Εισήγηση, Πάτρα, Μέγαρο Λόγου και Τέχνης,
Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 2010,
Εφημερίδα Εποχή
Οι κοινωνικές επιχειρήσεις αποτελούν ένα παγκόσμιο φαινόμενο που αναπτύσσεται κατά κύριο λόγο στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Για πρώτη φορά αναπτύσσονται σε μεγάλη έκταση στην Ιταλία όπου είναι στενά συνδεδεμένες με το συνεταιριστικό κίνημα της χώρας.
Κοινωνικο-οικονομικοί παράγοντες που συντέλεσαν στην ανάδυση των κοινωνικών επιχειρήσεων
Α) Ο περιορισμός του κοινωνικού κράτους. Η κυριαρχία των νεοφιλελεύθερων απόψεων στις δεκαετίες μετά το 1970 είχε ως αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους. Αποτέλεσμα αυτού ήταν να περιοριστούν οι κοινωνικές υπηρεσίες προς τους πολίτες. Αυτό είχε ως συνέπεια να ανοίξει μία μεγάλη αγορά υπηρεσιών, την οποία από την άλλη το κεφάλαιο, λόγω χαμηλής κερδοφορίας και έντασης εργασίας δεν ήταν διαθέσιμο να καλύψει.
Β) Η αδυναμία πολιτικών, όπως οι ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης να απαντήσουν σε ζητήματα όπως η μακροχρόνια ανεργία και ο κοινωνικός αποκλεισμός. Συνεπώς, στη λειτουργία των κοινωνικών επιχειρήσεων, ακόμα και το κράτος διείδε έναν τρόπο για την αντιμετώπιση αυτών των κοινωνικών προβλημάτων.
Γ) Η ανάδυση νέων κοινωνικών αναγκών, που το κλασικό κοινωνικό κράτος αδυνατούσε να απαντήσει. Αναφέρω εδώ το ζήτημα της επανένταξης των εθισμένων στα ναρκωτικά, μία διαδικασία που απαιτεί χρόνο, αφοσιωμένο προσωπικό και που, φυσικά, δεν αποφέρει κέρδη, εκτός βέβαια από κάποιες «κλινικές» πολύ υψηλού κόστους. Μέσα σε αυτές τις νέες κοινωνικές ανάγκες, εμφανίζονται και αρκετές επιχειρήσεις που ασχολούνται με αυτό που αποκαλείται «πράσινες θέσεις εργασία», κατά κύριο λόγο με την ανακύκλωση.
Δ) Η δραστηριοποίηση μίας νέας γενιάς επιστημόνων, οι οποίοι μην βρίσκοντας διέξοδο στον τομέα ειδίκευσής τους, προτίμησαν να δραστηριοποιηθούν στον τοπικό τομέα και να προσφέρουν τις δεξιότητες και τις γνώσεις τους για την ανάπτυξη της κοινότητας.
Ε) Η δραστηριοποίηση συγκεκριμένων κοινωνικών δυνάμεων. Στην Ιταλία, αίφνης, στην ανάπτυξή τους συμπαρατάσσονται δύο δυνάμεις που, θεωρητικά, θα έπρεπε να είναι αντίθετες. Από τη μία είναι η καθολική εκκλησιά και από την άλλη είναι μία μερίδα από τους συμμετέχοντες στο κίνημα του ’68 στην χώρα αυτή. Οι τελευταίοι έχοντας απογοητευτεί πολιτικά από το κίνημα του ’68 προσπάθησαν να κάνουν κάτι χειροπιαστό και προχώρησαν στην δημιουργία κοινωνικών επιχειρήσεων. Να σημειώσω ότι αρκετοί κοινωνικοί επιχειρηματίες δεν είναι άλλοι από άτομα που κινούμενοι από τις αρχές της κοινωνικής αλληλεγγύης και της κοινωνικής δικαιοσύνης παράτησαν τον «καπιταλιστικό» τομέα της οικονομίας και δημιούργησαν κοινωνικές επιχειρήσεις. Πολλά τέτοια παραδείγματα έχουμε στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Χαρακτηριστικά των κοινωνικών επιχειρήσεων/επιχειρηματιών
Ένα κοινό χαρακτηριστικό των κοινωνικών επιχειρήσεων, όπως έχει προαναφερθεί, είναι η στενή τους σύνδεση με τις τοπικές κοινωνίες και η εμπλοκή κοινοτήτων και ομάδων ανθρώπων με ειδικές ανάγκες. Οι κοινωνικοί επιχειρηματίες είναι επιχειρηματίες που αναγνωρίζουν ότι ένα μέρος της κοινωνίας έχει μείνει στάσιμο και παρέχουν νέες κατευθύνσεις προς τις οποίες αυτό μπορεί να προχωρήσει με την υποκίνησή τους. Δηλαδή, δρουν ως φορείς αλλαγής στο κοινωνικό τομέα. Καινοτομούν και δρουν σύμφωνα με την επιθυμία να δημιουργήσουν μια βιώσιμη κοινωνική αξία. Επίσης, λόγω των πεποιθήσεών τους, θεωρούν ότι έχουν την ευθύνη να λογοδοτήσουν απέναντι στα άτομα που υπηρετούν για τα αποτελέσματα που επιφέρει η δραστηριότητά τους. Εν συντομία είναι επιχειρηματίες με κοινωνικούς σκοπούς.
