Το παλαιστινιακό ζήτημα άπτεται πολλών ζητημάτων. Ενώ εκ πρώτης όψεως προσεγγίζεται ως ένα ζήτημα κατοχής, οι διαστάσεις του είναι πολύ περισσότερες. Κατ’ αρχάς έχουμε να κάνουμε με τη μεγάλη σύγκρουση μεταξύ του Δυτικού Κόσμου και της Ανατολής. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνιέται ότι το Ισραήλ αποτελεί το προκεχωρημένο φυλάκιο των ΗΠΑ και της Ευρώπης, στην προσφιλή τακτική που ακολούθησαν οι Άγγλοι αποικιοκράτες που βασιζόταν στον κατακερματισμό του χώρου και των ταυτοτήτων. Οι Εβραίοι έποικοι που έφτασαν στην Παλαιστίνη κατά τα τέλη του 19ου αιώνα δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να τελειοποιήσουν, με μεθόδους που αποτελούν την επιστημονική πεμπτουσία του διαφωτισμού, ένα σχέδιο «εξάλειψης» ενός λαού από τον ιστορικό του χώρο.
Σε ένα φιλοσοφικό επίπεδο, όχι τυχαία, και οι τρεις κυρίαρχες δυνάμεις στον χώρο της Μεσογείου, σήμερα, Τουρκία, Ισραήλ, ΗΠΑ, αποτελούν δυνάμεις που ο εποικισμός αποτέλεσε έναν ιστορικό δυναμικό παράγοντα στη διαμόρφωση της ταυτότητάς τους.
Αλλά ας έρθουμε στην πιο απτή πραγματικότητα του σήμερα.
Η Παλαιστίνη αποτελεί το κατ’ εξοχήν παράδειγμα του κάθε πέρυσι και καλύτερα. Οι Παλαιστίνιοι, ήδη από την συμφωνία του Όσλο που υπογράφτηκε πριν από 17 χρόνια, βλέπουν την ζωή τους να χειροτερεύει σε όλα τα επίπεδα: πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά.
Από τη μία ο συστηματικός, σε επίπεδο διαστροφής, εξανδραποδισμός ενός λαού με την χρήση επιστημονικών μέτρων και της βίας και από την άλλη οι παλαιστινιακές ελίτ, που ενταγμένες πλήρως στο πρόταγμα της παγκοσμιοποίησης αδυνατούν –και ούτε πιθανόν θέλουν- να σταθούν στο ύψος που θέτουν οι περιστάσεις της κατοχής, έχουν οδηγήσει έναν ολόκληρο λαό στα όρια της λιμοκτονίας.
Η στρατηγική του Ισραήλ στοχεύει στο να καταστρέψει οποιαδήποτε δυνατότητα υπάρχει πρώτον για την ύπαρξη ενός βιώσιμου Παλαιστινιακού κράτους και κατά δεύτερον, στοχεύει στην φυσική εξάλειψη των ίδιων Παλαιστινίων.
Αυτό το πετυχαίνει με πολλές τακτικές. Η κυριότερη τακτική έγκειται στον κατακερματισμό του χώρου. Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από διάφορες και πολλαπλές τακτικές που γεννιούνται έπειτα από μελέτη σε διάφορα επιστημονικά και πανεπιστημιακά κέντρα. Οι εποικισμοί, για παράδειγμα, έχουν πολλαπλή σημασία. Οι εποικισμοί αποτελούν το κύριο όπλο του Ισραήλ για να οικειοποιηθεί τους φυσικούς πόρους των Παλαιστινίων, να δημεύσει γη, να κατακερματίσει τον παλαιστινιακό χώρο, να περιορίσει την κίνηση των Παλαιστινίων, να εμποδίσει την πρόσβαση των Παλαιστινίων, πολλές φορές ακόμα και στην ίδια τη γη τους ή τα ίδια τα σπίτια τους.
