Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2002

ΜΟΝΤΕΛΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΚΑΙ Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ


ΠΕΡΙΛΗΨΗ



Οι κυρίαρχες ιδεολογίες που με τις αρχές τους, σήμερα, διαμορφώνουν τα αντίστοιχα μοντέλα κοινωνικής πολιτικής είναι ο νεοφιλελευθερισμός, η σοσιαλδημοκρατική εκδοχή του Τρίτου Δρόμου και ο συντηρητισμός. Ο πρώτος στρέφεται ενάντια στο ίδιο το κράτος πρόνοιας και ζητά την κατάργησή του. Η κοινωνική προστασία θα πρέπει να περιορίζεται σε ένα ελάχιστο δίχτυ προστασίας. Ο Τρίτος Δρόμος αποδέχεται την κριτική του νεοφιλελευθερισμού για το κράτος πρόνοιας και πολλές από τις προτάσεις πολιτικής του αλλά επιμένει στη διατήρηση των αρχών της ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Οι συντηρητικοί, που συνέβαλλαν αποφασιστικά στην δημιουργία του κράτους πρόνοιας, εμμένουν στη διατήρησή του αλλά αποδέχονται κάποιες προτάσεις των νεοφιλελεύθερων. Στην Ελλάδα, η συζήτηση επικεντρώνεται γύρω από τις απόψεις των νεοφιλελεύθερων και αυτές του Τρίτου Δρόμου. Ωστόσο, απουσιάζει μια ολοκληρωμένη πρόταση για την εξέλιξη της κοινωνικής προστασίας στη χώρα μας ενώ επικρατεί ασάφεια ως προς τον εννοιολογικό καθορισμό των διακηρυγμένων αρχών των φορέων που εμπλέκονται στη συζήτηση. Η ασάφεια αυτή επεκτείνεται και στα μέτρα πολιτικής που προτείνονται με αποτέλεσμα την αδυναμία οργάνωσης ενός συνεκτικού και ορθολογικού συστήματος κοινωνικής πολιτικής.



 

ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
 


ΙΓ΄ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ


ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ



ΜΟΝΤΕΛΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΚΑΙ Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ



Επιβλέποντες:
Αμίτσης, Γαβριήλ
Κοντιάδης, Ξενοφών



Σεμινάριο: Δίκαιο κοινωνικής διοίκησης


Σπουδαστής:

Κωνσταντίνος Δ. Γεώρμας




Αθήνα-Φεβρουάριος 2002





























































ΠΕΡΙΛΗΨΗ



Οι κυρίαρχες ιδεολογίες που με τις αρχές τους, σήμερα, διαμορφώνουν τα αντίστοιχα μοντέλα κοινωνικής πολιτικής είναι ο νεοφιλελευθερισμός, η σοσιαλδημοκρατική εκδοχή του Τρίτου Δρόμου και ο συντηρητισμός. Ο πρώτος στρέφεται ενάντια στο ίδιο το κράτος πρόνοιας και ζητά την κατάργησή του. Η κοινωνική προστασία θα πρέπει να περιορίζεται σε ένα ελάχιστο δίχτυ προστασίας. Ο Τρίτος Δρόμος αποδέχεται την κριτική του νεοφιλελευθερισμού για το κράτος πρόνοιας και πολλές από τις προτάσεις πολιτικής του αλλά επιμένει στη διατήρηση των αρχών της ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Οι συντηρητικοί, που συνέβαλλαν αποφασιστικά στην δημιουργία του κράτους πρόνοιας, εμμένουν στη διατήρησή του αλλά αποδέχονται κάποιες προτάσεις των νεοφιλελεύθερων. Στην Ελλάδα, η συζήτηση επικεντρώνεται γύρω από τις απόψεις των νεοφιλελεύθερων και αυτές του Τρίτου Δρόμου. Ωστόσο, απουσιάζει μια ολοκληρωμένη πρόταση για την εξέλιξη της κοινωνικής προστασίας στη χώρα μας ενώ επικρατεί ασάφεια ως προς τον εννοιολογικό καθορισμό των διακηρυγμένων αρχών των φορέων που εμπλέκονται στη συζήτηση. Η ασάφεια αυτή επεκτείνεται και στα μέτρα πολιτικής που προτείνονται με αποτέλεσμα την αδυναμία οργάνωσης ενός συνεκτικού και ορθολογικού συστήματος κοινωνικής πολιτικής.

Λέξεις-κλειδιά: Φιλελευθερισμός, συντηρητισμός, σοσιαλδημοκρατία, κοινωνική πολιτική.





















 












Για την διαλεύκανση της σχέσης μιας συγκεκριμένης κοινωνικής πολιτικής με κάποιο ιδεολογικό μοντέλο θα τεθούν τα παρακάτω ερωτήματα:
Ø      Ιδεολογική αρχή. Ποιες αξίες πρεσβεύει μια ιδεολογία;
Ø      Πρόταση κοινωνικής πολιτικής. Ποιες πολιτικές προτείνει για την εκπλήρωση των αρχών-στόχων της;
Ø      Κοινωνικά αποτελέσματα. Οι συνέπειες που προκύπτουν ικανοποιούν πράγματι τις συγκεκριμένες αρχές ή υποκρύπτουν την ύπαρξη άλλων αρχών[1];
Για να γίνει δυνατή η μελέτη[2] του τρόπου με τον οποίο συγκεκριμένες ιδεολογίες διαμόρφωσαν αντίστοιχες πολιτικές είναι αναγκαία η χρήση μοντέλων[3]. Κάθε μοντέλο έχει δύο κύριες διαστάσεις:
Ø      Επειδή αποσκοπεί τόσο στην ερμηνεία όσο και στη δικαιολόγηση, μας δίνει τη δυνατότητα περιγραφής της αρχής, της μέριμνας για το αγαθό ή το δίκαιο που πρεσβεύει ένα ιδεολογικό μοντέλο.
Ø      Αναλύοντας τις πραγματικές καταστάσεις και σχέσεις που δημιουργούνται με βάση ένα συγκεκριμένο μοντέλο, μπορούμε να διακρίνουμε βασικές γραμμές αλλαγής (διαχρονική εξέλιξη) αλλά και όσα χαρακτηριστικά παραμένουν αμετάβλητα.
Τα μοντέλα καθορίζουν την συμπεριφορά των ανθρώπων και απ’ αυτή την άποψη έχουν τεράστια πολιτική σημασία[4].
Γιατί επιλέχτηκαν τα συγκεκριμένα μοντέλα;
Από τη βιβλιογραφία έχει γίνει αποδεκτό ότι η νεωτερικότητα έχει γεννήσει τρεις μεγάλες ιδεολογίες: τον συντηρητισμό, τον φιλελευθερισμό και τον σοσιαλισμό[5]. Αυτές οι ιδεολογίες καθόρισαν και τα αντίστοιχα μοντέλα κοινωνικής πολιτικής[6].


Η νεοφιλελεύθερη άποψη αντλεί την έμπνευσή της από τον φιλελευθερισμό[7]. Παρουσιάστηκε από τον Φ. Χάγιεκ το 1949[8] και ήρθε στο προσκήνιο τη δεκαετία του 1970[9]. Οι αρχές του συνιστούν μια επιλεκτική και ανιστορική χρήση[10] παλιών αρχών του φιλελευθερισμού τις οποίες εφάρμοσε στα σύγχρονα κοινωνικό-πολιτικά ζητήματα. 
Το κύριο κίνητρο των ανθρώπων είναι το κέρδος. Σκοπός λοιπόν των πολιτικών του νεοφιλελευθερισμού είναι η ενθάρρυνση του ατομικισμού, η υποστήριξη της αυτάρκειας των ατόμων και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, τα οποία είχαν διαβρωθεί από το κράτος-πατέρα[11].
Η αγορά αντλεί τον δυναμισμό της από τον ανταγωνισμό. Όσοι επιτυγχάνουν αμείβονται ενώ οι αποτυχημένοι είναι άξιοι τιμωρίας. Ο ανταγωνισμός αποκαθιστά την «αυθόρμητη τάξη» που συνιστά την κύρια συνθήκη για την γενική ευημερία των μελών της κοινωνίας. Η αυθόρμητη τάξη στην οικονομία σημαίνει αγορά και στην πολιτική το ελάχιστο κράτος. Αυτή η τάξη βρίσκεται σε κίνδυνο από τις προσπάθειες των ανθρώπων και του κράτους για να την ελέγξουν[12]. Το κράτος παρέχει απλώς ένα νομοθετικό πλαίσιο. Μόνον εάν η αυθόρμητη τάξη αφεθεί ελεύθερη θα επιτευχθεί η διαρκής ανάπτυξη[13].
Οι νεοφιλελεύθεροι δίνουν μεγάλη σημασία στην ελευθερία από κάθε καταναγκασμό γι’ αυτό και αντιτίθενται στον εξισωτισμό[14].

Το κράτος πρόνοιας αμφισβητείται συνολικά[15] και θεωρείται υπαίτιο για όλα τα κοινωνικοοικονομικά δεινά των τελευταίων δεκαετιών. Η κριτική ασκείται σε δύο επίπεδα:
Ø      Αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα των πολιτικών του κράτους πρόνοιας. Το κράτος πρόνοιας όχι μόνο απέτυχε να εκπληρώσει τους στόχους που το ίδιο είχε θέσει, αλλά και χρησιμοποίησε άσκοπα τους πόρους της κοινωνίας.
Ø      Κριτική και απόρριψη των ίδιων των θεμελιωδών αρχών του κράτους πρόνοιας.
Το κράτος πρόνοιας κατηγορείται ότι πρώτον δεν ελάττωσε τις κοινωνικές ανισότητες ούτε εξάλειψε την φτώχεια όπως επαγγελόταν[16].
Δεύτερον, δεσμεύει υψηλό ποσό οικονομικών πόρων. Η χαμηλή παραγωγικότητα του, οι υψηλοί φόροι για την εφαρμογή των κοινωνικών πολιτικών καθώς και η τάση του για επέκταση, δυσχεραίνει την προσαρμογή της οικονομίας στις ραγδαία μεταβαλλόμενες τεχνολογικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες και απομυζά πόρους από τις επενδύσεις. Η κοινωνική ασφάλεια αυξάνει το κόστος της εργασίας, μειώνει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, με αποτέλεσμα την επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης και την αύξηση της ανεργίας[17].
Τρίτον, το αίσθημα πατερναλιστικής ασφάλειας που καλλιεργεί το κράτος πρόνοιας υπονομεύει τη λειτουργία της ανταμοιβής για τους εργατικούς και της τιμωρίας για τους οκνηρούς. Καλλιεργεί την εξάρτηση των ατόμων από το κράτος, μειώνει την αυτοπεποίθησή τους και τους παγιδεύει σε μια παγίδα φτώχειας. Δίνοντας έμφαση στα δικαιώματα παρά στις υποχρεώσεις δημιουργεί παθητικά άτομα[18]. Το κράτος θα πρέπει να παρεμβαίνει μόνον σε περιπτώσεις εξαιρετικής ένδειας ή εξαιρετικής αδυναμίας. Τέταρτον, η καλλιέργεια από το κράτος πρόνοιας της ιδέας του κοινωνικού καλού έρχεται σε αντίθεση με την ατομικιστική φύση των ανθρώπων[19].
Τέλος, πέμπτον, το κράτος πρόνοιας απειλεί την ελευθερία μέσω της διεύρυνσης των εξουσιών της κυβέρνησης ενώ παρεμποδίζει το δικαίωμα της επιλογής. Επιδιώκεται ο πλουραλισμός των φορέων παροχής κοινωνικών υπηρεσιών[20]. Οι αγορές καθώς και ο εθελοντικός τομέας καλούνται να διαδραματίσουν ευρύτερο και αποφασιστικότερο ρόλο. Γενικά, το κράτος θα πρέπει να οργανώνει και να διευκολύνει την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών διατηρώντας απλώς το δικαίωμα ελέγχου του επιπέδου της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών από τους υπόλοιπους φορείς.
Οι οποιεσδήποτε παροχές προς τους ενδεείς θα πρέπει να είναι επικεντρωμένες, να στηρίζονται σε έλεγχο του εισοδήματος τους και να διακόπτονται τη στιγμή που παύει η ανάγκη. Κεντρικός στόχος της κοινωνικής πολιτικής είναι να παρέχει στα άτομα εκείνα τα μέσα –εκπαίδευση και κατάρτιση– που θα τους ενδυναμώσουν έτσι ώστε να ξεφύγουν από τις καταστάσεις ένδειας στην οποία έχουν περιπέσει μέσω της αυτενέργειάς τους[21].


Η θεωρία του Τρίτου Δρόμου παρουσιάστηκε από τον Άντονυ Γκίντενς ως μια προσπάθεια υπερκέρασης του νεοφιλελεύθερου και του σοσιαλδημοκρατικού αδιέξοδου[22]. Ο Γκίντενς αποδέχεται το σύνολο σχεδόν της νεοφιλελεύθερης κριτικής στο κράτος πρόνοιας[23], εξακολουθεί όμως να υποστηρίζει κάποιες από τις αρχές της κλασσικής σοσιαλδημοκρατίας[24]. Ο Τρίτος Δρόμος πιστεύει στη νέα μικτή οικονομία, στη συνεργασία του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα, όπου υπάρχει μεν εκμετάλλευση του δυναμισμού των αγορών[25], αυτός όμως ο δυναμισμός καθοδηγείται από το δημόσιο συμφέρον[26]. Η ιδιαίτερη συμβολή της κυβέρνησης συνίσταται στην επένδυση σε ανθρώπινους πόρους και στη δημιουργία της υποδομής που απαιτείται για την ανάπτυξη μιας επιχειρηματικής κουλτούρας[27]. Οι αξίες του Τρίτου Δρόμου είναι:
Ø      Ισότητα
Ø      Προστασία των αδυνάτων
Ø      Ελευθερία ως αυτονομία
Ø      Κανένα δικαίωμα χωρίς υποχρεώσεις
Ø      Καμία εξουσία χωρίς δημοκρατία
Ø      Κοσμοπολίτικη πολυφωνία
Ø      Φιλοσοφικός συντηρητισμός.