Οι κοινωνικές επιχειρήσεις επιδιώκουν κυρίως κοινοτικούς, περιβαλλοντικούς ή κοινωνικούς στόχους. Πρόκειται για επιχειρήσεις που δημιουργούνται έπειτα από πρωτοβουλίες ή συλλογικές πρωτοβουλίες. Το κέρδος δεν αποκλείεται αλλά δεν είναι πρωτεύον κίνητρο. Το οποιοδήποτε κέρδος από τη δραστηριότητά τους, χρησιμοποιείται για να υποστηρίξει τους κοινωνικούς και κοινοτικούς στόχους της δράσης της κοινωνικής επιχείρησης και δεν επιστρέφεται πρωτεύοντος στους μετόχους.
Έχουν υψηλό βαθμό διοικητικής αυτονομίας, και μάλιστα χαρακτηρίζονται από τη δημοκρατία στη λήψη των αποφάσεων. Η συμμετοχή στη διοίκηση δεν γίνεται με βάση την κατοχή μερίδων, αλλά ένα άτομο είναι μία ψήφος.
Οι στόχοι τους είναι η ωφέλεια της κοινότητας. Είτε μέσα από την παραγωγή αγαθών/υπηρεσιών που προωθούν αυτό τον σκοπό είτε μέσω της προώθησης της απασχόλησης προσώπων που είναι κοινωνικά αποκλεισμένοι (φτωχοί, AMEA, μακροχρόνια άνεργοι, εργάτες χωρίς δεξιότητες που ζητούνται από την αγορά). Είναι αρκετές οι περιπτώσεις όπου ο σκοπός τους είναι η επέκταση της οικονομικής δημοκρατίας στο τοπικό επίπεδο.
Οι κοινωνικές επιχειρήσεις παράγουν αγαθά ή/και υπηρεσίες. Οι πόροι που χρησιμοποιούν οι κοινωνικές επιχειρήσεις προέρχονται από τις πωλήσεις τους, είτε από πηγές εκτός αγοράς. Οι τελευταίες μπορεί να είναι κρατικές επιχορηγήσεις, δωρεές, παροχές από εταιρική κοινωνική ευθύνη και από τον εθελοντισμό.
Τομείς δραστηριοποίησης κοινωνικών επιχειρήσεων
Εδώ θα γίνει αναφορά στους τομείς δραστηριοποίησης αλλά και σε ενδεικτικά παραδείγματα κοινωνικών επιχειρήσεων.
Οι τομείς δραστηριοποίησης των κοινωνικών επιχειρήσεων είναι πολλοί. Στην Ισπανία, για παράδειγμα, υπήρξε μία έκρηξη του αριθμού τους μετά την υιοθέτηση ενός νόμου σύμφωνα με τον οποίο το 0,52% από την φορολογία εισοδήματος πηγαίνει στην καθολική εκκλησία και σε οργανισμούς με δραστηριότητες για κοινωνικούς σκοπούς. Εκεί αναπτύχθηκαν τέσσερεις τύποι επιχειρήσεων: α) ειδικά κέντρα απασχόλησης, β) προστατευόμενα κέντρα απασχόλησης, γ) κέντρα απασχόλησης τυφλών, δ) επιχειρήσεις κοινωνικής ένταξης. Οι κοινωνικές επιχειρήσεις διακρίνονται σε δύο τύπους: τις ενδιάμεσες που έχοντας ως στόχο την κοινωνική ένταξη χρησιμοποιούν παραγωγικές δράσεις και άλλες υπηρεσίες γι’ αυτό τον σκοπό. Ο άλλος τύπος κοινωνικών επιχειρήσεων είναι οι παραγωγικές. Στην εξέλιξή τους οι κοινωνικές επιχειρήσεις της Ισπανίας απασχολούνται με τη συλλογή και διαλογή απορριμμάτων, τον καθαρισμό δημοσίων κτιρίων, την κατασκευή δημοσίων έργων, την παροχή υπηρεσιών κατάρτισης και συμβουλευτικής, είτε την παροχή άλλων κοινωνικών υπηρεσιών.