Οι επικοισμοί αποτελούν καρκινικά κύτταρα μέσα στο παλαιστινιακό κοινωνικό σώμα. Οι εποικισμοί γίνονται κατά κύριο λόγο σε στρατηγικά χωρικά σημεία και σε πληθυσμιακά κέντρα των Παλαιστινίων. Ή γίνονται σε σημεία που καταλαμβάνουν πολύτιμους πόρους, όπως οι πηγές νερού. Άλλοτε γίνονται σε κομβικά κυκλοφοριακά σημεία έτσι ώστε να απαγορεύουν την κίνηση των Παλαιστινίων. Οι έποικοι υπολογίζονται πλέον σε 500.000 και πέραν του γεγονότος της στρατηγικής τους χρησιμοποίησης αποτελούν επίσης και έναν προσοδοφόρο τομέα για αρκετές ισραηλινές επιχειρήσεις, συντηρώντας έτσι αυτό που ονομάστηκε «μηχανισμός της κατοχής».
Ένα σημαντικό τμήμα του εποικισμού λαμβάνει χώρα στην Ιερουσαλήμ, σε αυτό που αποκαλείται Ανατολική Ιερουσαλήμ. Και εδώ ο εποικισμός έχει επιστημονικά γενοκτονικά χαρακτηριστικά, αφού στόχος του είναι να κόψει την διασύνδεση των Παλαιστινίων μεταξύ Γάζας και Δυτικής Όχθης και κατά δεύτερο να αποκόψει τους Παλαιστίνιους από το πρωτεύον πολιτιστικό-θρησκευτικό τους κέντρο, καταστρέφοντας έτσι την κουλτούρα τους. Ο σαδιστικός τρόπος με τον οποίο οι Ισραηλινοί μεθοδεύουν την καταστροφή κατοικιών και τον «εκτοπισμό», όπως θα έλεγε και η Ρεπούση, για να αποφευχθεί ο «συνωστισμός» στην Ιερουσαλήμ έχει και έναν επιπλέον κίνητρο: τον έλεγχο του τουριστικού εισοδήματος, που είναι διόλου ευκαταφρόνητο. Στην προσπάθεια τους να εξοντώσουν τους Παλαιστίνιους της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, σε μία στρατηγική κίνηση για να τελειώνουν το συντομότερο δυνατό με το καθεστώς της πόλης, τον Απρίλιο του 2010 το Ισραήλ ανακοίνωσε την κατασκευή ακόμα 1600 νέων ισραηλινών κατοικιών στην περιοχή.
Στην ίδια σαδιστική, χαιρέκακη, και συστηματικά διαστροφική λογική εντάσσεται και η κατασκευή του τείχους. Το τείχος όχι μόνο έχει αποκλείσει την κινητικότητα των Παλαιστινίων αλλά έχει επίσης καταπατήσει τουλάχιστον 600.000 στρέμματα γής που αποτελούν περίπου το 6% της Δυτικής Όχθης.
Το τείχος έχει και άλλες επιπτώσεις. Αποτρέπει την Παλαιστινιακή Αρχή από την παροχή υπηρεσιών υγείας, εκπαίδευσης και άλλες υπηρεσίες. Επίσης καταστρέφει τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους γιατί τους αποκλείει είτε από τη γη τους είτε από τους αναγκαίους ελεύθερους χώρους.
Όλες αυτές οι τακτικές του Ισραήλ, απορρέουν από τον αρχικό στόχο των θεμελιωτών του κράτους του Ισραήλ που ήταν η χρήση μιας ιδιαίτερα επεξεργασμένης τακτικής του διαίρει και βασίλευε για να αδυνατίσει, έως εξαφανίσεως φυσικά, το εθνικό παλαιστινιακό κίνημα.
Ο πόλεμος του 1948 προκάλεσε την πρώτη διαίρεση μεταξύ των Παλαιστινίων που παρέμειναν εντός της Ισραηλινής επικράτειας και τους πρόσφυγες που εκδιώχθηκαν από τα εδάφη τους.
Το 1967 ακολούθησαν άλλες διαιρέσεις: μεταξύ των πόλεων και των αγροτικών περιοχών, μεταξύ της Δυτικής Όχθης και της Γάζας, μεταξύ της Ανατολικής Ιερουσαλήμ και της Δυτικής Όχθης. Σε πολιτικό επίπεδο το Ισραήλ και οι σύμμαχοί του κατόρθωσαν αν δημιουργήσουν τις πολιτικές διαιρέσεις μεταξύ της Φατάχ και της Χαμάς και μεταξύ της ηγεσίας της Παλαιστινιακής Αρχής και της διασποράς.