Η ουσία των προτάσεων του έγκειται στην αποδοχή των νεοφιλελεύθερων προτάσεων στην κοινωνική πολιτική με παράλληλη διατήρηση του υπάρχοντος κράτους πρόνοιας[28]. Οι στόχοι του είναι τρεις:
Ø      Ο συνδυασμός οικονομικής αποτελεσματικότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης[29].
Ø      Η καλλιέργεια του ανθρώπινου δυναμικού. Εκπαίδευση, κατάρτιση.
Ø      Κοινωνικές πολιτικές που δεν θίγουν τα συμφέροντα των προνομιούχων και, ει δυνατόν, τους συμπεριλαμβάνουν –διατήρηση των δαπανών για ασφάλεια (αστυνόμευση), καλυτέρευση υπηρεσιών υγείας, έμφαση στην αναβάθμιση του επιπέδου ζωής (οικολογία).
Το πρόγραμμα κοινωνικής πολιτικής στηρίζεται σε τρεις αρχές:
Ø      Ισότητα ως συμπερίληψη
Ø      Θετική πρόνοια
Ø      Κοινωνικό κράτος επενδύσεων
Η ισότητα ορίζεται ως συμπερίληψη[30]. Συνεπώς η ισότητα παύει να αναφέρεται στην αναδιανομή του εισοδήματος προς όφελος των πιο αδύναμων και αναφέρεται στην ιδιότητα του πολίτη, στις ίσες ευκαιρίες που πρέπει να έχει κάθε πολίτης στην εξάσκηση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων του[31].
Η έννοια της θετικής πρόνοιας αντλεί κι αυτή την έμπνευσή της από τη νεοφιλελεύθερη οπτική. Τα όποια προνοιακά μέτρα θα πρέπει να ευνοούν την ενεργό ανάληψη επιχειρηματικής δράσης, να προχωρούν σε παροχές τόσο ψυχολογικής[32] όσο και οικονομικής ενίσχυσης. «Κατευθυντήρια γραμμή είναι: μεγαλύτερη επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο, όπου αυτό είναι δυνατόν, παρά ευθεία παροχή οικονομικών μέσων»[33]. Κυρίαρχο σύνθημα της νέας πολιτικής είναι: Κανένα δικαίωμα χωρίς υποχρεώσεις.
Το κράτος πρόνοιας, λόγω των δραματικών αλλαγών που έχει επιφέρει η παγκοσμιοποίηση, μετασχηματίζεται και αντικαθίσταται από το κοινωνικό κράτος επενδύσεων. Προτεραιότητα δίνεται στην καλλιέργεια του ανθρώπινου δυναμικού[34]. Η διανομή των ενδεχόμενων επιδομάτων δεν γίνεται κεντρικά αλλά μέσω τοπικών, επιμέρους συστημάτων διανομής. Επιπλέον, το κράτος προχωρά στη διανομή τους σε συνεργασία με τον τρίτο (εθελοντικό) τομέα και τις επιχειρήσεις που αναλαμβάνουν ολοένα και περισσότερες ευθύνες.


Όσο και αν φαίνεται παράδοξο, ο συντηρητισμός ήταν το πρώτο ιδεολογικό ρεύμα της νεωτερικότητας. Δημιουργήθηκε ως αντίδραση στην Γαλλική Επανάσταση. Αντιμετωπίζει με δυσπιστία την κοινωνική πρόοδο[35] και γενικότερα την κοινωνική αλλαγή, την οποία σε κάθε περίπτωση προσπαθεί να αποτρέψει[36]. Ο συντηρητικός θα τείνει να είναι φιλομοναρχικός, θα προωθεί την αποκέντρωση της εξουσίας και θα έχει φιλοεκκλησιαστική διάθεση[37]. Οι συντηρητικοί είναι ενάντιοι στον εξισωτισμό, αφού η οργανική κοινωνία έχει την παραδοσιακή της ιεραρχία, στην οποία ο καθένας έχει μια προκαθορισμένη κοινωνική θέση. Η κοινωνία αποτελεί μια οργανική ενότητα που απαρτίζεται από ενδιάμεσες ομάδες –και όχι από αντιμαχόμενες τάξεις– όπως η οικογένεια, η εκκλησία και οι επαγγελματικές ενώσεις[38]. Όλες αυτές οι ομάδες απαρτίζουν το έθνος-κράτος. Το κράτος είναι όργανο διατήρησης της κοινωνικής τάξης και της εθνικής ενότητας[39].

Από την βιβλιογραφία γίνεται αποδεκτό ότι οι συντηρητικοί έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία του κράτους πρόνοιας[40]. Η ενθουσιώδης υποστήριξη των μέτρων κοινωνικής πολιτικής ήταν αποτέλεσμα της εμμονής τους για την διατήρηση της κοινωνικής τάξης, της αντίληψής τους περί εθνικής ενότητας, της επίγνωσή τους ότι η ελεύθερη δράση της οικονομίας της αγοράς έχει καταστροφικά αποτελέσματα και του φόβου τους απέναντι στην κοινωνική επανάσταση.
Οι κρατικές κοινωνικές παροχές στοχεύουν στην υπερκέραση των ταξικών ανταγωνισμών και στη δημιουργία πιστών υπηκόων[41]. Οι τρεις κύριοι στόχοι είναι: εθνική ενότητα, ατομική υπευθυνότητα, κοινωνική καλυτέρευση[42].
Η ύπαρξη εντόνων κοινωνικών ανισοτήτων θεωρείται απαράδεκτη. Δίνεται ιδιαίτερη σημασία στην εκπαίδευση διότι αυτή δύναται να παρέχει ισότητα ευκαιριών. Μολονότι προωθούν τις καθολικές παροχές και την θέσπιση κοινωνικών δικαιωμάτων, θεωρούν ωστόσο την επικέντρωση των κοινωνικών παροχών προς όσους έχουν πραγματικά ανάγκη πιο αποτελεσματική. Υποστηρίζουν ιδιαίτερα μέτρα για την προστασία της οικογένειας. Το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης αποτελεί τη βάση για την διεύρυνση της ελευθερίας και της ασφάλειας διότι παρέχει ένα ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα.
Οι συντηρητικοί εισήγαγαν την αρχή της επικουρικότητας. Βλέπουν θετικά την παροχή των κοινωνικών υπηρεσιών από τον ιδιωτικό τομέα, ή από άλλους θεσμούς όπως η εκκλησία, η οικογένεια και κυρίως οι εθελοντικές ενώσεις. Οι λειτουργίες αυτών των θεσμών θεωρούνται συμπληρωματικές προς αυτές του κράτους πρόνοιας[43].


Θα εξετάσουμε τις προτάσεις της κοινωνικής πολιτικής του κάθε φορέα με βάση τέσσερις άξονες:
Ø      Γενικές αρχές (όπου αυτές υπάρχουν ή όπου συνάγονται) και τις αντίστοιχες προτάσεις για την:
Ø      Κοινωνική ασφάλιση
Ø      Προστασία της υγείας
Ø      Κοινωνική πρόνοια [44]



Α) Αρχές
Οι αρχές του ΠΑΣΟΚ και της κυβέρνησης απηχούν σε μεγάλο βαθμό το μοντέλο του Τρίτου Δρόμου. Γίνεται αποδεκτός ο ρόλος της αγοράς ως του κύριου μηχανισμού ανάπτυξης της οικονομίας. Είναι ωστόσο επιθυμητοί μηχανισμοί περιορισμού των ανισοτήτων και προστασίας των ευπαθών ομάδων του πληθυσμού[46]. Ο στόχος αυτός θα επιτευχθεί με ένα σύγχρονο κοινωνικό κράτος, αυτοδύναμο[47] και παραγωγικό[48]. Η επίδραση του νεοφιλελευθερισμού γίνεται αισθητή στην πολυχρησιμοποιούμενη έννοια της «κοινωνική συνοχής». Κοινωνική συνοχή σημαίνει ότι παρέχω το ελάχιστο δυνατόν ώστε να μην διαταράσσεται η κοινωνική ομαλότητα.
Β) Κοινωνική ασφάλιση
Για την κοινωνική ασφάλιση αναφέρεται η αρχή της κοινωνικής δικαιοσύνης αλλά και της ανταποδοτικότητας[49]. Διατηρείται ο δημόσιος, καθολικός και υποχρεωτικός χαρακτήρας του συστήματος αλλά η καθολικότητα περιορίζεται στους εργαζόμενους και τους «νόμιμα εγκατεστημένους μετανάστες»[50]. Το κράτος εγγυάται τη διατήρηση των «σημερινών κατωτάτων ορίων». Αποφεύγεται η υιοθέτηση της καθολικής κάλυψης του πληθυσμού και προτείνεται μια σειρά μέτρων για τον εξορθολογισμό του συστήματος[51].
Γ) Προστασία της υγείας
Οι προτάσεις αναφορικά με την προστασία της υγείας στηρίζονται σε τρεις άξονες. Οι δύο ρητοί που είναι:
Ø      Προσπάθεια αύξησης της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας του υπάρχοντος ΕΣΥ
Ø      Προσπάθεια επέκτασης του ΕΣΥ μέσω της ανάπτυξης της δημόσιας πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας
Και έναν άρρητο άξονα που είναι:
Ø      Ελεύθερη ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα στην παροχή υπηρεσιών υγείας[52].
Με άλλα λόγια προτείνεται η συνύπαρξη ενός δημόσιου αναβαθμισμένου ποιοτικά τομέα, με την ελεύθερη λειτουργία του ιδιωτικού τομέα. Δηλαδή, την ταυτόχρονη λειτουργία ενός μοντέλου καθολικής κάλυψης με ακραία νεοφιλελεύθερα στοιχεία στο σύνολό του[53].
Δ) Κοινωνική πρόνοια
Εδώ, η συζήτηση επικεντρώνεται στο ζήτημα του κοινωνικού αποκλεισμού[54]. Ο Δημήτρης Θάνος μιλά για ένα «σύγχρονο και αποτελεσματικό δίκτυο κοινωνικής φροντίδας που θα προσφέρει κάλυψη σε όλους τους πολίτες»[55]. Τα μέτρα ωστόσο που προτείνει είναι περισσότερα μέτρα εκσυγχρονισμού και εξορθολογισμού του υπάρχοντος συστήματος παρά καθολικές παροχές πρόνοιας[56]. Ως βάση των σύγχρονων πολιτικών πρόνοιας[57] αναφέρεται «η κοινωνία της πραγματικής αλληλεγγύης» που θα στηρίζεται σε ένα ολοκληρωμένο δίκτυο ασφαλείας, το οποίο όμως θα είναι επικεντρωμένο στους κοινωνικά αποκλεισμένους και σε όσους βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας. Ωστόσο το σύνολο των μέτρων που προτείνει έχουν νεοφιλελεύθερη χροιά[58].

Α) Αρχές
Θα περίμενε κανείς ότι οι αρχές της Νέας Δημοκρατίας θα προσέγγιζαν αυτές των νεοφιλελευθέρων. Ωστόσο αυτό δεν ισχύει. Μολονότι υπερτονίζει το ζήτημα της «υψηλής φορολογίας»[59] και θέτει ως κύριο στόχο της το τρίπτυχο «Εκπαίδευση-Ανταγωνισμός-Ανάπτυξη[60]», πολλές από τις προτάσεις της παραπέμπουν σε αξίες του Τρίτου Δρόμου ή και των συντηρητικών.
Ως κρίσιμες αρχές πολιτικής ορίζονται επίσης οι όροι της κοινωνικής αλληλεγγύης, της κοινωνικής δικαιοσύνης[61] και της κοινωνικής ευαισθησίας[62]. Τονίζεται ότι η συνοχή και η αλληλεγγύη της κοινωνίας αποτελούν μείζονα και επιτακτική προτεραιότητα. Επισημαίνεται ως αρνητική εξέλιξη η «συγκέντρωση ολοένα και περισσότερου πλούτου σε ολοένα και λιγότερους»[63]. Ωστόσο, «το κράτος πρόνοιας απευθύνεται κατά κύριο λόγο στις ευαίσθητες ομάδες του πληθυσμού»[64].
Β) Κοινωνική ασφάλιση
Οι προτάσεις της ΝΔ είναι πανομοιότυπες[65] με αυτές του ΠΑΣΟΚ. Προτείνεται ένα σύστημα τριών επιπέδων[66]. Ο χαρακτήρας του ασφαλιστικού πρέπει να παραμείνει αναδιανεμητικός, να στοχεύει στην κοινωνική αλληλεγγύη και η πολιτεία να έχει την κυρίαρχη ευθύνη[67]. Ενώ προκρίνεται ως σύνθημα το «Κανένας πολίτης ανασφάλιστος»[68].
Γ) Προστασία της Υγείας
Οι προτάσεις της Νέας Δημοκρατίας στον τομέα της προστασίας της υγείας στοχεύουν κυρίως στην αναβάθμιση του δημόσιου συστήματος παροχής υγειονομικών υπηρεσιών με επέκταση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και εξορθολογισμό του ΕΣΥ[69]. Όσον αφορά στη σχέση δημόσιου-ιδιωτικού στο ζήτημα της παροχής υγειονομικών υπηρεσιών, η ΝΔ ασκεί απλώς κριτική για την υπονόμευση του επιπέδου της δημόσιας παροχής υγείας[70], ενώ δεν έχει σαφή θέση για τη σχέση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Δ) Κοινωνική πρόνοια
 Οι προτάσεις της ΝΔ για τον κοινωνικό αποκλεισμό στοχεύουν στην «ενδυνάμωση», την «ενεργοποίηση», την εκπαίδευση και την κατάρτιση των αποκλεισμένων ατόμων. Θεωρείται επιθυμητή η μετάβαση από τις παθητικές στις ενεργητικές πολιτικές και η προώθηση ίσων ευκαιριών και δικαιωμάτων[71]. Επισημαίνεται βέβαια η ανάγκη για την εφαρμογή ενός ελαχίστου εγγυημένου εισοδήματος[72]. Ωστόσο βασική αρχή παραμένει ότι η κοινωνική πολιτική θα πρέπει να είναι επικεντρωμένη στις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού[73].

Α)Αρχές
Ο Συνασπισμός τίθεται υπέρ της οικονομικής ανάπτυξης χωρίς όμως φαινόμενα κοινωνικού αποκλεισμού. Στόχος είναι η πλήρης απασχόληση, η επέκταση της κοινωνικής προστασίας στο σύνολο του πληθυσμού με την παράλληλη εξασφάλιση ελαχίστου αξιοπρεπούς εγγυημένου εισοδήματος[74]. Από τις θέσεις του προκύπτει το αίτημα της ενίσχυσης του κράτους πρόνοιας και της καθολικοποίησης των παροχών του[75].
Β) Κοινωνική ασφάλιση
Ο Συνασπισμός προτείνει ένα σύστημα κοινωνικής ασφάλισης που θα βασίζεται σε δύο πυλώνες: την κύρια σύνταξη και την επικουρική. Ο δημόσιος χαρακτήρας του συστήματος έρχεται σε αντίθεση με την ιδιωτική ασφάλιση η οποία τίθεται εκτός του θεσμικού πλαισίου που διέπει το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης.
Γ) Προστασία της υγείας
Οι προτάσεις δεν διαφέρουν ουσιαστικά από αυτές των κομμάτων που προαναφέραμε. Είναι όμως εμφανής πρώτον, η έμφαση στον περιορισμό και τον «έλεγχο του παρασιτισμού» των υπηρεσιών του ιδιωτικού τομέα και η εναντίωση εισαγωγής κανόνων αγοράς στο σύστημα υγείας[76]. Επιδιώκεται η ισότιμη πρόσβαση σε υψηλής ποιότητας υπηρεσίες για όλο τον πληθυσμό χωρίς επιβάρυνση τη στιγμή της ανάγκης.
Δ) Κοινωνική πρόνοια
Προτείνεται η πλήρης θεσμοθέτηση των κοινωνικών δικαιωμάτων. Το δικαίωμα στην εργασία, στην κατοικία, στην υγεία, την φροντίδα, την εκπαίδευση, την επιμόρφωση και τον πολιτισμό. Επιδιώκεται η θεσμοθέτηση μιας Χάρτας κοινωνικών εγγυήσεων η οποία θα εγγυάται επίσης και το κοινωνικό εισόδημα με πλήρη κάλυψη από το κράτος[77].