Στην Ιταλία μπορούμε να διακρίνουμε δύο τύπους κοινωνικών συνεταιρισμών (έτσι ονομάζονται σύμφωνα με τον νόμο οι κοινωνικές επιχειρήσεις). Είναι οι τύπου-Α, οι οποίοι διαχειρίζονται κοινωνικές υπηρεσίες, υγείας και εκπαίδευσης. Οι συνεταιρισμοί τύπου-Α παρέχουν μια σειρά υπηρεσιών σε ηλικιωμένους, παιδιά, ΑΜΕΑ, ναρκομανείς, άστεγους, μετανάστες. Οι τύπου-Β έχουν σκοπό την ενσωμάτωση μειονεκτούντων ομάδων στην αγορά εργασίας μέσω ποικίλων δραστηριοτήτων. Αυτοί οι συνεταιρισμοί υποχρεούνται να προσλάβουν το 30% του προσωπικού τους από μειονεκτικές κατηγορίες εργαζομένων. Ας δούμε μία κοινωνική επιχείρηση στην Ιταλία.
La Nuova Co-operativa
Η Nuova Co-operativa αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους συνεταιρισμούς στην περιοχή του Πιεδεμόντιου. Ιδρύθηκε το 1980 στα πλαίσια της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στην περιοχή του Τορίνο. Ο συνεταιρισμός έχει σήμερα 515 μέλη, συνεπώς είναι ο μεγαλύτερος Β-τύπου συνεταιρισμός της περιοχής.
Ο συνεταιρισμός δραστηριοποιείται σε πολλούς τομείς όπως η καθαριότητα, η συντήρηση πράσινων περιοχών, η ανακύκλωση. Επιπλέον δραστηριοποιείται στον καθαρισμό και διαχείριση δημόσιων χώρων (δημόσια γραφεία, σχολεία, πάρκα, περιοχές πράσινου), την ανακύκλωση (πόρτα πόρτα συλλογή χαρτιού, ογκώδη υλικά, μεταφορά βιομηχανικών αποβλήτων, χρησιμοποιημένοι υπολογιστές), καθώς και άλλες περιβαλλοντικές δράσεις. Η λογική των πολλαπλών δραστηριοτήτων προσφέρει μια οικονομική σταθερότητα στον συνεταιρισμό ο οποίος διεύρυνε τις δράσεις του στον καθαρισμό λαϊκών αγορών και σε απεντομώσεις. Μία άλλη δράση έχει να κάνει με τη συλλογή αγαθών από σούπερ μάρκετ και το μοίρασμά τους σε έχοντες ανάγκη.
Ο δήμος του Τορίνο είναι ένας από τους μεγαλύτερους πελάτες του συνεταιρισμού αγοράζοντας υπηρεσίες καθαριότητας για σχολεία και βιβλιοθήκες. Τα μέλη του συνεταιρισμού αποτελούνται από ΑΜΕΑ, άτομα σε μειονεκτική θέση, τα οποία αποτελούν τα 191 από τα 515 μέλη του συνεταιρισμού. Σύμφωνα με το νόμο τα μέλη του συνεταιρισμού είναι και εργαζόμενοι και συνέταιροι. Ο ετήσιος κύκλος εργασιών του συνεταιρισμού είναι πάνω από δέκα εκατομμύρια ευρώ. Ο συνεταιρισμός λειτουργεί για πάνω από 25 χρόνια και είναι κερδοφόρος. Τα κέρδη του επενδύονται για την ανάπτυξη του συνεταιρισμού και για τη δημιουργία κεφαλαίων για περιπτώσεις ανάγκης. Έτσι, η λειτουργία της επιχείρησης είναι σταθερή ακόμα και σε δύσκολους οικονομικά καιρούς.
