται δεν αντικρούουν άλλες πολιτικές.
4) Να διασφαλίζονται οι διοικητικές υποδομές που έχουν τη δυνατότητα να αντεπεξέλθουν σ’ αυτό το δύσκολο έργο, της αντιμετώπισης του ζητήματος της μετανάστευσης, των προβλημάτων, μάλλον, που θέτει η μετανάστευση.
5) Να διαμορφώνεται μία πληροφοριακή βάση για τα χαρακτηριστικά των μεταναστών.
Σε αυτά, θα ήθελα να προσθέσω κι εγώ κάποια άλλα ζητήματα:
1) Αυτό είναι, κατ’ αρχάς, το γεγονός ότι θα πρέπει, με όσα γίνονται, να μην τίθενται σε αμφισβήτηση οι αρχές του κράτους δικαίου και, συνεπώς, να προωθούνται διαδικασίες νομιμοποίησης που δε θέτουν σε αμφισβήτηση την παραπάνω αρχή, διότι αυτό μπορεί να σου γυρίσει πολύ εύκολα σε μπούμερανγκ μετά.
2) Να προωθείται η διαφάνεια στις διαδικασίες.
3) Να προωθείται, όπως είπαμε και προηγουμένως, η πλήρης καταγραφή των στοιχείων των μεταναστών, έτσι ώστε να υπάρχει μία σαφής εικόνα του προβλήματος, του φαινομένου, μάλλον, για να είναι ορθές και οι πολιτικές που θα ληφθούν για να υλοποιηθούν.
4) Να λαμβάνεται υπόψιν η ασφάλεια των συνόρων (αυτό είναι, άλλωστε, και ευρωπαϊκή πολιτική) και η καταπολέμηση της λαθρομετανάστευσης.
5) Να διαφυλάσσεται η κοινωνική συνοχή και η αλληλεγγύη.
6) Να προωθείται η συνεργασία με τις χώρες προέλευσης, διότι βασική μας αρχή είναι ότι, κατ’ αρχάς, δε θέλουμε ο κόσμος να μεταναστεύει, υπήρχε και μια παλιά μελέτη που είχε κάνει το περιοδικό World Watch το οποίο είναι ένα διεθνές οικολογικό περιοδικό, στο οποίο έδειχνε ότι η πλειοψηφία των μεταναστών δε θέλουν να φύγουν από τη χώρα τους. Είναι άλλοι οι λόγοι που τους πιέζουν, τους εξαναγκάζουν ουσιαστικά να φύγουν, και άρα, λοιπόν, πρέπει να στραφεί και ένα σημαντικό μέρος της πολιτικής στο να καταπολεμηθούν αυτά τα αίτια.
7) Να παρέχονται, συνεχίζω, οι δυνατότητες για ολοκληρωμένη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών.
8) Να μεγιστοποιείται η συνεισφορά της μετανάστευσης στην ανάπτυξη.
9) Να καταπολεμάται η αδήλωτη εργασία.
10) Να καταπολεμούνται οι διακρίσεις και η ξενοφοβία, και φυσικά
11) Όποια πολιτική αν υλοποιείται να συνάδει με τις ευρωπαϊκές αξίες.
Είναι γεγονός ότι η χώρα μας βρέθηκε απροετοίμαστη απέναντι στο φαινόμενο της μετανάστευσης. Ήταν μια μικρή χώρα που, ξαφνικά, βρέθηκε μέσα σε μία 15ετία να έχει, περίπου το 10% του πληθυσμού της, να αποτελείται από μετανάστες. Είναι σαφές, λοιπόν, τα προβλήματα που αντιμετωπίζονται οφείλονται σ’ ένα μεγάλο βαθμό και στη ραγδαία εξέλιξη αυτού του φαινομένου.
Οι προσπάθειες που έγιναν για την αντιμετώπιση του φαινομένου, νομοθετικά, ξεκινούν από 1991. Όμως αποδείχθηκαν αναποτελεσματικές για μία σειρά από λόγους.