Α) Αρχές
Οι πολιτικές προτάσεις του ΚΚΕ βασίζονται στις εξής αρχές:
Ø      Όχι στα κέρδη, ναι στην πολιτική «στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του».
Ø      Όχι στην δράση καπιταλιστικών επιχειρήσεων  στον τομέα των κοινωνικών υπηρεσιών[78].
Ø      Δημόσιες, δωρεάν, αναβαθμισμένες και καθολικές υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας[79].
Β) Κοινωνική πολιτική
Το ΚΚΕ δηλώνει ότι διεκδικεί δημόσια, καθολική και υποχρεωτική ασφάλιση, η οποία περιλαμβάνει συνταξιοδοτικά δικαιώματα, υπηρεσίες πρόληψης και αποκατάστασης της υγείας καθώς και παροχές και υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας[80].  Η κοινωνική ασφάλιση θεωρείται συνολική ευθύνη της κοινωνίας και του κράτους[81]. Συνεπώς, ζητείται η κατάργηση της ιδιωτικής επιχειρηματικής δραστηριότητας στον τομέα της υγείας και της πρόνοιας.
Το ΚΚΕ είναι το μόνο κόμμα που στρέφεται ενάντια στην παρουσία της ιδιωτικής πρωτοβουλίας στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής[82].
Αν και έχει μια δυσκολία στο να μιλήσει για «κατώτερο εγγυημένο εισόδημα», φαίνεται ότι το αποδέχεται αφού δηλώνει ότι: «Το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης καλύπτει πλήρως και εφ’ όρου ζωής όλον τον πληθυσμό»[83].

Α) Αρχές
Η ΓΣΕΕ δηλώνει ότι η αναπτυξιακή πολιτική πρέπει να συνδυάζει οικονομικούς και κοινωνικούς στόχους. Απαιτεί μια γενναία φορολογική μεταρρύθμιση έτσι ώστε να επιτευχθεί η αναδιανομή του πλούτου, να περιοριστούν οι κοινωνικές και οι οικονομικές ανισότητες και να επεκταθεί το κοινωνικό κράτος.[84]. Η ΓΣΕΕ αναγνωρίζει την ανάγκη τόνωσης της ανταγωνιστικότητας μέσω της τεχνολογικής καινοτομίας, της επαγγελματικής κατάρτισης και της εξειδίκευσης[85].
Β) Κοινωνική ασφάλιση
Επιδιώκεται η διαμόρφωση ενός συστήματος δύο πόλων:
Ø      Δημόσια ασφάλιση με τριμερή χρηματοδότηση
Ø      Κοινωνική σύνταξη με χρηματοδότηση από τους εργαζόμενους και τους εργοδότες[86].
Ο ρόλος της κερδοσκοπικής ασφάλισης δεν θεωρείται μέρος του συστήματος[87].
Β) Προστασία της υγείας
Ζητείται η αναμόρφωση του ΕΣΥ και ιδιαίτερα η αναβάθμιση:
Ø      της πρωτοβάθμιας περίθαλψης
Ø      της νοσοκομειακής περίθαλψης
Ø      της πρόληψης
Παράλληλα επιδιώκεται η διαχειριστική και διοικητική αυτοτέλεια της ασφάλισης υγείας και ο έλεγχος της κερδοσκοπικής παροχής υπηρεσιών υγείας[88].
Γ) Κοινωνική πρόνοια
Στα πλαίσια της ενίσχυσης των κοινωνικών παροχών, αναγνωρίζεται η ανάγκη της ενίσχυσης της πρόνοιας για τους ηλικιωμένους, τα άτομα που κινδυνεύουν με κοινωνικό αποκλεισμό καθώς και για τα άτομα με ειδικές ανάγκες[89].

Οι απόψεις του ΣΕΒ περιορίζονται στο ασφαλιστικό και στην απασχόληση. Δεν υπάρχουν απόψεις του Συνδέσμου για τις πολιτικές υγείας και πρόνοιας[90].
Ωστόσο, είναι εμφανής ο νεοφιλελεύθερος προσανατολισμός των προτάσεών του. Αναφορικά με την καταπολέμηση της ανεργίας, η έμφαση δίνεται στον ανταγωνισμό, τις ιδιωτικοποιήσεις, την εκπαίδευση και την κατάρτιση[91]. Τονίζεται επίσης η σημασία της μείωσης του μη μισθολογικού κόστους της εργασίας για την επίτευξη της ανταγωνιστικότητας[92]. Στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης η προτίμηση κλείνει προς το κεφαλαιοποιητικό σύστημα[93]. Για λόγους ωστόσο αδυναμίας της ελληνικής οικονομίας προτείνεται, προς το παρόν, ένας συνδυασμός αναδιανεμητικού και κεφαλαιοποιητικού συστήματος[94].
Ο Σύνδεσμος εκφράζει την αντίθεσή του σε οποιαδήποτε αύξηση της φορολόγησης[95].



Τα θέματα της κοινωνικής πολιτικής έχουν να κάνουν πρωτίστως με το τι κοινωνία θέλουμε[96]. Η μελέτη των αρχών και των μέτρων πολιτικής που προτείνουν οι παραπάνω φορείς μας οδηγούν στις εξής παρατηρήσεις:
1.      Η συζήτηση στη χώρα μας διεξάγεται κυρίως μέσω των αρχών δύο μοντέλων:
Ø      του νεοφιλελεύθερου, το οποίον φαίνεται μάλιστα να κυριαρχεί, κυρίως στις προτάσεις πολιτικής και δευτερευόντως στις εκπεφρασμένες αρχές, και
Ø      του μοντέλου του Τρίτου Δρόμου, το οποίο φαίνεται να έχει επηρεάσει ιδιαίτερα το ΠΑΣΟΚ.
Τόσο το συντηρητικό όσο και το κλασσικό σοσιαλδημοκρατικό δεν λαμβάνονται υπ’ όψη[97]. Ως παράδειγμα της κυριαρχίας των φιλελεύθερων αρχών θεωρούμε την χρήση της έννοιας της «κοινωνικής συνοχής» αντί της «παλαιότερης» έννοιας της κοινωνικής αλληλεγγύης που παραπέμπει σαφώς σε κάτι ευρύτερο και εμπεριέχει τον στόχο της αναδιανομής του εισοδήματος και της διασφάλισης της αξιοπρέπειας του ατόμου[98].
2.      Εάν παραβλέψουμε τις διακηρυγμένες αρχές και προσπαθήσουμε να συναγάγουμε τις αρχές των παραπάνω φορέων από τις προτάσεις κοινωνικής πολιτικής, το συμπέρασμα είναι το ίδιο. Δεν επιδιώκονται μέτρα αναδιανομής του εισοδήματος[99], αντιθέτως προωθούνται φορολογικές ελαφρύνσεις οι οποίες μάλιστα ευνοούν τα ανώτερα εισοδηματικά στρώματα[100]. Παρατηρείται μια εμμονή στην επικέντρωση των κοινωνικών παροχών ενώ επιδιώκεται η ιδιωτικοποίηση τους και ενίσχυση του εθελοντικού τομέα. Η εκπαίδευση και η κατάρτιση, οι ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης, θεωρούνται ως εκείνα τα μέτρα που θα αποτρέψουν φαινόμενα κοινωνικού αποκλεισμού. Μέτρα και ορολογία που μας παραπέμπουν στην υιοθέτηση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου.
3.      Από την άλλη ωστόσο δεν αμφισβητείται ο κυρίαρχος ρόλος του δημοσίου στην παροχή των παροχών κοινωνικής πρόνοιας, επιδιώκεται η αναβάθμιση των δημόσιων υπηρεσιών υγείας[101], και στο ασφαλιστικό δεν αμφισβητείται ο δημόσιος αναδιανεμητικός χαρακτήρας του συστήματος[102].
4.      Σε γενικές γραμμές η ΓΣΕΕ, ο Συνασπισμός και το ΚΚΕ προωθούν προτάσεις που εμπίπτουν στο κλασσικό σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο τονίζοντας μάλιστα την ανάγκη κατοχύρωσης των κοινωνικών δικαιωμάτων και την επέκταση του κοινωνικού κράτους στη χώρα μας. Μάλιστα ο Συνασπισμός και το ΚΚΕ είναι οι μόνοι που μιλούν για ένα εγγυημένο κοινωνικό εισόδημα[103].
5.      Εκτός ίσως από τη ΓΣΕΕ, στην συζήτηση δεν λαμβάνονται υπ’ όψη οι ιδιαίτερες ελληνικές συνθήκες. Αυτό, σε συνάφεια με την ασάφεια που χαρακτηρίζει τη χρήση των συγκεκριμένων αρχών οδηγεί από τη μια σε δυσκολία κατανόησης των αντίστοιχων θέσεων στο διάλογο[104] αλλά και σε μέτρα που έρχονται σε σύγκρουση με τις διακηρυγμένες αρχές. Το αποτέλεσμα είναι να μην υπάρχει μια συνολική συνεκτική πρόταση για την ανάπτυξη του κράτους πρόνοιας στην Ελλάδα[105].