Ωστόσο, αν και πετυχημένος δεν σημαίνει ότι δεν αντιμετωπίζει μία σειρά από προβλήματα. Έτσι, η αβεβαιότητα της εργασίας είναι ιδιαίτερα υψηλή. Επίσης πρέπει να βρίσκει την σωστή ισορροπία μεταξύ της ανάγκης για υψηλή ποιότητα υπηρεσιών, παράλληλα με την διευκόλυνση της ένταξης μειονεκτούντων ατόμων. Επιπλέον είναι επιτακτική η ανάγκη του για συνεχή διεύρυνση των χρηματοδοτικών εργαλείων.
Ο συνεταιρισμός έχει δείξει ότι για να είναι μία κοινωνική επιχείρηση βιώσιμη πρέπει να έχει τη δυνατότητα γρήγορης απόκτησης νέων τεχνικών ικανοτήτων και δεξιοτήτων και να επενδύει σε τεχνικό εξοπλισμό και μηχανήματα. Επιπρόσθετα θέλει προσεκτική επιλογή και επίβλεψη των μειονεκτούντων ατόμων ιδιαίτερα σε εργασίες που απαιτούν συνέχεια και δέσμευση. Γι’ αυτό χρειάζεται ισορροπημένη σύνθεση ομάδων εργασίας, συνεχή καλλιέργεια και εμφύσηση στους εργαζόμενους της επιδίωξης της αποστολής του συνεταιρισμού.
Στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασίλειου τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά. Εδώ οι κοινωνικές επιχειρήσεις αναπτύχθηκαν με τη βοήθεια της εργατικής κυβέρνησης, κυρίως λόγω της αντίθεσης της τελευταίας προς το κοινωνικό κράτος. Ωστόσο, ο τομέας γνώρισε τεράστια ανάπτυξη και το 2005 υπήρχαν 55.000 κοινωνικές επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με μία μελέτη οι κοινωνικές επιχειρήσεις αποτελούν κεντρικό στοιχείο, όχι μόνο για την μεταρρύθμιση στην παροχή δημόσιων υπηρεσιών αλλά και στην αναγέννηση υποβαθμισμένων περιοχών, την οικονομική ανάπτυξη και την απάντηση σε μεγάλες περιβαλλοντικές προκλήσεις.
Οι κοινωνικές επιχειρήσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι πλήρως προσανατολισμένες προς την αγορά για το εισόδημά τους, αφού το 80% αυτού προέρχεται από εκεί και μόλις το 20% από επιδοτήσεις και άλλους πόρους.
Στην πλειονότητά τους είναι προσανατολισμένες προς την παροχή υπηρεσιών προς τα άτομα, ενώ πολλές από αυτές δραστηριοποιούνται σε περιβαλλοντικά ζητήματα. Η κατάρτιση και η εκπαίδευση αποτελούν τον πρώτο τομέα δραστηριοποίησης και ακολουθούν η κοινωνική πρόνοια, η στέγαση, η παιδική φροντίδα, ο αθλητισμός και οι κοινωνικές εγκαταστάσεις, κοινοτικά κέντρα, φροντίδα ηλικιωμένων. Οι εμπορευματικές δραστηριότητες συνακόλουθα σχετίζονται με τον τομέα της υγείας και της κοινωνικής φροντίδας (33%), άλλες κοινωνικές-προσωπικές-κοινοτικές υπηρεσίες (21%), τα κτηματομεσιτικά γραφεία (20%), την εκπαίδευση (15%) και το λιανικό εμπόριο.
Σκωτία: ο Τέταρτος Τομέας
Ο στόχος αυτής της κοινωνικής επιχείρησης είναι η υποστηρικτική απασχόληση για άτομα με προβλήματα ψυχικής υγείας. Ιδρύθηκε το 1981 και σήμερα ο ετήσιος κύκλος εργασιών της αγγίζει τα 1,8 εκατομμύρια ευρώ. Προσφέρει βοήθεια στα άτομα για ανάκαμψη από την ψυχική ασθένεια μέσω της βελτίωση της απασχολησιμότητας, την επανάκτηση ή τη διατήρηση της απασχόλησης.