Ο πρώτος λόγος είναι γιατί δε συνέλαβαν την έκταση του φαινομένου. Δηλαδή, το 1991 δεν ήταν καθαρό τι θα επακολουθούσε τα επόμενα χρόνια. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι δεν τέθηκε σε λειτουργία εκείνη η διοικητική υποδομή – αναφέρθηκε και από τους προλαλήσαντες, άλλωστε – η οποία θα μπορούσε να αντεπεξέλθει στην υλοποίηση του νομοθετικού πλαισίου. Ο τρίτος λόγος ήταν, βέβαια, διάφορα γραφειοκρατικά προβλήματα που είχαν οι νόμοι με τις πολλαπλές άδειες κλπ. Όλα αυτά τα προβλήματα, βέβαια, οδήγησαν σε συνεχείς νομοθετικές παρεμβάσεις οι οποίες περιέπλεξαν το νομοθετικό πλαίσιο. Ο καινούργιος νόμος προσπαθεί, ακριβώς, να επιλύσει πολλά από αυτά τα προβλήματα, με βάση, βέβαια, την αρνητική εμπειρία του παρελθόντος. Έτσι, λοιπόν, με τον καινούργιο νόμο καταβλήθηκε προσπάθεια:
Α) να υπάρξει μία ορθολογική διαχείριση των μελλοντικών μεταναστευτικών ροών,
Β) να διασφαλιστούν αξιοπρεπείς όροι διαβίωσης για τους μετανάστες που ήδη διαμένουν στη χώρα μας, και που συνεπώς - εδώ να κάνω μία παρένθεση εντελώς προσωπική, στις μελλοντικές μεταναστευτικές ροές θα πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν και οι ανάγκες των μεταναστών που
υπάρχουν στη χώρα μας,
Γ) να διαμορφωθεί το νομοθετικό πλαίσιο που θα συμβάλει στις διαδικασίες νομιμοποίησης, γιατί αυτό είναι ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε,
Δ) να υπάρξουν προβλέψεις για (……) ενσωμάτωσης και
Ε) να διαμορφωθεί μία διοικητική δομή που ν’ ανταποκριθεί στα προβλήματα που ήδη αναφέρθηκαν.
Εδώ, ένα μεγάλο ζήτημα που εγώ θα ήθελα να θίξω είναι το ζήτημα της μαύρης εργασίας. Ένα από τα βασικά στοιχεία αυτού του νόμου είναι να καταπολεμηθεί η μαύρη εργασία, κυρίως μέσα από τη διαδικασία νομιμοποίησης του συνόλου των μεταναστών που βρίσκονται στη χώρα μας. Γιατί πιστεύω ότι η διαδικασία νομιμοποίησης θα αποβεί ωφέλιμη τόσο για το μετανάστη, όσο και για τη χώρα υποδοχής. Για το μετανάστη είναι σαφές ότι η απόκτηση της άδειας διαμονής του δίνει τη δυνατότητα να διεκδικήσει με άλλο τρόπο τα δικαιώματά του, καθώς και να εξασκήσει αυτά τα δικαιώματα. Για την πολιτεία εξασφαλίζεται η πλήρης εικόνα της κατάστασης, πράγμα που αποτελεί ουσιαστικό παράγοντα, όπως προανέφερα, για την υιοθέτηση αποτελεσματικών πολιτικών. Από την άλλη, η μη καταπάτηση των αρχών του κράτους δικαίου αποτελεί ένα εχέγγυο για τον σεβασμό των δικαιωμάτων και των δύο πλευρών.
Όλοι γνωρίζουμε τις αρνητικές συνέπειες της μαύρης εργασίας, και, άλλωστε, στην Ελλάδα έχει αρκετά μεγάλη έκταση που υπολογίζεται στο 30% του ΑΕΠ.
1) Κατ’ αρχάς, αφήνει τον ίδιο τον μετανάστη έρμαιο στην εκμετάλλευση.
2) Διαιωνίζει μία κατάσταση παρανομίας.
3) Εμποδίζει τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό για τη ζωή κάποιου και ιδιαιτέρως μιλάω τώρα και για τους μετανάστες.
4) Εμποδίζει τις οικογενειακές συνενώσεις.
Συνέπεια όλων αυτών είναι η δημιουργία κυκλωμάτων που εκμεταλλεύονται αυτές τις αδυναμίες των μεταναστών, αυτά τα προβλήματα μάλλον των μεταναστών και όχι αδυναμίες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και με όλες τις γνωστές εικόνες που έχουμε δει όλοι από την Πλατεία Θεάτρου.
Το ζήτημα της κοινωνικής ένταξης και του ορθολογικού πλαισίου στη διαχείριση της μετανάστευσης έχει να κάνει με το μακροπρόθεσμο σχεδιασμό ανάπτυξης της χώρας, το οποίο θα έχει και ως συνέπεια την ομαλή ένταξη των μεταναστών στη χώρα.