[1] Για μια πιο αναλυτική παρουσίαση της μεθόδου βλ. Παράρτημα Ι.
[2] Η μελέτη των ανθρώπινων δράσεων, μας λέει ο Αρόν, αναφερόμενος στον Βέμπερ, ανάμεσα στ’ άλλα, «προσπαθεί να κάνει κατανοητό το σύστημα πίστεων και συμπεριφοράς... πώς ένας ορισμένος τρόπος  πίστης καθορίζει έναν ορισμένο τρόπο δράσης...». Και συνεχίζει: «...οι ιστορικές και κοινωνιολογικές επιστήμες θέλουν να εξηγήσουν αιτιακά και συνάμα να ερμηνεύσουν με κατανοητικό τρόπο.» Βλ. Ραϋμόν Αρόν, Η εξέλιξη της κοινωνιολογικής σκέψης, τόμος Β΄, εκδόσεις «Γνώση», Αθήνα, 1991, σελ. 288.
[3] Ένα μοντέλο, επισημαίνει ο Μακφέρσον, «αποτελεί μια θεωρητική κατασκευή με σκοπό την κατάδειξη και την ερμηνεία των πραγματικών σχέσεων, οι οποίες κρύβονται κάτω από τις επιφάσεις, μεταξύ των υπό μελέτη φαινομένων ή στο εσωτερικό τους.» Βλ. Κ. Μπ. Μακφέρσον, Η ιστορική πορεία της φιλελεύθερης δημοκρατίας, εκδόσεις «Γνώση», Αθήνα, 1994, σελ. 13. Τα μοντέλα είναι μια έννοια που προσομοιάζει ιδιαίτερα στους ιδεότυπους του Βέμπερ. Βλ. Ραϋμόν Αρόν, Η εξέλιξη της κοινωνιολογικής σκέψης, τόμος Β΄, ό.π. σελ. 298-302. Επίσης, Max Weber, Economy and Society, University of California Press, Berkeley, 1978, σελ. 3-22. Προτιμήσαμε τον όρο του μοντέλου από τον όρο ιδεολογία που χρησιμοποιούν οι Vic George και Paul Wilding στο βιβλίο τους Welfare and Ideology, Prentice Hall, 1994, διότι ο πρώτος όρος είναι πιο περιεκτικός αλλά και μας προσφέρει μεγαλύτερες δυνατότητες σύγκρισης και αντιπαράθεσης των ιδεολογιών καθώς και ελέγχου τους, στην προσπάθεια αντιπαράθεσής τους με τα πραγματικά αποτελέσματα, την ιστορική διαμόρφωση δηλαδή των πολιτικών πρόνοιας και των μέσων μέσω των οποίων αυτές υλοποιούνται. Η ιδεολογία όπως αναφέρουν οι συγγραφείς «είναι ένα σύνολο αξιών και πίστεων τις οποίες φέρουν τα άτομα, οι ομάδες και οι κοινωνίες και οι οποίες επηρεάζουν τη συμπεριφορά τους» (σελ. 5). Μια τέτοια προσέγγιση ωστόσο δεν μας δίνει τη δυνατότητα για μια κριτική αποτίμηση των συνεπειών αυτών των ιδεολογιών, δηλαδή την αντιπαράθεσή τους με τα πραγματικά αποτελέσματα των πολιτικών που προωθούν οι συγκεκριμένες ιδεολογίες στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής. Επίσης δεν μας επιτρέπει να δούμε πώς η ίδια η πραγματικότητα έχει αλλάξει αυτές τις ιδεολογίες καθώς σήμερα γίνεται κοινά αποδεκτό ότι σε συγκεκριμένα ζητήματα έχει υπάρξει μια προσέγγιση αυτών των ιδεολογιών.
Τα μοντέλα, όπως τονίζει και ο Γιώργος Σ. Κατρούγκαλος στο βιβλίο Το κοινωνικό κράτος της μεταβιομηχανικής εποχής, εκδόσεις Αντ.Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή, 1998, σελ. 111, 114, μας δίνουν  τη δυνατότητα να διαγνώσουμε τις αρχές που διέπουν την οργάνωση ενός συγκεκριμένου κοινωνικού κράτους –«για την κατανόηση των κανονιστικών πλευρών του κοινωνικού κράτους»– αλλά και τις «διαχρονικές» διαστάσεις του κράτους πρόνοιας, συμφωνώντας έτσι με τον Μακφέρσον.
Τον ρόλο των μοντέλων για την κατάθεση υποθέσεων αναφορικά με «τα ουσιώδη γνωρίσματα και τις διαδικασίες που αντιστοιχούν στην ανάπτυξη και εξέλιξη του Κράτους-Ευημερίας δυτικού τύπου» επισημαίνει και ο Γαβριήλ Αμίτσης στο κείμενο «Το ελληνικό σύστημα κοινωνικής πολιτικής: σύνδεση με την προβληματική του κράτους-ευημερίας», στο Τέσσα Δουλκέρη (επιμ.), Η κοινωνική ασφάλιση στην Ελλάδα, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 1993, σελ. 79. Στη συνέχεια μάλιστα επισημαίνει ότι για να ερευνήσουμε κατά πόσον ένα σύστημα κοινωνικής πολιτικής μπορεί να θεωρηθεί ότι εκπληρώνει τις αρχές της δικαιοσύνης θα πρέπει να κοιτάξουμε α) το επίπεδο του σχεδιασμού, β) το επίπεδο της ίδρυσης συστημάτων κοινωνικής προστασίας και έναρξης της λειτουργίας τους, γ) το επίπεδο εφαρμογής των συστημάτων αυτών, δ) το επίπεδο της αξιολόγησης της λειτουργίας τους.». Όπ.παρ., σελ 81.
[4] Τα μοντέλα εξετάζουν το τι είναι, τι θα μπορούσε να είναι ή τι θα έπρεπε να είναι μια συγκεκριμένη πολιτική. Έτσι, καθορίζουν τα όρια και την πιθανή εξέλιξη ενός συστήματος πράγμα απολύτως αναγκαίο για κάποιον που θέλει να σχεδιάσει μια κοινωνική πολιτική. Επιπλέον, και ίσως ακόμα πιο σημαντικό, καθορίζουν τι θα ανεχτούν οι άνθρωποι και ποιες θα είναι οι απαιτήσεις τους.
[5] Βλ. γιαυτό το ζήτημα Immanuel Wallerstein, After Liberalism, The Free Press, New York, 1995. Ο Κατρούγκαλος στο Το κοινωνικό κράτος της μεταβιομηχανικής εποχής, όπ.παρ. σελ. 63, σημειώνει χαρακτηριστικά τρεις απαντήσεις στο «κοινωνική ζήτημα»: τη φιλελεύθερη, τη σοσιαλιστική και την συντηρητική. Ο Yves Mény στο Συγκριτική πολιτική, τόμος Α΄, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 1995, διαχωρίζει τα κόμματα σε τρεις –κυρίως– κατηγορίες: Συντηρητικά, φιλελεύθερα, σοσιαλιστικά. Παρομοίως ο Vic George και ο Paul Wilding στο Welfare and Ideology, όπ.παρ., αναλύουν την επίδραση τριών κυρίως ιδεολογιών πάνω στην κοινωνική πολιτική. Βέβαια οι παραπάνω συγγραφείς αναφέρονται επίσης στον μαρξισμό [τον οποίο διαχωρίζουν από τον δημοκρατικό σοσιαλισμό, χωρίς να τεκμηριώνουν τον λόγο που τους οδηγεί σε αυτό] τον φεμινισμό αλλά και τους πράσινους. Θα μπορούσαμε εδώ να παραθέσουμε τον Ronald Meinardus: «Στο σύγχρονο κομματικό σύστημα υπάρχουν συντηρητικά, φιλελεύθερα και σοσιαλιστικά κόμματα –αν και η απαρίθμηση τέτοιων πολιτικών προσδιορισμών κάθε άλλο παρά πλήρης είναι, εάν αναλογισθεί κανείς τις οικολογικές, θρησκευτικές ή εθνικιστικές, για να αναφέρουμε μερικές μόνο, ομάδες... Παρ’ όλα αυτά, τα κεντρικής σημασίας κυρίαρχα πολιτικά ρεύματα, τα οποία, τόσο στο παρελθόν, όσο και σήμερα, διαμορφώνουν την πολιτική, είναι ο φιλελευθερισμός, ο συντηρητισμός και ο σοσιαλισμός.». Βλ. Ronald Meinardus, «Συντηρητισμός, φιλελευθερισμός, σοσιαλισμός –Εισαγωγή και Ορισμοί», στο Ευάγγελος Αραμπατζής κ.ά., Συντηρητισμός, φιλελευθερισμός, σοσιαλισμός. Τα βασικά πολιτικά ρεύματα και οι απαντήσεις τους στα φλέγοντα προβλήματα της εποχής μας, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα, 1992, σελ.13.
Να τι αναφέρει ο Wallerstein: «Η ιστορία της σύγχρονης εποχής, αναφορικά με την ιστορία των ιδεών στην πολιτική φιλοσοφία, είναι αρκετά οικεία. Συνοπτικά θα μπορούσαμε να την περιγράψουμε ως εξής: Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα αναδύθηκαν τρεις μεγάλες πολιτικές ιδεολογίες –ο συντηρητισμός, ο φιλελευθερισμός και ο σοσιαλισμός. Από τότε, οι τρεις τους (παρ’ όλες τις μεταλλαγές τους) βρίσκονται σε συνεχή διαπάλη η μία με την άλλη.» Wallerstein, όπ.παρ.,σελ. 72 (μετάφραση δική μου).
Επιπλέον, ο Άντονυ Γκίντενς στο Ο Τρίτος Δρόμος, η ανανέωση της σοσιαλδημοκρατίας, Πόλις Αθήνα, 1998, σελ. 26-30, ενώ μιλά για νεοφιλελευθερισμό, δεν παραλείπει να αναφερθεί στις διαφορές και τις διαμάχες μεταξύ της «νεοφιλελεύθερης» και της συντηρητικής οπτικής  (όπ.παρ., σελ. 31, 39) αναφορικά με τα ζητήματα της οικογένειας, των ναρκωτικών, της παγκοσμιοποίησης κ.ά.
[6] Το έργο με την μεγαλύτερη απήχηση όσον αφορά στην τυποποίηση των κρατών πρόνοιας είναι το Gosta Esping-Andersen, The Three Worlds of Welfare Capitalism, Polity Press, 1990, όπου ο συγγραφέας παρουσιάζει τα τρία μοντέλα καθεστώτων κοινωνικής πολιτικής: φιλελεύθερο, συντηρητικό-κορπορατιστικό, σοσιαλδημοκρατικό. Βλ. επίσης Θεόδωρος Σακελλαρόπουλος (επιμ.), Η μεταρρύθμιση του κοινωνικού κράτους, τόμος Α΄, εκδόσεις Κριτική, Αθήνα, 1999. Η Όλγα Στασινοπούλου στο Ζητήματα σύγχρονης κοινωνικής πολιτικής, Gutenberg, Αθήνα, 1999, σελ.39 αναφέρει: «Το έργο του Esping-Andersen σίγουρα σηματοδοτεί μια σημαντική στροφή στην ανάλυση της σύγχρονης κοινωνικής πολιτικής και την απαρχή ωρίμανσης της συγκριτικής κοινωνικής πολιτικής». Ωστόσο δεν διστάζει να αναφέρει τις αδυναμίες του συγκεκριμένου έργου τις οποίες εστιάζει κατά κύριο λόγο στην απουσία του φύλου ως παράμετρος τη ανάλυσης.
[7] Για μια παρουσίαση των αρχών του φιλελευθερισμού βλ. Παράρτημα ΙΙ.
[8] Βλ. Susan George, «Μια σύντομη ιστορία του νεοφιλελευθερισμού», Άρδην, τεύχος 22, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 1999, σελ. 48-52.
[9] Βλ. Vic George και Paul Wilding, Welfare and Ideology, όπ.παρ., σελ. 15.
[10] Ανιστορική, με την έννοια ότι δεν λαμβάνουν υπ’ όψη ούτε τις συνθήκες μέσα στις οποίες γεννήθηκε και έδρασε ο φιλελευθερισμός, ούτε βέβαια την ιστορική εξέλιξη και τον εμπλουτισμό του.
[11] Είναι γεγονός ότι η επίθεση ενάντια στο κράτος, και ιδιαίτερα το κράτος πρόνοια, είναι μια από τις βασικές πολιτικές αρχές των νεοφιλελεύθερων. Πολλοί απ’ αυτούς δεν διστάζουν να στραφούν εναντίον πολιτικών  επιδοτήσεων προς επιχειρήσεις νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων. Ο Milton Friedman χαρακτηριστικά δεν διστάζει να ταχθεί κατά των επιδοτήσεων των αεροπορικών εταιρειών ακόμα και αν αυτό έχει ως συνέπεια τον τερματισμό της λειτουργίας τους. Ακόμα και για την υπέρμετρη κινητοποίηση εναντίον της τρομοκρατίας είναι ενάντιος και θα προτιμούσε τα κονδύλια να αντλούνταν απλώς από τον τρέχοντα προϋπολογισμό. Παραθέτουμε χαρακτηριστικά το ερώτημα και την απάντηση:
«–Δηλαδή θα δεχόσαστε να παραλύσει η εναέρια κυκλοφορία των ΗΠΑ, για να τηρηθεί η καθαρότητα του καπιταλιστικού δόγματος;
–Γιατί όχι;» Βλ. «Μην αγγίζετε την ελεύθερη οικονομία», Καθημερινή, Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2001.
[12] Είτε υποτάσσοντάς την αγορά είτε ελέγχοντάς την. Βλ. Γιάννης Βούλγαρης, Φιλελευθερισμός, συντηρητισμός, κοινωνικό κράτος 1973-1990, εκδόσεις  Θεμέλιο, Αθήνα, 1994, σελ. 113.
[13] Βλ. Άντονυ Γκίντενς, Ο Τρίτος Δρόμος, όπ.παρ., σελ.27.
[14] Οι νεοφιλελεύθεροι θεωρούν ότι κάθε προσπάθεια με στόχο τον εξισωτισμό είναι αποτέλεσμα καταναγκασμού.
[15] Βλ. Christopher Pierson, Beyond the Welfare State? The New Political Economy of Welfare, Polity Press, 1998, σελ. 41, 45-46. Immanuel Wallerstein, The End of the World as We Know It, University of Minnesota Press, 1999, σελ. 97.
[16] Αντιθέτως, η αναδιανεμητικές λειτουργίες του κράτους πρόνοιας λειτούργησαν ως μηχανισμός χρηματοδότησης των μεσαίων τάξεων. Βλ. John Gray, Beyond the New Right: Markets, Government and the Common Environment, Routledge, London, 1993, σελ. 24. Την ίδια κριτική ασκεί και ο Γκίντενς, Ο Τρίτος Δρόμος, όπ.παρ., αλλά και ο Χριστοδουλάκης, «Κοινωνική πολιτική, δικαιοσύνη και αποτελεσματικότητα», Κοινωνία πολιτών, τεύχος 3, Φθινόπωρο 1999, 15-20.
[17] Βλ. Ροσέτος Φακιολάς, «Φιλελευθερισμός και κοινωνική πολιτική στην Ελλάδα», στο Ευάγγελος Αραμπατζής κ.ά., Συντηρητισμός, φιλελευθερισμός, σοσιαλισμός, όπ.παρ., σελ. 234.
[18] Για τους νεοφιλελεύθερους οι παροχές σε καμιά περίπτωση δεν συνιστούν κοινωνικό δικαίωμα, μια έννοια στην οποία αντιτίθενται.