Δραστηριοποιείται σε πολλούς τομείς όπως ο τουρισμός, η εστίαση, τα πλυντήρια, το κέντημα, οι κατασκευές και οι πωλήσεις τους, η ανακύκλωση και η χρήση του ξύλου.
[Υπηρεσίες Ενδυμάτων με Στάμπες Εδιμβούργου, Παρκβιού Πλυντήρια, Κινούμενα Καροτσάκια (εστίαση), Ξενοδοχείο οι Έξι Μαρίες, Σαπωνοποιεία, Ξυλουργικές Εργασίες]
Ενδιαφέρον έχει να δούμε και την δομή της επιχείρησης. Αυτή αποτελείται από την Κεντρική Υποστηρικτική Ομάδα, που έχει τη συνολική επίβλεψη και διοίκηση και την ευθύνη για την επέκταση των δράσεων των πωλήσεων και του μάρκετινγ. Επίσης διαγιγνώσκει τις ανάγκες για κατάρτιση των επιχειρήσεων και χειρίζεται τα Προγράμματα Μεταβατικής Εργασίας.
Η χρηματοδότηση του Τέταρτου Τομέα προέρχεται από πωλήσεις και συμβόλαια, από κρατικές επιδοτήσεις για την έναρξη δραστηριοτήτων και από επιδοτήσεις για τη λειτουργία.
Τα κοινωνικά οφέλη από τη δράση της επιχείρησης είναι οι ευκαιρίες για απασχόληση των ψυχικά ασθενών, η ενίσχυση της αυτοπεποίθησης-αυτοεκτίμησης τους, η βελτίωση της απασχολησιμότητας τους, η εισοδηματική ενίσχυση και η κοινωνικοποίηση.
Τα προβλήματα που κατά καιρούς αντιμετωπίζει είναι η διατήρηση σε ανταγωνιστικά επίπεδα των υπηρεσιών και των προϊόντων, η ανάγκη της διατήρησης της ισορροπίας μεταξύ επιχειρηματικότητας-κοινωνικού σκοπού και η συνεχής επικέντρωση στην επίτευξη του στόχου. Πρόβλημα είναι επίσης ότι συντηρείται μία κουλτούρα προσανατολισμένη στις επιδοτήσεις, γεγονός που την αναγκάζει να αναζητά άλλες αγορές για την εκπλήρωση του στόχου τους και να βρίσκεται σε ατέρμονες συζητήσεις στην προσπάθεια να πειστούν οι δημόσιοι φορείς για την παροχή επιδοτήσεων απασχόλησης
Αργεντινή: τα ανακτημένα εργοστάσια
Το κίνημα των «ανακτημένων εργοστασίων» ξεκίνησε στην Αργεντινή στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Συμπεριέλαβε τουλάχιστον 170 επιχειρήσεις και πάνω από 12.000 εργαζόμενους. Ήταν ένα αποτέλεσμα της χρηματοοικονομικής κρίσης, η οποία στη συνέχεια διέλυσε την πραγματική οικονομία.
Το κίνημα των ανακτημένων εργοστασίων ήταν μία μέθοδος αντιμετώπισης των απανωτών κλεισιμάτων εργοστασίων είτε γιατί οι εργοδότες δεν μπορούσαν να διατηρήσουν την κερδοφορία τους, είτε γιατί αντιμετώπιζαν έλλειψη ρευστότητας, είτε γιατί πτώχευαν.
Από τη μεριά των εργαζομένων, ο κύριος αντικειμενικός στόχος ήταν η διατήρηση της επιχείρησης και συνακόλουθα της εργασίας τους. Έτσι, η ανάγκη για τη διατήρηση της απασχόλησης οδήγησε σε μία συλλογική αντίδραση με την ανάκτηση των εργοστασίων από τους ίδιους.