Είναι σαφές ότι όλοι πλέουμε μαζί στο ίδιο καράβι και ό,τι συμβαίνει σ’ αυτό μας επηρεάζει όλους. Αυτό το καράβι είναι αυτή η χώρα. Εάν, λοιπόν, θέλουμε η χώρα να μπορέσει ν’ ανταποκριθεί στις προκλήσεις του μέλλοντος, τότε θα πρέπει να υπάρξει και μία αντίστοιχη πολιτική. Για ν’ ανταποκριθεί η χώρα στις προκλήσεις που θέτει η παγκοσμιοποίηση και η παρουσία μας μέσα στην Ε.Ε., θα πρέπει να ενισχυθεί η κοινωνική συνοχή. Είναι γνωστό ότι οι χώρες που στέκονται πιο ανταγωνιστικές στο παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον και οικονομικό γίγνεσθαι είναι οι χώρες με υψηλά επίπεδα κοινωνικής συνοχής. Και αυτό είναι σαφές, γιατί ισχύει. Γιατί υψηλά επίπεδα κοινωνικής συνοχής επιτρέπουν στον πληθυσμό να αναλαμβάνει μεγαλύτερα επιχειρηματικά ρίσκα στον οικονομικό τομέα. Υψηλά επίπεδα κοινωνικής συνοχής διασφαλίζουν ποιότητα στην εργασία, που είναι ένα απ’ τα μεγαλύτερα ζητούμενα σήμερα, και ειδικά για τους μετανάστες. Υψηλό αίσθημα ευθύνης, υψηλά επίπεδα συμμετοχής σε δράσεις καινοτομίας, κατάρτισης και βελτίωσης των δεξιοτήτων.
Είναι σαφές ότι μια πολιτική μείωσης του εργατικού κόστους, η οποία ακολουθήθηκε όλα τα προηγούμενα χρόνια στη χώρα μας, μιλάω για τη χώρα μας αυτή τη στιγμή, αποτελεί αδιέξοδο. Αυτό, ακριβώς, το μοντέλο, από τη μία πέτυχε να έχουμε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης του ΑΕΠ, αλλά, παράλληλα, οδήγησε τόσο στην αθρόα και ανεξέλεγκτη εισροή μεταναστών και φθηνού εργατικού δυναμικού, το οποίο όμως γεγονός επέδρασε αρνητικά στην ίδια την ανταγωνιστικότητα της χώρας, γιατί, βέβαια, επέτρεψε μη-οικονομικά ανταγωνιστικές δομές, μη παραγωγικά ανταγωνιστικές δομές να υπάρχουν, λόγω, ακριβώς, της εκμετάλλευσης των μεταναστών. Πράγμα το οποίο από πολλούς προλαλήσαντες δεν αναφέρεται καθόλου. Όχι τυχαία, λοιπόν, όλα αυτά τα χρόνια είδαμε τη συνεχή υποβάθμιση της ανταγωνιστικής θέσης της χώρας μας.
Η νέα πολιτική επιθυμεί να θέσει τέλος σε μία τέτοια προσέγγιση και να
προωθήσει υγιείς και παραγωγικές δυνάμεις του τόπου. Επικεντρώνοντας στο τρίπτυχο μεγέθυνση –ανταγωνιστικότητα – καινοτομία, θεωρούμε ότι είναι ένας στόχος ο οποίος, κατά συνέπεια, θα συνεισφέρει στην υλοποίηση του τρίπτυχου ανάπτυξη – απασχόληση – κοινωνική δικαιοσύνη. Η κινητοποίηση του συνόλου του οικονομικού και ανθρώπινου δυναμικού της χώρας και, συνεπώς, και των ίδιων των μεταναστών, θα ενθαρρύνει την ανταγωνιστικότητα. Η καλλιέργεια αυτών των χαρακτηριστικών μπορεί να γίνει αποτελεσματικά μόνο στο βαθμό που οι μετανάστες ενταχθούν ισότιμα στον παραγωγικό ιστό της χώρας. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο όταν διασφαλιστεί η αξιοπρεπής εργασία για όλους με ό,τι αυτό συνεπάγεται και στην εξάσκηση […]
ΑΛΛΑΓΗ (ΠΛΕΥΡΑΣ) ΚΑΣΕΤΑΣ […] κινητοποίηση όλων, διακρίσεις και αποκλεισμοί δε συνεισφέρουν διόλου στην αντιμετώπισή τους. Προσωπικά, ελπίζω ότι η χώρα μας θ’ ανταποκριθεί θετικά σ’ αυτό το στοίχημα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για μία αξιοπρεπή διαβίωση για όλους.
Ευχαριστώ.
ΚΑΒΟΥΝΙΔΟΥ Ευχαριστώ τον κύριο Γεώρμα για την επισήμανση ορισμένων προβλημάτων και προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε. Ο επόμενος ομιλητής μας είναι…
7 Δεκεμβρίου 2005
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.