Η τακτική του Ισραήλ να σπέρνει τη διχόνοια με το να προωθεί αντίστοιχα συμφέροντα ομάδων, έχει ως σήμερα αποφασιστικά αποτελέσματα στο να μην υπάρχει η δυνατότητα οι Παλαιστίνιοι να διοικήσουν τις περιοχές τους. Υπενθυμίζω ότι αυτό έγινε πιο έντονο μετά την αποχώρηση των Ισραηλινών από την Γάζα το 2005.
Σήμερα η τακτική αυτή έχει διαμορφώσει τρεις ζώνες με διαφορετική οικονομία. Η μία είναι η Γάζα, που έχει ονομαστεί και «νεκροταφείο επιχειρήσεων». Η άλλη είναι η δυτική Όχθη και η Τρίτη η Ανατολική Ιερουσαλήμ. Γενικά στην Παλαιστίνη το κατά κεφαλήν εισόδημα φτάνει τα 1390$ το 2008, γεγονός που σημαίνει ότι είναι κατώτερο από τα επίπεδα του 1999. Συνεπώς η τακτική του Ισραήλ μπορεί στον οικονομικό τομέα να ονομαστεί ως η «τακτική της εκδίωξης των ανθρώπων μέσω της εξαναγκαστικής αποανάπτυξης». Η Γάζα, έχει υποφέρει ιδιαίτερα από τον οικονομικό στραγγαλισμό. Όταν το 2007, που δεν ήταν και οι καλύτερες μέρες, έφταναν στην Γάζα 10.000 φορτηγά σήμερα αυτά είναι 200. Οι εξαγωγές της περιοχής έχουν κυριολεκτικά μηδενιστεί αφού οι Ισραηλινοί δεν αφήνουν τίποτε να βγαίνει από την περιοχή. Ο διαχωρισμός της Γάζας λοιπόν από την υπόλοιπη Παλαιστίνη δεν είναι απλά πολιτικός: είναι και κοινωνικο-οικονομικός. Ακόμα και η οικονομία των τούνελ, που εμείς την θεωρούμε ως το μέγιστο μέσο αντίστασης, έχει δημιουργήσει μια ιδιόμορφη κατάσταση αφού πολλοί είναι αυτοί που κερδοσκοπούν μέσω αυτών εις βάρος των δεινών των υπολοίπων Γαζιωτών. Υπολογίζεται ότι γύρω από το κύκλωμα των τούνελ απασχολούνται 20.000 άτομα, ενώ η κατασκευή και η διαχείριση ενός τούνελ είναι «επενδυτικό πρόγραμμα».
Έτσι λοιπόν, το κύριο αίτημα για την γάζα είναι η πλήρης άρση του αποκλεισμού σε όλα τα επίπεδα και όχι μόνον αναφορικά με τα αγαθά. Ακόμα και στον τελευταίο τομέα, πρόσφατα, μολονότι το Ισραήλ, μετά από την δολοφονική επίθεση στα καράβια που πήγαιναν στη γάζα και την διεθνή κατακραυγή για τη δράση του, άνοιξε τα σύνορα για το πέρασμα ελαχίστων ποσοτήτων αγαθών, απαγορεύει πλήρως ότι έχει να κάνει με ζωτικά υλικά για την ανακατασκευή της Γάζας. Η νέα κατάσταση που δημιουργείται στη Γάζα ευνοεί τους Ισραηλινούς αφού δημιουργούνται νέες διαχωριστικές γραμμές μέσα στην Παλαιστινιακή κοινωνία. Από τη μία είναι αυτοί που κερδίζουν από τις δραστηριότητες της οικονομίας των τούνελ και από την άλλη είναι όλοι οι παραγωγικοί φορείς που ο αποκλεισμός καταστρέφει (εργάτες, μικροβιοτέχνες διαφόρων ειδών, όσοι βασίζονταν σε εξαγωγές π.χ. λουλουδιών, κ.λπ.)