Τα πράγματα βέβαια δεν ήταν τόσο ρόδινα για τους εργαζόμενους ακόμα και σε περιπτώσεις που οι εργοδότες εγκατέλειπαν τα εργοστάσιά τους. Κατ’ αρχάς υπήρχε η ανάγκη για την νομική «τακτοποίηση» της ανάκτησης της επιχείρησης. Αυτή η διαδικασία μπορούσε να διαρκέσει πολλά χρόνια. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση ενός εργοστασίου που παρήγαγε ενδύματα. Όταν μία μέρα βρήκαν το εργοστάσιο κλειστό οι εργάτες στράφηκαν, απλήρωτοι βέβαια, για βοήθεια στο κλαδικό συνδικάτο. Το τελευταία συντάχθηκε με τους εργοδότες που ήθελαν την χρεοκοπία και το κλείσιμο του εργοστασίου. Τρεις φορές οι εργαζόμενοι προσπάθησαν να καταλάβουν το εργοστάσιο, μάλιστα η μία φορά με τη συμπαράσταση 10.000 ατόμων, αλλά και τις τρεις η αστυνομία τους πέταξε έξω. Τότε οι εργαζόμενοι, που στο μεταξύ είχαν ζητήσει τη βοήθεια φοιτητών, κάποιων αριστερών ομάδων, άλλων εργαζόμενων, ακόμα και γειτόνων, έστησαν τέντες απέναντι από το εργοστάσιο. Έπειτα από δύο χρόνια και αφού είχε κηρυχτεί χρεοκοπημένη η επιχείρηση, με απόφαση του δικαστηρίου οι εργάτες κατόρθωσαν να λειτουργήσουν την επιχείρηση.
Ακόμα και σε αυτές τις περιπτώσεις κοινωνικών επιχειρήσεων τα προβλήματα δεν είναι λίγα. Κατ’ αρχάς, η πιο δημοκρατική διαχείριση του εργοστασίου αποτελεί από μόνη της μία πρόκληση. Άλλα ζητήματα είναι η επισφαλής θέση τόσο της παραγωγής όσο και των πωλήσεων. Η ανάγκη για κεφάλαια για την αγορά πρώτων υλών και την λειτουργία του εργοστασίου. Πολλά εργοστάσια δούλευαν για μήνες πριν να μπορέσουν να αποδώσουν τους πρώτους μισθούς στους εργαζόμενους και αυτούς σε κατώτερα επίπεδα απ’ ότι πριν. Άλλες φορές, λειτουργούσε μόνον ένας τομέας της επιχείρησης, και όταν αργότερα συγκεντρώνονταν επιπρόσθετα κεφάλαια έμπαιναν σε λειτουργία και άλλα τμήματα.
Ωστόσο, το ενδιαφέρον σημείο γι’ αυτές τις επιχειρήσεις είναι ότι λειτουργούν μέσα στην οικονομία της αγοράς, ανταγωνίζονται άλλους καπιταλιστές, πωλούν σε τιμές αγοράς αλλά εσωτερικά δεν λειτουργούν με καπιταλιστικό τρόπο. Η βιωσιμότητα του εργοστασίου δεν εξαρτάται από το βαθμό απόδοσης της επένδυσης αλλά από το επίπεδο της ευημερίας των εργαζομένων.
Κοινωνικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα;
Ασφαλώς το ερώτημα που εγείρεται είναι αφού οι κοινωνικές επιχειρήσεις ευδοκιμούν σε όλο τον κόσμο, γιατί στην Ελλάδα είναι έως και ανύπαρκτες;
Για να απαντήσουμε στο ερώτημα θα πρέπει πρώτα να δούμε τι χρειάζονται για να ευδοκιμήσουν. Έτσι λοιπόν χρειάζονται την υποστήριξη των τοπικών αρχών και των δημόσιων οργανισμών. Την υποστήριξη από ΜΚΟ και εθελοντές. Την υποστήριξη από τον ιδιωτικό τομέα. Την δικτύωση με άλλες παρόμοιες οργανώσεις. Χρειάζονται ένα επιχειρηματικό πνεύμα γιατί πρέπει να αναγνωρίζουν ευκαιρίες στις αγορές. Χρειάζονται μια κατάλληλη ομάδα διαχείρισης, με προηγούμενη επιχειρηματική εμπειρία, με μανατζίριαλ προσέγγιση για να υπάρχει σωστή διαμόρφωση της σχέσης μελών/εργαζομένων. Χρειάζονται αφοσίωση στην επιχείρηση. Χρειάζονται χρηματοδότηση, ιδιαίτερα στην εναρκτήρια φάση. Χρειάζονται συλλογικό πνεύμα και τέλος, αν και το πιο αποφασιστικό, χρειάζονται πάθος.