[19] Η βασική κριτική ενάντια στο κράτος πρόνοιας εξαπολύθηκε από τους νεοφιλελεύθερους. Παρομοίως οι ίδιοι ήταν οι κύριοι υπαίτιοι για την καλλιέργεια της φιλολογίας περί «κρίσης» του. Κατά περίεργο –φαινομενικά– τρόπο βρήκαν συμμάχους σε αυτό κάποιους από τους μαρξιστές, οι οποίοι θεώρησαν ότι η κρίση του κράτους πρόνοιας θα «ξεσκεπάσει επιτέλους» τον ταξικό του χαρακτήρα. Για ανατροπή του «ταξικού» χαρακτήρα του κράτους πρόνοιας μιλούσαν και οι νεοφιλελεύθεροι από την... ανάποδη. Αυτοί το θεωρούσαν έρμαιο της εργατικής και της μεσαίας τάξης. Γενικότερα για την νεοφιλελεύθερη ιδεολογία και την κριτική της προς το κράτος πρόνοιας υπάρχει ευρεία βιβλιογραφία. Βλ. Αραμπατζής, Συντηρητισμός, φιλελευθερισμός, σοσιαλισμός, όπ.παρ. George και Wilding, Welfare and Ideology, όπ.παρ. Βούλγαρης, Φιλελευθερισμός, συντηρητισμός, κοινωνικό κράτος, όπ.παρ. Σακελλαρόπουλος, Η μεταρρύθμιση του κοινωνικού κράτους, όπ.παρ. Όλγα Στασινοπούλου, Κράτος πρόνοιας, ιστορική εξέλιξη-σύγχρονες θεωρητικές προσεγγίσεις, Gutenberg, Αθήνα, 1997, σελ. 79-91. Κατρούγκαλος, Το κοινωνικό κράτος της μεταβιομηχανικής εποχής, όπ.παρ., σελ. 132-156.
[20] Εφόσον η μονοπωλιακή παροχή υπηρεσιών δεν επιτρέπει στα άτομα να εξασκήσουν το δικαίωμα της επιλογής, όχι μόνον παύει να είναι ο κύριος φορέας παροχής υπηρεσιών αλλά σταδιακά παραχωρεί τη θέση του σε άλλους φορείς της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Το κράτος παραμένει ως φορέας παροχής μόνον όπου είναι πολύ ακριβή ή είναι μη πρακτική η παροχή κοινωνικών υπηρεσιών από την ιδιωτική πρωτοβουλία..
[21] Ο Τζωρτζής Παγουλάτος στο «Νεοφιλελευθερισμός και φιλελεύθερη παράδοση στις ΗΠΑ απέναντι στο κοινωνικό ζήτημα» στο βιβλίο Μανόλης Αγγελίδης κ.ά., Ο Φιλελευθερισμός και το κοινωνικό ζήτημα, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα, 1993, σελ. 165-166, σωστά κατά τη γνώμη μου, αναφέρει ότι για τους νεοφιλελεύθερους «ο κύριος σκοπός μιας πολιτικής κοινωνικής πρόνοιας δεν είναι το να μοιράζει χρήματα στους έχοντες την ανάγκη της, εφόσον μόνο αυτά δεν αρκούν για να δώσουν την ευτυχία στους παραλήπτες της. Ο κύριος σκοπός μιας ορθής πολιτικής κοινωνικής πρόνοιας... είναι να παρέχει στους παραλήπτες της τις προϋποθέσεις που θα τους επιτρέψουν και θα τους ενθαρρύνουν να αναπτύξουν την πρωτοβουλία τους ώστε να ανακαλύψουν οι ίδιοι την ευτυχία μέσα στον εαυτό τους». Οι Vic George και Paul Wilding, Welfare and Ideology, ό.π., σελ.38, αναφέρουν αναφορικά με την νεοφιλελεύθερη λογική ότι «... ο ρόλος του κράτους θα πρέπει να είναι αυτός της ενδυνάμωσης μάλλον παρά αυτός του παρέχοντος παροχές. Θα πρέπει να ενδυναμώνει με την έννοια ότι ενδυναμώνει τους ανθρώπους να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους είτε, εάν είναι αναγκαίο, μέσω κουπονιών ή χρηματικής βοήθειας είτε ενισχύοντας τους εθελοντικούς και ιδιωτικούς φορείς παροχής υπηρεσιών για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των ανθρώπων». Θα λέγαμε ότι από το σύνολο της βιβλιογραφίας αλλά και της νεοφιλελεύθερης φιλοσοφίας προκύπτει ότι υπερτερεί η λογική της ενδυνάμωσης και όχι αυτή της παροχής χρημάτων. Στον τομέα της ανεργίας π.χ., έμφαση δίνεται στην δια βίου μάθηση και στην κατάρτιση και όχι στην αύξηση των επιδομάτων ανεργίας.
[22] Βλ. Susanne MacGregor, «Welfare, Neo-Liberalism and New Paternalism», Capital & Class, τεύχος 67, Άνοιξη 1999, σελ. 95.
[23] Χαρακτηριστικά στο βιβλίο του Πέραν της αριστεράς και της δεξιάς, το μέλλον της ριζοσπαστικής πολιτικής, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα, 1999, σελ. 35 αναφέρει: «Το κράτος πρόνοιας υπήρξε σχεδόν αναποτελεσματικό προκειμένου είτε να καταπολεμήσει τη φτώχεια είτε να παραγάγει ανακατανομές μεγάλης κλίμακας  στο εισόδημα ή τον πλούτο... Οι γραφειοκρατίες του κράτους πρόνοιας έτειναν να γίνουν άκαμπτες και απρόσωπεςֹ η εξάρτηση από την πρόνοια είναι πιθανώς κατά ένα μέρος ένα πραγματικό φαινόμενο...»
[24] Ο Γκίντες θεωρεί πολλές από τις απόψεις της κλασσικής σοσιαλδημοκρατίας έγκυρες και ηθικά επιθυμητές. Βλ. Γκίντενς, Ο Τρίτος Δρόμος, όπ.παρ., σελ. 137. Για μια παρουσίαση των αρχών της κλασσικής σοσιαλδημοκρατίας βλ. Παράρτημα ΙΙ.
[25] Ο Γκίντενς θεωρεί ότι η κλασσική σοσιαλδημοκρατία θεωρούσε δευτερεύουσας σημασίας την παραγωγή πλούτου και επέμενε κυρίως στην οικονομική ασφάλεια και την αναδιανομή. Βλ. Γκίντενς, Ο Τρίτος Δρόμος, όπ.παρ., σελ. 139. Θα πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι αυτή η άποψη είναι μάλλον παράδοξη. Αντιθέτως, η κύρια άποψη στη βιβλιογραφία είναι ότι ένα κοινό στοιχείο των φιλελεύθερων με τους σοσιαλιστές είναι η έμφασή τους στην οικονομική μεγέθυνση ως μέσου για την επίτευξη της μεγαλύτερης ευτυχίας και προόδου. «Ενάντια στην φιλελεύθερη ορθοδοξία [οι σοσιαλδημοκράτες] ισχυρίζονταν... ότι η βέλτιστη οικονομική αποτελεσματικότητα θα πρέπει να βασίζεται αναγκαστικά στα κοινωνικά δικαιώματα και στην ισότητα», Esping-Andersen και Van Kersbergen, «Contemporary Research on Social Democracy», όπ.παρ., σελ.189. Παρομοίως ο Christopher Pierson στο Beyond the Welfare State? όπ.παρ., σελ. 23, επισημαίνει ότι «οι [κλασσικοί] σοσιαλδημοκράτες ισχυρίζονται ότι η καλύτερη μέθοδος για να επέλθει η περαιτέρω κοινωνική πρόοδος... , στην πραγματικότητα η μόνη μέθοδος, [είναι] μέσω συνεχούς προώθησης της (καπιταλιστικής) οικονομικής μεγέθυνσης».
[26] Βλ. Άντονυ Γκίντενς, Ο Τρίτος Δρόμος, ό.π., σελ. 140.
[27] Βλ. Άντονυ Γκίντενς, Ο Τρίτος Δρόμος, ό.π., σελ. 139.
[28] Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τις προτάσεις του Τρίτου Δρόμου για την κοινωνική πολιτική ως σοσιαλδημοκρατικό νεοφιλελευθερισμό. Βασικό γνώρισμα των προτάσεων του Τρίτου Δρόμου είναι από τη μια η απόλυτη ταύτισή τους με τις νεοφιλελεύθερες οπτικές και από την άλλη η παρουσίαση κλασσικών σοσιαλδημοκρατών αρχών ως  καινοφανείς απόψεις του Τρίτου Δρόμου. Η Susanne MacGregor αναφέρει ότι ο Γκίντενς «Αποδέχεται τις ορθοδοξίες του φιλελευθερισμού αλλά ελπίζει στην  επανασυναρμολόγηση της κοινωνίας μέσα από ένα μίγμα παρότρυνσης και παρέμβασης στις ζωές των φτωχών ή των παρεκκλινόντων –παραπτωματικών». Βλ. Susanne MacGregor, «Welfare, Neo-Liberalism and New Paternalism», όπ.παρ., σελ. 95.  Η επιδίωξη της ισότητας, ο εκδημοκρατισμός των θεσμών, ο διεθνισμός, υπήρξαν βασικές αρχές των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων. Η σχέση του Τρίτου Δρόμου με τον νεοφιλελευθερισμό θυμίζει –με μεγάλες διαφορές βέβαια– τη σχέση της κλασσικής σοσιαλδημοκρατίας με τον κλασσικό φιλελευθερισμό. Η σοσιαλδημοκρατία αποτέλεσε ένα παρακλάδι του φιλελευθερισμού και βασικά δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να αναλύσει ορθολογικά τα δόγματά του, να καταδείξει τις αντιφάσεις τους και τραβώντας τις αρχές του στα άκρα να καταλήξει να διαμορφώσει ένα διαφορετικό πολιτικό πρόγραμμα. Σήμερα, ο Τρίτος Δρόμος αποτελεί και πάλι μια προσπάθεια απάντησης στο νεοφιλελευθερισμό. Τελικά όμως αυτός που θέτει το πλαίσιο μέσα στο οποίο διαμορφώνεται η ιδεολογική συζήτηση είναι ο νεοφιλελευθερισμός. Τα βασικά δόγματα του τελευταίου –η αγορά ως δημιουργός πλούτου, ο ανταγωνισμός, ο ατομικισμός- δεν αναιρούνται. Ωστόσο παραμένει μια βασική διαφορά: ο Τρίτος Δρόμος δεν αποδέχεται την εξάλειψη του κράτους πρόνοιας που προτείνει ο νεοφιλελευθερισμός.
 Η MacGregor είναι αρκετά αποκαλυπτική στην κριτική της. «Ο Τρίτος Δρόμος», τονίζει, «προσφέρει έναν συμβιβασμό μεταξύ του κράτους πρόνοιας και του νεοφιλελευθερισμού, με στόχο την εναρμόνιση μιας αποδοτικής και καλά λειτουργούσας οικονομίας και της κοινωνικής συνοχής... βασίζεται στην οικονομική μεγέθυνση για να εξαγοράσει τους σχετικά εύπορους και να εκταμιεύσει πόρους για τις κοινωνικές παρεμβάσεις στοχευμένες σε περιοχές και ομάδες όπου η δυσαρέσκεια απειλεί να αποσταθεροποιήσει τις επιχειρήσεις». MacGregor, «Welfare, Neo-Liberalism, and New Paternalism», όπ.παρ. Από εδώ βέβαια προκύπτει και το ανέφικτο της πρότασής του. Όπως τονίζει και ο Νίκος Μουζέλης στο Για έναν εναλλακτικό Τρίτο Δρόμο, ό.π., σελ. 94-95, «... τέτοιες μεταρρυθμίσεις συνεπάγονται μια αύξηση του κόστους εργασίας και επομένως υπονομεύουν την ανταγωνιστική θέση της χώρας στην παγκόσμια οικονομία... η θετική κοινωνική πρόνοια, παρότι επιθυμητή, είναι ακόμα ακριβότερη από την πιο συμβατική “αρνητική” κοινωνική πρόνοια».
[29] Άντονυ Γκίντενς, «Ο “Τρίτος Δρόμος” δικαιώνεται», Καθημερινή, 17 Ιουνίου 2001.
[30] Συνεπώς διαφοροποιείται απόλυτα από την έννοια της ισότητας στην κλασσική σοσιαλδημοκρατία. Αντιστοίχως, η ανισότητα ορίζεται ως αποκλεισμός και όχι εισοδηματικά. Η ανισότητα συνεπάγεται τον αποκλεισμό του πολίτη από την απόλαυση των ευκαιριών στην οικονομική, πολιτική και κοινωνική ζωή. Βλ. Γκίντενς, Ο Τρίτος Δρόμος, όπ.παρ., σελ.143-144.
[31] Όπ.παρ. Βέβαια λίγο παρακάτω αυτό ανατρέπεται αφού ο Γκίντενς αναφέρει: «Σε μια κοινωνία όπου η εργασία εξακολουθεί να παίζει κεντρικό ρόλο για την αυτοεκτίμηση και το επίπεδο ζωής του καθενός, η πρόσβαση σε μια εργασιακή θέση αποτελεί βασικό πεδίο εντός του οποίου επενεργεί η ευκαιρία». Με πιο απλά λόγια, το δικαίωμα στην πλήρη απασχόληση.
[32] Μια συμβουλή ενδέχεται να αποδειχτεί πολύ πιο πολύτιμη από μια οικονομική ενίσχυση. Βλ. Γκίντενς, Ο Τρίτος Δρόμος, όπ.παρ., σελ. 164.
[33] Όπ. παρ. Ο Γκίντενς, στο βιβλίο του Πέραν της αριστεράς και της δεξιάς, όπ.παρ., σελ. 35-36, αναφέρει τα εξής:
Ø       Όχι στη διανομή εισοδημάτων από τα πάνω – τα μέτρα πρόνοιας πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα να κάνει κανείς κάτι.
Ø       Τα μέτρα δεν πρέπει να στοχεύουν στην καταπολέμηση της κοινωνικής πόλωσης.
Ø       Αναδόμηση της κοινωνικής αλληλεγγύης αλλά στο τοπικό επίπεδο.
[34] Η διανομή επιδομάτων είναι μια διαδικασία στην οποία προχωρεί το κράτος μόνον στο βαθμό που δεν είναι αποτελεσματική η καλλιέργεια του ανθρώπινου δυναμικού. «Εκπαίδευση και κατάρτιση είναι οι νέες μαγικές λέξεις των σοσιαλδημοκρατών». Βλ. Γκίντενς, όπ.παρ., σελ 153 (δική μου μετάφραση).
[35] Lothar Döhn και Claus Fritzsche, Φιλελευθερισμός, συντηρητισμός, όπ.παρ., σελ.83.
[36] Βλ. Wallerstein, After Liberalism, όπ.παρ., σελ.75, 77.
[37] Βλ. Θανάσης Διαμαντόπουλος, «Ο συντηρητισμός: εκφράσεις, τάσεις, ρεύματα», στο Αραμπατζής κ.ά., Συντηρητισμός, φιλελευθερισμός, σοσιαλισμός, όπ.παρ., σελ. 112-115.
[38] Βλ. Wallerstein, After Liberalism, όπ.παρ., σελ. 81.