Η λογική του διαίρει και βασίλευε φαίνεται από τη διαφορετική –πάντα σχετικά μιλώντας- κατάσταση στη δυτική Όχθη. Εκεί Η πολιτική αυτή δείχνει κατά κύριο λόγο τα αποτελέσματα της στην οικονομία. Η Γάζα «αναπτύχθηκε» κατά 1% τον τελευταίο χρόνο ενώ η Δυτική Όχθη με 8,5%. Παρ’ όλα αυτά μεγάλο μέρος αυτής της βοήθειας βασίστηκε στη διεθνή βοήθεια προς την Παλαιστινιακή Αρχή που έφτασε το 1,4 δισεκατομμύρια. Φυσικά, ο κύριος τομέας απασχόλησης είναι οι υπηρεσίες που χρηματοδοτούνται κυρίως από την διεθνή βοήθεια ενώ δευτερογενής και πρωτογενής τομέας έχουν πολύ μικρό μερίδιο στο ΑΕΠ. Ανεργία 20% περίπου στη Δυτική Όχθη και 45% στη Γάζα. Πάνω από το 70% των ανθρώπων στη Γάζα ζει με κάτω από 1$ την ημέρα. Οι Παλαιστίνιοι που δουλεύουν στο Ισραήλ ή στους εποικισμούς φτάνουν τα 72000 άτομα.
Μάλιστα μεγάλο μέρος της βοήθειας, πέρα από τις υπηρεσίες, όπου θυμίζουμε ότι το αστυνομικό παλαιστινιακό σώμα είναι από τα μεγαλύτερα του κόσμου ίσως, πάει στις κατασκευές, όπως φαίνεται από το γεγονός ότι ο τομέας καλύπτει μεγάλο ποσοστό της απασχόλησης.
Sectoral distribution of GDP and employment 2009 Q4 (%) | |||
Share in GDP | Share in employment | ||
Agriculture, fishing and forestry | 5.2 | 12.4 | |
Manufacturing, mining and quarrying | 14.4 | 12.6 | |
Construction | 6.9 | 11.4 | |
Commerce, restaurants and hotels | 12.4 | 19.7 | |
Transport, storage and communication | 8.7 | 6.0 | |
Services and other branches | 52.4 | 37.9 | |
Total | 100.0 | 100.0 | |
Source: PCBS, Labour Force Survey 2009 and National accounts 2009. | |||
Οι Ισραηλινοί έχουν επιτρέψει κάποια επίπεδα διακίνησης μεταξύ Δυτικής Όχθης και λοιπών περιοχών, πιθανότατα για να βοηθήσουν στην σταθεροποίηση του καθεστώτος του Μαχμούντ Αμπάς.
Πάντως ακόμα και έτσι οι κινήσεις των Παλαιστινίων είναι από απαγορευμένες έως πολύ περιορισμένες σε πάνω από το 60% της Δυτικής Όχθης. Αυτό συμβαίνει σε περιοχές που είναι «στρατηγικής σημασίας», αλλά τελικά αυτοί οι διαχωρισμοί είναι μάλλον για λόγους κατανόησης της στρατηγικής των Ισραηλινών παρά πραγματικές, αφού έτσι κι αλλιώς μιλάμε για περιοχές μικρές σε έκταση. Απλά, αυτό το 60% που αναφέραμε προηγουμένως περιλαμβάνει όλες τις περιοχές με ύδατα, εννοείται τα σύνολο του Ιορδάνη, τη βόρεια δυτική όχθη και περιοχές στο νότο. Δηλαδή τα πάντα!
Αυτό που απομένει είναι κάποιοι θύλακες, τους οποίους ελπίζουν να διαλύσουν δια της απομόνωσης και της ασφυξίας (οικονομικής, κοινωνικής, πολιτικής)
Όπως και νάχει, η παλαιστινιακή οικονομία στην Δυτική Όχθη αποτελεί ένα προκάλυμμα για διάφορους διακανονισμούς και μέτρα που σχετίζονται με την ασφάλεια. Βασικά, η οικονομία που αναπτύσσεται εκεί είναι μια «οικονομία εισοδηματιών» που ζει από τη διεθνή βοήθεια και σε αντάλλαγμα προσφέρει ασφάλεια και πολιτικές υπηρεσίες και συνεπώς προωθεί αυτούς που αποδέχονται τους όρους των Ισραηλινών. Όπως λέει και ο Άζμι Μπισάρα ένας Παλαιστίνιος που καταδιώχτηκε από το Ισραήλ, «Ο άνθρωπος που προωθεί αυτή την οικονομία είναι χωμένος στην πολιτική έως τα μπούνια, αλλά είναι η πολιτική της Δύσης και του Κουαρτέτου. Η οικονομία του οικοδομείται στην εξυπηρέτηση αυτής της πολιτικής, και από τα χρήματα της βοήθειας πληρώνει μισθούς και οικοδομεί ένα προσωπείο «οικονομικών θεσμών». Εάν η Φατάχ, [στην οποία ανήκει], του προβάλει ενστάσεις, τότε αντιδρά με τον αναλώσιμο πραγματισμό του και τους προσφέρει την πλειοψηφία των θέσεων των υπουργικών θώκων….