Στην Ελλάδα οι τοπικές αρχές είναι διεφθαρμένες. Η κοινωνία των πολιτών χρησιμοποιεί τον εθελοντισμό ως πάτημα για μία γνωριμία για να βρει μία άλλη θέση. Το επιχειρηματικό πνεύμα είναι απών, τουλάχιστον από αυτούς που υποτίθεται ότι διάκεινται φιλικά προς την ιδέα των κοινωνικών επιχειρήσεων. Οι ΜΚΟ ασχολούνται με ..ότι χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα διάφορα ιδρύματα τύπου Σόρος, συνεπώς ασχολούνται μάλλον με τις …διακρίσεις, τον ρατσισμό, τα δικαιώματα των ζώων παρά με την ανάπτυξη τοπικών συλλογικοτήτων. Οι απόφοιτοι των πανεπιστημίων, που διαθέτουν την αναγκαία για τη δημιουργία μίας κοινωνικής επιχείρησης τεχνογνωσίας, είτε αναζητούν μία θέση στο δημόσιο είτε …μεταναστεύουν. Οι οργανώσεις που θα μπορούσαν να προωθήσουν την ιδέα σε εργαζόμενους και περιοχές όπως για παράδειγμα η Πάτρα που πλήττονται από την ανεργία (16%) και την αποβιομηχάνιση περί άλλων τυρβάζουν. Το κράτος, που θα μπορούσε να αναλάβει την πρωτοβουλία, κομματοκρατείται, και οι κομματικοί παράγοντες που επικάθονται κατά καιρούς στη δημόσια διοίκηση με την ιδιότητα των υπουργών, των γενικών γραμματέων, των προέδρων και συμβούλων, μάλλον ενδιαφέρονται για τις μίζες από τα διάφορα κοινοτικά κονδύλια και συνεπώς δεν θέλουν να …χάνονται χρήματα προς ευπαθείς ομάδες! Όσο για τους συνδικαλιστές, δεν χρειάζεται νομίζω να επεκταθώ στο ζήτημα…
Ωστόσο, η κοινωνική οικονομία και, συνακόλουθα οι κοινωνικές επιχειρήσεις είναι ένα στοίχημα που πρέπει να το παλέψουμε. Η κοινωνική οικονομία μπορεί να ρυθμίσει τις σημαντικές οικονομικές ανισότητες που κυριαρχούν στην ελληνική παρασιτική, καταναλωτική οικονομία και κοινωνία. Η κοινωνική οικονομία προωθεί την κοινωνική αλληλεγγύη, την τοπική ανάπτυξη, την ισόρροπη περιφερειακή ανάπτυξη. Παράγοντες που χωρίς την ύπαρξή τους είναι αδύνατη η ανάπτυξη μίας εθνικά ανεξάρτητης, βιώσιμης και κοινωνικά δίκαιης οικονομίας.
Σήμερα, η κρίση είναι σίγουρο ότι θα απελευθερώσει εκείνες τις αξίες της αλληλεγγύης, της αυτονομίας, της ανεξαρτησίας, της δικαιοσύνης που ο παρασιτικός καταναλωτισμός των προηγούμενων δεκαετιών είχε θάψει στο υποσυνείδητό μας.
Το αίτημα λοιπόν πρέπει να είναι η οικονομική ανεξαρτησία, η δίκαιη διανομή εισοδημάτων και το τέλος τη πολιτικής δωροδοκίας. Το αίτημα πρέπει να είναι η βιώσιμη ανάπτυξη, η αξιοπρεπής διαβίωση και η αξιοπρεπής εργασία. Το αίτημα πρέπει να είναι η ενίσχυση του κράτους και η καταπολέμηση της διαφθοράς. Το αίτημα πρέπει να είναι η περιφερειακή ανάπτυξη, αφού αυτοί στο τοπικό επίπεδο διαθέτουν αυτό που το κέντρο δεν μπορεί να διαθέτει, γνώση της λεπτομέρειας, του συγκεκριμένου χρόνου, τόπου και γεγονότων, των συγκεκριμένων αναγκών και επιθυμιών. Το αίτημα είναι η ανάπτυξη μίας αλληλέγγυας οικονομίας για μία Ελλάδα με μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή, μια Ελλάδα με ενισχυμένη την διάσταση της αλληλεγγύης. Οι κοινωνικές επιχειρήσεις είναι ένα σημαντικό εργαλείο για την επίτευξη αυτού του αιτήματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.