[39] Η στάση των συντηρητικών απέναντι στο κράτος δεν παραμένει σταθερή. Φυσικά οι συντηρητικοί ήταν ενάντιοι στο κράτος που γεννήθηκε από την Γαλλική Επανάσταση την οποία μάλιστα κατηγόρησαν για άκρατο κρατισμό. Μετά όμως από τις επαναστάσεις του 1848, το κράτος αναγνωρίζεται ως ένα βασικό όργανο για την διατήρηση της παραδοσιακής τάξης, της εθνικής ενότητας και της ατομικής αξιοπρέπειας ενάντια σε εκείνες τις δυνάμεις που θα κατέστρεφαν τις παραδοσιακές βάσεις των συντηρητικών: τον φιλελευθερισμό, την δημοκρατία και την ελεύθερη αγορά. Βλ. Gøsta Esping-Andersen, The Three Worlds of Welfare Capitalism, όπ.παρ., σελ. 41. Ωστόσο, στην πορεία, οι συντηρητικοί συμμάχησαν με τους φιλελεύθερους μπροστά στον κίνδυνο των λαϊκών εξεγέρσεων. «Το κράτος γενικά έγινε... σύμβολο όχι μόνο εξουσίας αλλά της ενότητας και της εξασφάλισης, αντικείμενο λατρείας, όπως η ελπίδα για διαρκή διατήρηση των κοινωνικών θέσεων κυριαρχίας ενάντια στις πυροδοτούμενες από τα κάτω μάζες». Döhn και Fritsche, Φιλελευθερισμός-Συντηρητισμός, όπ.παρ., σελ. 87. [Παρ’ όλη την ατυχή μετάφραση το νόημα είναι, ελπίζω, καθαρό]. Θα πρέπει εδώ να επισημάνουμε ότι οι συντηρητικοί συχνά συγχέονται με τους φιλελεύθερους λόγω του γεγονότος ότι είναι υπέρ της προστασίας της ιδιοκτησίας. Ωστόσο, οι συντηρητικοί είναι υπέρ της ιδιοκτησίας όχι από την οπτική του ατομικισμού, στον οποίο η συντηρητική σκέψη ήταν πάντα αρνητική, αλλά  ως στοιχείο «που αντιπροσωπεύει τη συνέχεια και έτσι υπηρετεί ως θεμέλιο της οικογενειακής ζωής, της εκκλησίας και άλλων φορέων κοινωνικής αλληλεγγύης». Βλ. Wallerstein, After Liberalism, όπ.παρ., σελ. 87.
[40] Φυσικό είναι οι συντηρητικοί να παίξουν αυτό τον ρόλο, προσπαθώντας έτσι να καρπωθούν την  αποτυχία των φιλελεύθερων οικονομικών πολιτικών, οι οποίες οδήγησαν αναπόφευκτα σε φαινόμενα που δεν μπορούσε να τα προβλέψει –αλλά και να τα ελέγξει– ο πρώιμος φιλελευθερισμός: υπερσυγκέντρωση των μέσων παραγωγής, δημιουργία των μονοπωλίων, αύξουσα εξαθλίωση των εργατικών μαζών. Επιπλέον, οι φιλελεύθεροι, λόγω της ιδεολογικής αποστροφής τους προς το κράτος, δίσταζαν να προχωρήσουν σε μέτρα που θα διεύρυνα τις εξουσίες του.
Επιπλέον, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος με την μαζική χρήση των πολιτών στα χαρακώματα των μετώπων υπήρξε επίσης μια καταλυτική εμπειρία που ενίσχυσε υπέρμετρα τα αισθήματα του ανήκειν σε μία κοινότητα, σε μια εθνική ενότητα και συνεπώς καλλιέργησε τα αισθήματα αλληλεγγύης. Αλλά και η ανάγκη να κινητοποιηθούν και να χρησιμοποιηθούν όλοι οι πόροι του έθνους για ένα κοινό σκοπό έπαιξαν καταλυτικό ρόλο τόσο στην επέκταση του δικαιώματος ψήφου όσο και στην επέκταση των κοινωνικών υπηρεσιών. Όχι τυχαία αυτά τα συναισθήματα εκφράστηκαν για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης όπου για πρώτη φορά εφαρμόστηκε η μαζική συμμετοχή του λαού στο στρατό: εκεί όλοι «έπρεπε να απευθύνουν έκκληση στο καινούργιο πνεύμα που κατ’ αρχάς έδωσε την δυνατότητα σε αυτό το καινούργιο πνεύμα να υπάρξει: το πνεύμα της εθελοντικής προσπάθειας, του πατριωτισμού, του αυθόρμητου ενδιαφέροντος για την υπεράσπιση της χώρας –του στρατιωτικού κοινού αλλά και του κοινωνίας των πολιτών– το πνεύμα του έθνους». Βλ. Otto Hintze, «Military Organization and the Organization of the State» στο John A. Hall (επιμ.), The State: Critical Concepts, volume I, Routledge, 1994.σελ. 197 (μετάφραση δική μου). Ο Otto Hintze αφήνει μάλιστα να διαφανεί ότι η Πρωσία και η Γερμανία –καθότι ηπειρωτικές δυνάμεις– αναγκάστηκαν να περάσουν ήδη από το 1871 στην μαζική στρατολόγηση των κληρωτών εν αντιθέσει με τη Μεγάλη Βρετανία η οποία δεν είχε παρόμοιες ανάγκες και ποτέ δεν προχώρησε σ’ αυτό το μέτρο. Ο Esping-Andersen στο The Three Worlds of Welfare Capitalism, ό.π., σελ. 40, τονίζει ότι ο Μπίσμαρκ σκεφτόταν  «να θεσπίσει το δικαίωμα... στην εργασία ως αναπόσπαστο στοιχείο του οράματός του Sodaten der Arbeit: εργάτες ως στρατιώτες σε μια οικονομία που λειτουργούσε όπως ο στρατός». Όχι τυχαία λοιπόν ήταν ο Μπίσμαρκ αυτός που έμεινε στην ιστορία για την εγκαθίδρυση των πρώτων θεσμών κοινωνικής πολιτικής και ήταν αυτούς τους θεσμούς που μελέτησε ο Beveridge, με την επίσκεψή του στη Γερμανία το 1907,  για  να διαμορφώσει το δικό του σχέδιο κοινωνικής πολιτικής. Αναφορικά με τον ρόλο των συντηρητικών στη διαμόρφωση του κράτους πρόνοιας Βλ. Esping-Andersen, όπ.παρ., σελ. 38-41, George και Wilding, Welfare and Ideology, όπ.παρ., σελ. 46-48. Ο Γκίντενς στο Ο Τρίτος Δρόμος, όπ.παρ., σελ. 155 επισημαίνει ότι «οι κυρίαρχες ομάδες που οργάνωσαν το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης... απεχθάνονταν την οικονομία του laissez faire όσο και τον σοσιαλισμό».
[41] Βλ. Esping-Andersen, The Three Worlds of Welfare Capitalism, όπ.παρ., σελ 59, George και Wilding, Welfare and Ideology, όπ.παρ., σελ. 48.
[42] Βλ. George και Wilding, Welfare and Ideology, ό.π., σελ. 53-54. Να σημειώσουμε εδώ ότι η έννοια της ατομικής υπευθυνότητας διαφέρει κατά πολύ από την αντίστοιχη νεοφιλελεύθερη. Για τους νεοφιλελεύθερους η έννοια συνδέεται στενά με τον ανταγωνισμό και τον ατομικισμό. Αντίθετα οι συντηρητικοί δεν βλέπουν να υπάρχει κάποια πρόβλημα όταν ο πολίτης προστρέχει στο κράτος για να του παράσχει τα μέσα για μια υπεύθυνη και αξιοπρεπή κοινωνική ζωή. Η υπευθυνότητα νοείται εδώ περισσότερο ως αξιοπρέπεια και οι συντηρητικοί θεωρούν ότι οι δυνάμεις της αγοράς μάλλον αποτρέπουν τα άτομα από μια υπεύθυνη στάση ζωής. Γι’ αυτό και το κράτος πρόνοιας πρέπει να τους συντρέξει.
[43] Όπ.παρ., σελ. 53-57.
[44] Για τους τρεις τομείς της κοινωνικής προστασίας βλ. Γαβριήλ Αμίτσης, «Νομικά προβλήματα ρύθμισης και εφαρμογής ενός κατώτατου εισοδήματος στο ελληνικό σύστημα κοινωνικής ασφάλειας», Ελληνική δικαιοσύνη, τόμος 33ος, 1992. Επίσης, Γαβριήλ Αμίτσης, Αρχές οργάνωσης και λειτουργίας του συστήματος κοινωνικής πρόνοιας, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 2001, σελ. 98. Πέτρος Σταθόπουλος, Κοινωνική πρόνοια, μια γενική θεώρηση, εκδόσεις «Έλλην», Περιστέρι, 1999. Κοντιάδης, Η κοινωνική διοίκηση στην Ελλάδα, εκδόσεις Αντ.Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή, 1997, σελ. 35-36.
[45] Στις απόψεις του ΠΑΣΟΚ, εντάσσονται βέβαια και οι απόψεις της κυβέρνησης. Μια μελέτη των αντίστοιχων κειμένων αλλά και των μέτρων που ανακοινώνονται κατά καιρούς από την κυβέρνηση τα δύο τελευταία χρόνια δείχνει την πλήρη αντιστοιχία που υπάρχει μεταξύ των συζητήσεων και των θέσεων του ΠΑΣΟΚ με τα μέτρα και τις κατά καιρούς ανακοινώσεις της κυβέρνησης.
[46] Βλ. ΠΑΣΟΚ, απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής για τις πολιτικές θέσεις για το 6ο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, Αθήνα, Σεπτέμβριος 2001, σελ.17. Επίσης, Κώστας Σημίτης, Προγραμματικές δηλώσεις του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη στη βουλή στις 22 Απριλίου 2000, όπου δήλωνε ότι οι τρεις κύριες αρχές της πολιτικής του θα είναι «Ανάπτυξη-Απασχόληση-Μείωση των ανισοτήτων και της ανεργίας».
[47] Η έννοια «αυτοδύναμο» υποδηλώνει ότι το κοινωνικό κράτος δεν θα «τρέφεται από τα περισσεύματα του προϋπολογισμού» αλλά από τα πλεονάσματά του. Αυτό το συμπέρασμα εξάγεται αβίαστα και από τις παρατηρήσεις στην εισήγηση του Κώστα Σκανδαλίδη στη 2η Πανελλήνια Συνδιάσκεψη του ΠΑΣΟΚ, όπου μιλά για ένα κοινωνικό κράτος «αυτόνομο... Ο κοινωνικός προϋπολογισμός που το στηρίζει να είναι αυτόνομος και επαρκής, τόσο στο μέρος των εθνικών πόρων όσο και στο μέρος των επενδυτικών προγραμμάτων». Βλ. ΠΑΣΟΚ, 2η Πανελλήνια Συνδιάσκεψη, Σύγχρονο κοινωνικό κράτος, Αναμόρφωση του ΕΣΥ, Σύγχρονες πολιτικές πρόνοιας, Αθήνα, Νοέμβριος 2000, σελ. 39.
[48] Η έννοια παραγωγικό παραπέμπει ευθέως στην άποψη του Τρίτου Δρόμου περί «κοινωνικού κράτους επενδύσεων». Ως πρωτεύον στόχος αυτού του κράτους τίθεται η οικονομική ανάπτυξη και ακολουθεί ο στόχος της κοινωνικής συνοχής, στοιχεία που όπως αναφέρουμε χαρακτηρίζονται κεντρικά στην οπτική του Τρίτου Δρόμου. Βλ. ΠΑΣΟΚ, Απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής για τις πολιτικές θέσεις για το 6ο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, όπ.παρ., σελ. 18.
[49]Βλ. ΠΑΣΟΚ, Απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής για τις πολιτικές θέσεις για το 6ο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, όπ.παρ. σελ. 32. Η χρήση των όρων είναι τουλάχιστον αμφίσημη. Η «κοινωνική δικαιοσύνη» συνεπάγεται:
Ø       Εγγυήσεις για την διατήρηση των σημερινών κατωτάτων ορίων των συντάξεων για τους εργαζομένους.
Ø       Στήριξη και σταδιακή ενίσχυση των κατωτέρων και κατωτάτων συντάξεων
Ø       Κατάργηση των κοινωνικά άδικων και άνισων όρων συνταξιοδότησης. Όπ.παρ., σελ. 33.
Επίσης δεν ξεκαθαρίζεται πώς ακριβώς θα λειτουργεί το ανταποδοτικό σκέλος της ασφάλισης. Στην εφημερίδα Το Βήμα 11/11/2001 αναφέρεται ότι στο σχέδιο της μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού που επεξεργάζεται η κυβέρνηση θα καθιερώνεται κεφαλαιοποιητικό σύστημα επικουρικής ασφάλισης. Μιλώντας ως πρόεδρος της ΓΣΣΕ, ο Χρ. Πολυζωγόπουλος, προτείνει και αυτός τη θεσμοθέτηση κεφαλαιοποιητικούς συστήματος επικουρικής ασφάλισης, ενάντια στις μέχρι σήμερα πάγιες θέσεις της ΓΣΕΕ. «ΧΡ. Πολυζωγόπουλος: Λύσεις τώρα στο ασφαλιστικό», Καθημερινή, 25/11/2001. Για τις θέσεις της ΓΣΕΕ βλέπε παρακάτω.
[50] Όπ.παρ.
[51] Βλ. Κώστας Σημίτης, δηλώσεις του πρωθυπουργού για το ασφαλιστικό προς τους δημοσιογράφους, 19/03/2001. Βλέπε επίσης Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος, 19/03/2001. Οι συγκεκριμένες προτάσεις όπως είναι γνωστό αποσύρθηκαν μετά από τις κινητοποιήσεις που ξεσήκωσαν. Ωστόσο σκιαγραφούν σε γενικές γραμμές τον γενικό προσανατολισμό της κυβέρνησης αναφορικά με το ασφαλιστικό.
[52] Πράγματι στο ΠΑΣΟΚ, απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής για τις πολιτικές θέσεις για το 6ο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, ό.π., δεν γίνεται καμιά απολύτως αναφορά για την σχέση του ΕΣΥ με τον ιδιωτικό τομέα, που όπως είναι γνωστόν στην Ελλάδα τείνει να πλησιάσει σε δαπάνες τον δημόσιο. Αυτό βέβαια έρχεται σε σύγκρουση με την πολιτική του Τρίτου Δρόμου όπου επιδιώκεται μέσω της αναβάθμισης του δημόσιου τομέα παροχών υγείας να προσελκυστούν σ’ αυτόν τα μεσαία και τα ανώτερα στρώματα, για να αποκτήσει καθολικότητα. Το αίτημα της καθολικότητας φαίνεται να έχει εγκαταλειφθεί πλήρως στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ.
Ο υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας Αλέκος Παπαδόπουλος είχε βέβαια τονίσει ότι ένα από τα προβλήματα του υγειονομικού μας συστήματος είναι «η ταχύτατη και ανεξέλεγκτη ανάπτυξη και λειτουργία του ιδιωτικού τομέα υγείας». Ωστόσο, εκτός από μια μικρή αναφορά στο «σημερινό απαράδεκτο φαινόμενο του παράνομου ιδιωτικού ιατρείου» το οποίο πρέπει να παύσει, δεν αναφέρει κάποιο άλλο μέτρο αναφορικά με το ζήτημα της σχέσης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στην παροχή υπηρεσιών υγείας. Βλ. Αλέκος Παπαδόπουλος, εισήγηση στο ΠΑΣΟΚ, 2η Πανελλήνια Συνδιάσκεψη, Σύγχρονο κοινωνικό κράτος, Αναμόρφωση του ΕΣΥ, Σύγχρονες πολιτικές πρόνοιας, όπ.παρ., σελ.21 και 27. Να υπενθυμίσουμε ότι ο νόμος 1397/83 βασίστηκε στη αρχή ότι «η υγεία είναι κοινωνικό αγαθό και πρέπει να παρέχεται με ευθύνη του κράτους στο σύνολο του πληθυσμού». Βλ. Μ. Θεοδώρου και Μ. Μητροσύνη, Υπηρεσίες Υγείας/Νοσοκομείο. Ιδιοτυπίες και προκλήσεις, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, 1999, σελ.36. Ο νόμος στρεφόταν ενάντια στον ιδιωτικό τομέα αφού, μεταξύ άλλων, απαγόρευσε ρητά την «ανέγερση νέων ιδιωτικών κλινικών» και όριζε «την πλήρη και αποκλειστική απασχόληση των γιατρών που υπηρετούν στις υπηρεσίες του ΕΣΥ», με αποτέλεσμα «την σημαντική υποχώρηση του ιδιωτικού νοσοκομειακού τομέα». Βλ. Γιάννης Κυριόπουλος και Δημήτρης Νιάκας, Η χρηματοδότηση των υπηρεσιών υγείας στην Ελλάδα, Κέντρο κοινωνικών επιστημών της υγείας, Αθήνα, 1991, σελ. 49.