[Κάθε ομοιότητα με την ελληνική περίπτωση είναι συμπτωματική!].
Κλείνω, αναφέροντας ένα ενδιαφέρον προπαγανδιστικό στοιχείο που καλλιεργείται στην δυτική Όχθη και αυτό είναι το σύνθημα «Θέλουμε να ζήσουμε». Είναι ένα ενδιαφέρον σύνθημα αφού σημαίνει διαφορετικά πράγματα για την κάθε πλευρά. Και είναι ένα σύνθημα που καλλιεργείται έντεχνα και στην Ελλάδα. Όπως λέει ο Μπισάρα, «Η αγάπη για τη ζωή έρχεται με δύο τρόπους. Από τη μία είναι η επιτιθέμενη χώρα, όπως για παράδειγμα το Ισραήλ, [ή μπορώ να προσθέσω εγώ, η Τουρκία] και από την άλλη τα θύματά της. Για τον πρώτο, δεν υφίσταται αντίφαση μεταξύ αγάπης για ζωή, πολιτικής και πολιτικής συμμετοχής. Μεταξύ εθνικισμού, θρησκευτικότητας και εκκοσμικευμένων αντιλήψεων. Μεταξύ λογοτεχνίας και τέχνης. Μεταξύ μηδενισμού και διάλυσης. Μεταξύ στρατού, κοινοβουλίου και εκλογικών διαδικασιών. Μεταξύ βιομηχανίας, γεωργίας και επιστήμης, ακόμα και πολέμου εάν παραστεί ανάγκη. Αυτό ισχύει για το Ισραήλ όπως και για τις ΗΠΑ. Από την άλλη, για τους κατεχόμενους, η «αγάπη για τη ζωή» πρέπει να εξασκείται όσο το δυνατόν πιο μακριά από την πολιτική, την αντίσταση και τα όπλα, από τις εθνικές επιχειρήσεις και της αυτόνομη παραγωγή. Αυτός ο τρόπος να ζεις της ζωή παίρνει τα σύμβολά του από την κουζίνα, το κεμπάπ, το χούμους και το ταμπούλε, και έχει να κάνει με εκθέσεις μάραθου και κατασκευής ευθυμίας και σε ευγενείς άμιλες για την απόδοση βραβείων στις ελίτ. Η κατοχή αγαπά τα θορυβώδη και γεμάτα δραστηριότητα καφέ και εστιατόρια ης Ραμάλα και δείχνει συνέχεια ταινίες για αυτές τις περιοχές, ως απόδειξη για ην ύπαρξη ζωής πίσω από τα κάγκελα. Όταν η ζωή ανάγεται σε αυτή τη μάρκα που αποκαλείται «θέλουμε να ζήσουμε» πρέπει να πλαστογραφηθεί καθώς δεν διαθέτει τα απαιτούμενα για να αναγεννηθεί. Δεν μπορεί να υπάρχει ζωή υπό κατοχήν χωρίς τον αγώνα ενάντια στην κατοχή. Εν τη απουσία της ανεξαρτησίας και της εθνικής κυριαρχίας η θλίψη και η χαρά, και η ίδια η ζωή μπορούν να υπάρξουν μόνον μέσα σε ένα πλαίσιο προτάγματος για την εθνική ανεξαρτησία. Όταν αυτό εγκαταλείπεται ή ξεφτίζει, τότε το αποτέλεσμα είναι ένα σκηνοθετημένο λαϊκό φεστιβάλ που περνάει ως αυθεντικό και ως αγάπη για την ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.