Βέβαια, όπως είναι γνωστό εκδόθηκε προεδρικό διάταγμα, ωστόσο οι έλεγχοι τους οποίους θεσπίζει παραμένουν στο επίπεδο της πιστοποίησης των ιδιωτικών κλινικών. Το διάταγμα δεν προχωρεί σε μια συνολικότερη αντιμετώπιση της ταχύτατης επέκτασης του ιδιωτικού τομέα στην υγεία. Βλ. Αλέκος Παπαδόπουλος, «Η εξυγίανση της υγείας», Ελευθεροτυπία, 23/09/2001: «Καθιερώνουμε ξεκάθαρες σχέσεις ανάμεσα στον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα, υποχρεώνοντας όλες τις μονάδες υγείας να πιστοποιηθούν για την ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρουν».
[53] Για να εξάγουμε συμπεράσματα για ένα μοντέλο παροχών υγείας, εξετάζουμε ασφαλώς το σύνολο των φορέων που παρέχουν αυτές τις παροχές καθώς και τις λειτουργίες του κάθε φορέα μέσα στο σύστημα. Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε λοιπόν το γεγονός ότι αναφορικά με τις δαπάνες υγείας στο ΑΕΠ ο ιδιωτικός τομέας υγείας καταναλώνει περίπου το ίδιο ποσό με τις δημόσιες δαπάνες για την υγεία. Η σχέση αυτή είναι σύμφωνα με μια μελέτη των Κυριόπουλος-Σουλιώτης: 58% δημόσιες δαπάνες και 42% ιδιωτικές. Βλ. «Πληρώνουμε ακριβά τη δωρεάν υγεία», Το Βήμα, 4/2/2001.
[54] Η επικέντρωση της συζήτησης στο πρόβλημα του κοινωνικού αποκλεισμού είναι βέβαια μια επιτυχία της νεοφιλελεύθερης άποψης αφού μεταφέρει τον προβληματισμό από την συζήτηση περί κοινωνικών δικαιωμάτων, στην στοχευμένη σε απόλυτα ενδεείς ανθρώπους περιστασιακή κοινωνική προστασία.
[55] Βλ. ΠΑΣΟΚ, 2η Πανελλήνια Συνδιάσκεψη, Σύγχρονο κοινωνικό κράτος, Αναμόρφωση του ΕΣΥ, Σύγχρονες πολιτικές πρόνοιας, όπ.παρ., σελ. 147.
«Η στρατηγική μας στο χώρο της Πρόνοιας βασίζεται σε δύο κεντρικούς άξονες:
Ø       Πρόληψη και καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού με την ενσωμάτωση και την ενεργό συμμετοχή όλων των πολιτών στην κοινωνική και οικονομική ζωή.
Ø       Ανάπτυξη ενός σύγχρονου και αποτελεσματικού δικτύου κοινωνικής φροντίδας που θα προσφέρει κάλυψη σε όλους τους πολίτες».
Τα μέτρα πολιτικής ωστόσο είναι κυρίως μέτρα εξορθολογισμού και αναβάθμισης της λειτουργικότητας του συστήματος –προνοιακός-κοινωνικός χάρτης, αναδιοργάνωση υπηρεσιών, ποιοτικοί έλεγχοι, ανάπτυξη εθελοντισμού– και κατά δεύτερο λόγο επιδόματα και μέτρα αποασυλοποίησης. Σε καμία περίπτωση δεν στοχεύουν στην καθολική κάλυψη των πολιτών. Τα επιδοματικά μέτρα που έχει πάρει η κυβέρνηση είτε αφορούν ιδιαίτερα περιθωριακές ομάδες –οικογένειες σε παραμεθόριες περιοχές με εισόδημα κάτω των 500.000– είτε έχουν ελάχιστη επίδραση στη διαμόρφωση ενός αξιοπρεπούς ελάχιστου επιπέδου διαβίωσης –η αύξηση στις συντάξεις του ΟΓΑ.
[56] Η ίδια αντίφαση αρχών-μέσων παρατηρείται και στο ΠΑΣΟΚ, απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής για τις πολιτικές θέσεις για το 6ο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, όπ.παρ., σελ. 22, όπου αναφέρεται ότι στόχος είναι «Κάθε πολίτης να έχει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης», για να συμπληρώσει παρακάτω ότι αυτό θα γίνει με «επιλεκτικές πολιτικές».
[57] Βλ. Κώστας Σκανδαλίδης, ΠΑΣΟΚ, 2η Πανελλήνια Συνδιάσκεψη, Σύγχρονο κοινωνικό κράτος, Αναμόρφωση του ΕΣΥ, Σύγχρονες πολιτικές πρόνοιας, όπ.παρ., σελ. 323. Ο Κ. Σκανδαλίδης δεν περιλαμβάνει την κοινωνική πρόνοια στους ακρογωνιαίους λίθους του κοινωνικού κράτους. Λέει χαρακτηριστικά: «Ακρογωνιαίος λίθος του σύγχρονου κοινωνικού κράτους είναι το Εθνικό Σύστημα Υγείας και το Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης». Βέβαια θα μπορούσαμε αυτό να το θεωρήσουμε και ως λεκτικό ολίσθημα.
[58] Όπ.παρ., σελ. 325. Τα μέτρα είναι τα ίδια με αυτά που αναφέρονται στη σημείωση 55.
[59] Για το ζήτημα της φορολογίας βλ. Νέα Δημοκρατία, Το κυβερνητικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας, Μάρτιος 200. Κώστας Καραμανλής, ομιλία στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη βουλή με θέμα την κοινωνική ασφάλιση, την υγεία και την πρόνοια, 11/06/2001.
[60] Κώστας Καραμανλής, ομιλία στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη βουλή με θέμα την κοινωνική ασφάλιση, την υγεία και την πρόνοια, όπ.παρ. Όπως έχουμε αναλύσει αυτό το τρίπτυχο αποτελεί  κοινή βάση όλων των σύγχρονων ιδεολογικών ρευμάτων.
[61] «Η φιλελεύθερη προοπτική αποκτά αξία... έχει ουσιαστική διάσταση μόνο όταν έχει βαθύ κοινωνικό περιεχόμενο... Γιατί είναι πολύ κρίσιμοι όροι η κοινωνική αλληλεγγύη, η κοινωνική συνοχή, η κοινωνική δικαιοσύνη, η κοινωνική ευαισθησία; Γιατί πίσω απ’ όλα αυτά κρύβονται πραγματικοί άνθρωποι, με πραγματικά προβλήματα...» Βλ. Κώστας Καραμανλής, ομιλία στην Προσυνεδριακή συνδιάσκεψη της ΝΔ με θέμα «Υγεία για όλους στον 21ο αιώνα», 10/2/2001.
[62] Τέτοιοι όροι βέβαια ποτέ δεν θα συμπεριλαμβάνονταν στο λεξιλόγιο ενός νεοφιλελεύθερου πολιτικού.  Βλ. ομιλία Κώστα Καραμανλή στην ημερίδα των ευρωβουλευτών του κόμματος της ΝΔ με θέμα «Για μια κοινωνία ευημερίας και συνοχής: η αντιμετώπιση του κοινωνικού αποκλεισμού». 19/02/2001.
[63] Όπ.παρ.
[64] Νέα Δημοκρατία, Το κυβερνητικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας, όπ.παρ., σελ. 72.
[65] Σήμερα, με βάση τις διακηρυγμένες απόψεις υπάρχουν ελάχιστες διαφορές, οι οποίες τείνουν να εξαλειφθούν μετά τα τελευταία δημοσιεύματα στον τύπο ότι και το ΠΑΣΟΚ προσανατολίζεται στην υιοθέτηση της κεφαλαιοποιητικής μορφής για τον δεύτερο πυλώνα. Βλ. σημείωση 66.
[66] Το πρώτο επίπεδο της κύριας σύνταξης έχει τριμερή χρηματοδότηση (κράτος-εργοδότης-εργαζόμενος). Το δεύτερο επίπεδο, η επικουρική σύνταξη, έχει και ανταποδοτικά στοιχεία (εργοδότης-εργαζόμενος). Το τρίτο είναι κύρια ανταποδοτικό (εισφορές εργαζόμενου). Σε μια ευθεία αντίκρουση της νεοφιλελεύθερης οπτικής τονίζεται ότι «Όσοι υποστηρίζουν ότι το ασφαλιστικό σύστημα μπορεί να γίνει κεφαλαιοποιητικό, αγνοούν το Σύνταγμα, την ελληνική πραγματικότητα και δεν λογαριάζουν την κοινωνική αλληλεγγύη. Βλ. Νέα Δημοκρατία, Πολιτικά Κείμενα: Οι θέσεις μας για το ασφαλιστικό, Οκτώβριος 2001. Εάν δεχτούμε ότι η εφημερίδα Το Βήμα έχει ορθές πληροφορίες για την προτάσεις για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού που επεξεργάζεται η κυβέρνηση τότε το ίδιο σύστημα αποδέχεται και το ΠΑΣΟΚ.
[67] Βλ. ομιλία Γιώργου Σουφλιά στην Εθνική Διάσκεψη της ΓΣΕΕ για το ασφαλιστικό, 26/9/2001. Επίσης, Νέα Δημοκρατία, Πολιτικά κείμενα: Οι θέσεις μας για το ασφαλιστικό, όπ.παρ. Ο Γιώργος Σουφλιάς αναφέρει συγκεκριμένα: Οι αρχές με τις οποίες η Νέα Δημοκρατία προσέρχεται στο διάλογο είναι:
1.       Καθολικός δημόσιος αναδιανεμητικός χαρακτήρας της κοινωνικής ασφάλισης στην βάση της αλληλεγγύης των γενεών.
2.       Σεβασμός στην τριμερή χρηματοδότηση.
3.       Η διατήρηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης όπως προβλέπονται από τους νόμους της Νέας Δημοκρατίας.
4.       Ουδεμία μείωση των συντάξεων των οικονομικά ασθενεστέρων τάξεων.
5.       Διατήρηση των προνομίων που προβλέπονται για τις μητέρες.
6.       ουδεμία αύξηση των εισφορών.
[68] Βλ. Μαριέττα Γιαννάκου, ομιλία στο 30ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, 15/03/2001.
[69] Βλ. Νέα Δημοκρατία, Το κυβερνητικό πρόγραμμα, όπ.παρ., σελ. 69-72.
[70] Διακρίναμε ωστόσο διαφορές στις τοποθετήσεις των διαφόρων παραγόντων του κόμματος. Ο Κώστας Καραμανλής τονίζει το γεγονός ότι η κατάσταση στον χώρο της υγείας –και από τα παραδείγματα που αναφέρει συνάγεται ότι ομιλεί για τον δημόσιο τομέα– ούτε είναι δείγμα κοινωνικής ευαισθησίας ούτε συνάδει με την έννοια του κράτους πρόνοιας. Βλ. Κώστας Καραμανλής, ομιλία στην Προσυνεδριακή συνδιάσκεψη της ΝΔ με θέμα «Υγεία για όλους στον 21ο αιώνα», ό.π. Ο Νικήτας Κακλαμάνης όμως προχωρεί σε πιο «σοσιαλδημοκρατικές» θέσεις αφού στην κριτική του προς τα νέα μέτρα της κυβέρνησης αναφέρει ότι ενέχουν τον κίνδυνο να διευρύνουν τις ανισότητες στην πρόσβαση των πολιτών στις υπηρεσίες υγείας, ζητά «η κοινωνία του συλλογικού οράματος να αντικαταστήσει και πάλι την κοινωνία του ατομικού οράματος», προτείνει τη θεσμοθέτηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος και μάλιστα στη βάση των υποχρεώσεων της πολιτείας έναντι του πολίτη, και είναι ίσως ο μόνος που ζητά «ένα ενιαίο πλαίσιο νόμου, που θα διέπει τους κανόνες, τις σχέσεις και τις προϋποθέσεις λειτουργίας τόσο του Δημόσιου όσο και του Ιδιωτικού Τομέα Υγείας» (έμφαση στο πρωτότυπο). Βλ. Ν. Κακλαμάνης, «Υγεία για τον Πολίτη» και Νικήτας Κακλαμάνης, εισήγηση στο Ε΄ Τακτικό συνέδριο της ΝΔ, 01/04/2001. Είναι φανερό, ότι είναι πια αποδεκτός ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα στον τομέα της υγείας και οι μόνες προσπάθειες αναλώνονται στον έλεγχο της ποιότητας και της όσο το δυνατόν ορθολογικής ανάπτυξης του σε συνδυασμό με τις αντίστοιχες υγειονομικές ανάγκες και τις πολιτικές του δημόσιου τομέα.
[71] Βλ. Κώστας Καραμανλής, ομιλία στην ημερίδα των ευρωβουλευτών του κόμματος της ΝΔ με θέμα «Για μια κοινωνία ευημερίας και συνοχής: η αντιμετώπιση του κοινωνικού αποκλεισμού», όπ.παρ.
[72] Όπ.παρ. Βλ. επίσης ομιλία Μαριέττας Γιαννάκου στο 30ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, όπ.παρ., καθώς και  Ν. Κακλαμάνης, «Υγεία για τον Πολίτη» όπ.παρ. Ο Κώστας Καραμανλής στην ομιλία του στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτησης στη βουλή για την κοινωνικά ασφάλιση, την υγεία και την πρόνοια στις 11/06/2001, ήταν πιο αόριστος στο ζήτημα του ελαχίστου εγγυημένου εισοδήματος. Μιλούσε για «περιορισμένη επιδοματική πολιτική, χωρίς καμία ουσιαστική φροντίδα» και την ανάγκη για την θέσπιση ενός ελάχιστου εισοδήματος περιορίζοντάς το όμως στα άτομα με ειδικές ανάγκες.
[73] Βλ. Νέα Δημοκρατία, Το κυβερνητικό πρόγραμμα, όπ.παρ. σελ. 72.
[74] Βλ. Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου, Προτάσεις του Συνασπισμού για την κοινωνική προστασία και την προοδευτική μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, 12/03/2001.
[75] Μια συνοπτική παρουσίαση των θέσεων του Συνασπισμού έγινε στην Πανελλαδική Συνδιάσκεψη των συνδικαλιστών/συνδικαλιστριών του στις 10/11/2001. Οι κύριες θέσεις στον τομέα τη κοινωνικής πολιτικής επιγραμματικά είναι:
Ø       Οι άνθρωποι πάνω από τα κέρδη.
Ø       Εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση για όλους.
Ø       Ενίσχυση της απασχόλησης στον κοινωνικό τομέα της οικονομίας.
Ø       Αύξηση κοινωνικών δαπανών.
Ø       Καθιέρωση κατώτατου εγγυημένου εισοδήματος
Ø       ΣΚΑ αναβαθμισμένο, δημόσιο, αναδιανεμητικό, υποχρεωτικό, καθολικό.
Ø       Εργατικός έλεγχος
Ø       Πλήρης ασφάλιση για όλους τους ανέργους.
Ø       Δωρεάν, δημόσια και αναβαθμισμένη ποιοτική υγεία για όλους.
[76] Βλ. Συνασπισμός, Απόφαση Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης, Γενάρης 2001.
[77] Βλ. Συνασπισμός, Προτάσεις του Συνασπισμού για την κοινωνική προστασία και την προοδευτική μεταρρύθμιση ου συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, 12/03/2001.
[78] Βλ. ΚΚΕ, Ανακοίνωση του Πολιτικού Γραφείου της ΚΕ του ΚΚΕ, 24/04/2001.
[79] Βλ. Μαρία Λαμπρινού, «Κοινωνική πρόνοια: στον προκρούστη των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων». Η Μαρία Λαμπρινού είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και οι θέσεις της παρουσιάζονται ως θέσεις του κόμματος.
[80] Βλ. Αλέκα Παπαρήγα, συνέντευξη στο ξενοδοχείο Τιτάνια, 28/02/2001.
[81] Βλ. ΚΚΕ, Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για την κοινωνική ασφάλιση, 03/02/2001.
[82] Ένα από τα αιτήματά του μάλιστα είναι η δημιουργία κρατικών εταιριών φαρμάκου και ιατρικής βιοτεχνολογίας. Βλ. ΚΚΕ, Ανακοίνωση Γραφείου Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ, 28/07/2000.
[83] Βλ. Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για την κοινωνική ασφάλιση, όπ.παρ.
[84] Η είσοδός της χώρας στην ΟΝΕ κατέστησε επιτακτική «επιτακτική την ανάγκη για περισσότερο κοινωνικό κράτος και αναδιανομή του εθνικού προϊόντος υπέρ των μισθωτών και των συνταξιούχων». Βλ. «Αλλαγή πλεύσης ζητούν οι εργαζόμενοι», Οικονομικός Ταχυδρόμος, Φ. 34 (2468), 25/08/2001.
[85] Όπ. παρ., σελ. 22. Να σημειώσουμε ότι η ΓΣΕΕ δεν κάνει διάκριση –αναφορικά με την αποτελεσματικότητα– μεταξύ ενεργητικών και παθητικών πολιτικών απασχόλησης. Επίσης θεωρεί ότι η τόνωση της ανταγωνιστικότητας θα επέλθει με την απόκτηση από την εργασία ποιοτικότερων κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων όπως η ανθρωποκεντρική αναδιοργάνωση των επιχειρήσεων και η βελτίωση των συνθηκών εργασίας.
[86] ΙΝΕ, Η ελληνική οικονομία και η απασχόληση. Ετήσια έκθεση 1999, σελ. 211.
[87] Βλ. «Αλλαγή πλεύσης ζητούν οι εργαζόμενοι», όπ. παρ., σελ. 20. Βλ. επίσης ΙΝΕ, Η ελληνική οικονομία και η απασχόληση. Ετήσια έκθεση 2001, σελ. 185, όπου αναφέρεται: «Η ΓΣΕΕ έχει την άποψη ότι η ιδιωτική ασφάλιση δεν μπορεί να αποτελέσει ιδιαίτερο πυλώνα της κοινωνικής ασφάλισης».
[88] Όπ.παρ., σελ. 168.
[89] Βλ. «Αλλαγή πλεύσης ζητούν οι εργαζόμενοι», όπ. παρ., σελ. 20.
[90] Από την μελέτη δημόσιων παρουσιάσεων των απόψεων του ΣΕΒ βρήκαμε μόνον μια αναφορά στην κοινωνική πρόνοια: «... παράλληλα με την ανάπτυξη απαιτείται η δημιουργία ενός δικτύου κοινωνικής συνοχής». Βλ. Οδυσσέας Κυριακόπουλος, ομιλία του προέδρου του ΣΕΒ στην ημερίδα του ΣΕΒ «Η πρόκληση της απασχόλησης», 28/02/2001.
[91] Βλ. Νίκος Αναλύτης, ομιλία του αντιπροέδρου του ΣΕΒ στην ημερίδα του ΣΕΒ «Η πρόκληση της απασχόλησης», 28/02/2001.
[92] Ομιλία του προέδρου του ΣΕΒ Οδυσσέα Κυριακόπουλου στην ημερίδα του ΣΕΒ «Η πρόκληση της απασχόλησης», όπ.παρ.
[93] Βλ. Ομιλία του τέως προέδρου του ΣΕΒ Λ. Αντωνακόπουλου, «Βασικές θέσεις του ΣΕΒ επί του ασφαλιστικού συστήματος», 26/09/2001. Επίσης, Nikos Leandros και Raymond Loufir, The Future of Pensions in Greece, 1998.
[94] Ο ΣΕΒ έχει κάνει αποδεκτή την τριμερή χρηματοδότηση του πρώτου πυλώνα του ΣΚΑ, ενώ προτείνει την εφαρμογή του κεφαλαιοποιητικού συστήματος στην επικουρική σύνταξη. Ο πρόεδρος του ΣΕΒ Β. Κυριακόπουλος, φαίνεται να συμφωνεί με το 60% των καινούργιων προτάσεων του Χρ. Πολυζωγόπουλου. Βλ. Ελευθεροτυπία 06/11/2001. Οι προτάσεις του προέδρου της ΓΣΕΕ Χρ. Πολυζωγόπουλου αναφέρονταν σε τέσσερις άξονες:
1.       Ενισχυμένη χρηματοδότηση με τριμερή χρηματοδότηση και νέους πόρους.
2.       Οργανωτικές αλλαγές στη δομή του ασφαλιστικού.
3.       Καμία μείωση των συντάξεων-αντίθετα ενίσχυση των χαμηλοσυνταξιούχων.
4.       Κλιμακωτή συνταξιοδότηση μεταξύ του 55ου  και του 65ου έτους με άξονα την 35ετία.
Βλ. Ελευθεροτυπία, 05/11/2001.
Επίσης ο αντιπρόεδρος του ΣΕΒ δηλώνει ότι συμφωνεί με την άποψη της ΓΣΕΕ για την κύρια σύνταξη και εκφράζει τον προβληματισμό του για την επικουρική, υπονοώντας το εάν θα πρέπει να είναι αναδιανεμητικής ή κεφαλαιοποιητικής υφής. Βλ. «Στρογγυλό τραπέζι: ασφαλιστικό», Οικονομικός Ταχυδρόμος, φ. 12(2446), 23/05/2001.
[95] Βλ. Λ. Αντωνακόπουλος, δηλώσεις του τέως προέδρου του ΣΕΒ προς τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης, 09/05/2001.
[96] Βλ. Πάτων Τήνιος, Κοινωνία, οικονομία, συντάξεις: Κρυμμένος θησαυρός; εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 2001, σελ. 231.
[97] Φυσικά, ομιλώ εδώ για τα δύο μεγάλα κόμματα, την κυβέρνηση και τον ΣΕΒ. Κυρίαρχο ρόλο στην πολιτική σκηνή διαδραματίζει βέβαια και η ΓΣΕΕ, η οποία προς το παρόν εντάσσεται στο κλασσικό σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο (Βλ. παρακάτω).
[98] Η έννοια της κοινωνικής αλληλεγγύης έχει αποτελέσει, όπως έχουμε αναφέρει βασική αρχή τόσο της κλασσικής σοσιαλδημοκρατίας όσο και του συντηρητισμού. Στην μεν κλασσική σοσιαλδημοκρατία η έννοια υποστηρίζει μέτρα πολιτικών που στοχεύουν στον οικονομικό εξισωτισμό, στους δε συντηρητικούς αναφέρεται σε πολιτικές που εξασφαλίζουν την αξιοπρέπεια του ατόμου. Και στις δύο περιπτώσεις υποδηλώνουν την ύπαρξη ενός ελάχιστου επιπέδου κοινωνικής προστασίας, αρκετά όμως υψηλού για να εξασφαλίζει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης.
Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι όποτε τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, κάνουν αναφορά στην έννοια της «κοινωνικής συνοχής», την συνοδεύουν  πάντοτε από μέτρα  πολιτικής που στοχεύουν στην μείωση της φορολογίας και άρα στην αναδιανομή του πλούτου μέσω αυτού του μηχανισμού. Έχουμε ήδη αναφερθεί παραπάνω στην αποστροφή που χαρακτηρίζει τον Τρίτο Δρόμο –και φυσικά και τους νεοφιλελεύθερους– προς τη φορολόγηση των ανώτερων εισοδηματικών κλιμακίων για την χρηματοδότηση των κοινωνικών πολιτικών. Αναφορικά με το ΠΑΣΟΚ, διακρίνουμε πολύ καθαρά την ίδια απροθυμία, βλ. π.χ. το κεφάλαιο 12 «Ανάπτυξη με κοινωνική δικαιοσύνη» (μια κλασσική σοσιαλδημοκρατική αρχή, η οποία όμως αποκτά εδώ καινούργιο νόημα) στο ΠΑΣΟΚ, Απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής για τις πολιτικές θέσεις για το 6ο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, όπ.παρ. Αν και δηλώνεται ρητώς ότι το «σύγχρονο κοινωνικό κράτος αποτελεί το μοχλό της δικαιότερης κατανομής του εισοδήματος και ανακατανομής του πλούτου υπέρ των ασθενέστερων ομάδων και στρωμάτων», τα μέτρα που προτείνονται κατά κανένα τρόπο δεν θίγουν το εισόδημα των ευπορότερων κοινωνικών στρωμάτων. Συγκεκριμένα προτείνονται:
Ø       Μηχανισμοί ενσωμάτωσης των πιο αδύνατων στρωμάτων στην εργασία, την κοινωνική ζωή, τον πολιτισμό και τη δημιουργία.
Ø       Μηχανισμοί στήριξης και ενίσχυσης κατηγοριών πολιτών που αντιμετωπίζουν προβλήματα προσαρμογής στα νέα εργασιακά και κοινωνικά δεδομένα.
Ø       Μηχανισμοί πρόσβασης σε βασικά κοινωνικά αγαθά τα οποία είναι δύσκολα προσβάσιμα για λόγους φτώχειας, απόστασης ή ελλιπούς γνώσης», όπ.παρ., σελ. 22.
Με άλλα λόγια, μέτρα με τα οποία θα μπορούσε κάλλιστα να συμφωνήσει και ένας νεοφιλελεύθερος.
Η «μετάλλαξη» των όρων που παρατηρούμε στον Τρίτο Δρόμο ακολουθείται και από το ΠΑΣΟΚ. Η έννοια της αναδιανομής, για παράδειγμα, κι αυτή παλιά κλασσική σοσιαλιστική αρχή, αλλάζει νόημα, γίνεται «επικεντρωμένη αναδιανομή»: «Το θέμα απασχόληση-ανεργία βρίσκεται στην καρδιά μιας πολιτικής αναδιανομής. Αφορά την αναδιανομή εισοδήματος σε όφελος όσων κινδυνεύουν από αποκλεισμό». Βλ. Τ. Γιανίτσης, εισήγηση στο  ΠΑΣΟΚ, 1η Πανελλήνια Συνδιάσκεψη, Ανάπτυξη και απασχόληση-Ο κόσμος της εργασίας μπροστά στη νέα εποχή, Αθήνα, Νοέμβριος 2000, σελ. 41.
[99] Εάν μάλιστα λάβουμε υπ’ όψη μας ότι το φορολογικό σύστημα της χώρας είναι ήδη άδικο, καταλαβαίνουμε ότι η απραξία σ’ αυτό τον τομέα αποβαίνει υπέρ των εύπορων κοινωνικών στρωμάτων. Βλ. ΙΝΕ, Η ελληνική οικονομία και η απασχόληση. Ετήσια έκθεση 1999, όπ.παρ., σελ. 119.
[100] Βλ. Νέα Δημοκρατία, Το κυβερνητικό πρόγραμμα, όπ.παρ., σελ. 34-37. Το όφελος για μια οικογένεια με 4 εκατομμύρια εισόδημα, με βάση τα τελευταία μέτρα φορολογικών ελαφρύνσεων που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, θα φθάνει τις 25.900 δρχ. Υψηλότερες ελαφρύνσεις παρατηρούνται για τα εισοδήματα των 17 εκατομμυρίων δρχ ενώ οι μεγαλύτερες εμφανίζονται στα εισοδήματα των 20 εκατομμυρίων δρχ. Βλ. Προκόπης Χατζηνικολάου, «Πενιχρά τα οφέλη για τους φορολογούμενους και την οικονομία», Καθημερινή, 18/11/2001.
[101] Χωρίς όμως να αμφισβητείται ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα.
[102] Προς το παρόν, και με τις επιφυλάξεις που διατυπώσαμε παραπάνω.
[103] Αίτημα που χαρακτηρίζει τόσο την κλασσική σοσιαλδημοκρατία όσο και τους συντηρητικούς.
[104] Βέβαια διάλογος χωρίς σαφείς και ξεκαθαρισμένες εννοιολογικά αρχές δεν γίνεται. Συνεπώς οδηγούμαστε στην ανυπαρξία συζήτησης περί των αρχών που είναι επιθυμητό να διέπουν τις πολιτικές της κοινωνικής ασφάλειας. Να σημειώσουμε βέβαια ότι η μη συνολική θεώρηση των ζητημάτων κοινωνικής προστασίας χαρακτηρίζει και τις απόψεις των «κοινωνικών εταίρων» και ιδιαίτερα της ΓΣΕΕ και του ΣΕΒ. Όχι τυχαία λοιπόν το ελληνικό σύστημα έχει τη δική του ιδιομορφία που χαρακτηρίζεται από «την πολυμορφία των καθεστώτων προστασίας, την έλλειψη συντονισμού και την ανισότητα στην μεταχείριση των πολιτών... απουσία ορθολογικού σχεδιασμού και ανεπαρκή διοικητική οργάνωση». Βλ. Ξενοφών Κοντιάδης, Η κοινωνική διοίκηση στην Ελλάδα, όπ.παρ., σελ.18.
[105] Η παρατηρούμενη αδυναμία στην επίτευξη των διακηρυγμένων στόχων πολιτικής είναι πιθανόν να οφείλεται στην σύγχυση περί της επιθυμητής φιλοσοφίας του συστήματος. Εντούτοις δεν πρέπει να ξεχνάμε  ότι προβλήματα σαφούς φιλοσοφικής οριοθέτησης ενός συστήματος κοινωνικής προστασίας αντιμετωπίζουν όλα τα ιδεολογικά μοντέλα. Η σύγχυση δεν περιορίζεται πλέον μόνο στον ελληνικό χώρο. Και οι δύο κυρίαρχες ιδεολογίες, ο νεοφιλελευθερισμός και ο Τρίτος Δρόμος, αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα στην πρακτική υλοποίησή τους. Για τα προβλήματα του νεοφιλελευθερισμού βλ. Σακελλαρόπουλος, Η μεταρρύθμιση του κοινωνικού κράτους, όπ.παρ., George και Wilding, Welfare Ιdeologies, όπ.παρ., ενώ βέβαια η υφιστάμενη ύφεση στην οικονομία καθώς και το χτύπημα της 9-11 στις ΗΠΑ έχει αναβιώσει το διάλογο για την παρεμβατική πολιτική του κράτους. Για τα προβλήματα του Τρίτου Δρόμου, βλ. Μουζέλης, Για έναν εναλλακτικό Τρίτο Δρόμο, όπ.παρ., MacGregor, «Welfare, Neo-Liberalism and New Paternalism», όπ.παρ.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.