ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ Δρ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΓΕΩΡΜΑΣ
ΕΣΔΔΑ, 2020
ΠΑΓΚΟΣΜΙΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ
Το
μέλλον της απασχόλησης είναι ένα πολυσυζητημένο ζήτημα. Για κάποιους είναι ένα
συναρπαστικό αφήγημα, για κάποιους άλλους όμως αποτελεί ζήτημα ανησυχίας.
Η απασχόληση, η εργασία και η παραγωγικότητα της εργασίας συνιστούν ζητήματα που αποτελούν το κέντρο της οικονομικής πολιτικής σε παγκόσμιο επίπεδο. Με τη σειρά τους, η παγκοσμιοποίηση, η τεχνολογική πρόοδος και οι δημογραφικές αλλαγές επηρεάζουν βαθύτατα τις αγορές εργασίας, έχοντας επίδραση τόσο στην ποσότητα όσο και στην ποιότητα των διαθέσιμων θέσεων εργασίας. Επιπλέον, επιδρούν βαθύτατα στον τρόπο με τον οποίο διεκπεραιώνεται η εργασία, δηλαδή στην ίδια τη λειτουργία της παραγωγικής διαδικασίας. Σήμερα είναι κρίσιμης σημασίας να διαμορφωθούν από τους ιθύνοντες πολιτικές που θα ενισχύσουν την προσαρμοστικότητα της αγοράς εργασίας με τρόπο ώστε οι εργαζόμενοι και τα κράτη να έχουν τα εφόδια και τα μέσα να διαχειριστούν τις μεταβάσεις με τις μικρότερες δυνατόν αναστατώσεις και, παράλληλα, θα δίνεται η δυνατότητα εκμετάλλευσης στο έπακρο των δυνητικών ωφελημάτων.
Η παγκοσμιοποίηση διαδραματίζει τεράστιο ρόλο στις οικονομίες των χωρών. Στα κράτη μέλη του ΟΟΣΑ, για παράδειγμα, οι εξαγωγές από το 23% του ΑΕΠ το 1975 έφθασαν το 43% το 2017. Η παγκοσμιοποίηση συνιστά μια τάση μέσω της οποίας οι επιχειρήσεις καλλιεργούν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα ολοκληρώνοντας τις παραγωγικές τους διαδικασίες σε παγκόσμια κλίμακα. Το γεγονός αυτό από μόνο του έχει τεράστιες επιπτώσεις στην απασχόληση των ανθρώπων, ενώ είναι και πρόξενος εντατικοποίησης νέων μορφών απασχόλησης.
Η τεχνολογία,
η δημιουργία νέας γενιάς μηχανημάτων και τρόπων οργάνωσης της παραγωγής, έχει
δραματικές επιπτώσεις στην διαμόρφωση της παραγωγικής διαδικασίας. Για
παράδειγμα η έκρηξη της εισόδου των ρομπότ στους χώρους εργασίας που
παρατηρείται τα τελευταία είκοσι χρόνια. Η έκρηξη της ψηφιακής τεχνολογίας
είναι τέτοια που υπολογίζεται ότι το 40% των νέων θέσεων που δημιουργήθηκαν
μεταξύ 2005-2016 στις χώρες του ΟΟΣΑ ήταν σε τομείς ψηφιακής έντασης. Τα
σύγχρονα πληροφοριακά συστήματα δίνουν τη δυνατότητα σε έναν διευθυντή μιας
μεγάλης πολυεθνικής εταιρείας των ΗΠΑ, να παρακολουθεί την εργασία ενός
υπαλλήλου της εταιρείας σε ένα παράρτημα της επιχείρησης σε μια χώρα της
νοτιοανατολικής Ασίας. Μια μελέτη των Frey και Osborne υπολογίζει ότι τουλάχιστον οι μισές
θέσεις απασχόλησης στις ΗΠΑ αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να υποκατασταθούν από
υπολογιστές ή αλγόριθμους μέσα στα επόμενα 20 χρόνια. Σημειώνεται ότι τα
επαγγέλματα που μπορεί η αυτοματοποίηση να υποκαταστήσει είναι από τους
υπαλλήλους των σούπερ μάρκετ, τους οδηγούν φορτηγών, έως τους ιατρούς[1].
Αξίζει να επισημανθεί εδώ ότι οι θέσεις απασχόλησης που θα επηρεαστούν πιο πολύ
υπολογίζεται ότι είναι αυτές με μεσαίες και χαμηλές δεξιότητες.
Σημειώνεται
ότι, για τις χώρες του ΟΟΣΑ, μόλις το 50% των ενηλίκων μπορούν να εκτελέσουν
απλές εργασίες στους υπολογιστές όπως το να γράψουν ένα ηλεκτρονικό μήνυμα ή να
σερφάρουν στο διαδίκτυο ή δεν έχουν καθόλου τέτοιες δεξιότητες.
Η
τεχνολογία και η παγκοσμιοποίηση φαίνεται ότι έχουν επίσης αρνητικές επιπτώσεις
στις εργασιακές συνθήκες. Καθώς η επίβλεψη των εργαζομένων γίνεται όλο και πιο
σχολαστική, περιορίζεται η αυτονομία των εργαζόμενων και αυξάνεται το εργασιακό
στρες. Αυτές οι επιπτώσεις ενισχύονται από τα επίπεδα ανταγωνισμού λόγω
εισαγωγών, τα οποία αυξάνουν τον κίνδυνο της έκπτωσης προς τα κάτω συνθηκών
εργασίας και ποιότητας της εργασίας.
Η
δημογραφία, και οι δημογραφικές αλλαγές, έχουν σοβαρότατες επιδράσεις στην
αγορά εργασίας. Αυτές έχουν να κάνουν με φαινόμενα που άπτονται τόσο των νέων
μεταναστευτικών ροών όσο και της εισόδου στην παραγωγική διαδικασία των
γυναικών, με το παράλληλο φαινόμενο της γήρανσης του πληθυσμού σε πολλές χώρες
του πλανήτη και αντιστρόφων φαινομένων σε άλλες. Αναφορικά με το ζήτημα της
γήρανσης αξίζει να αναφερθεί ότι το 1980, στις χώρες του ΟΟΣΑ, για κάθε 100
άτομα εργάσιμης ηλικίας υπήρχαν 20 ηλικιωμένοι. Το 2015, αυτός ο αριθμός ανήλθε
στα 28 και προβλέπεται ότι το 2050 θα φθάσει τα 56! Το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα
έντονο σε χώρες όπως η Κίνα, η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία.
Έχει
ενδιαφέρον να δούμε τι επιπτώσεις έχει η γήρανση του πληθυσμού για την αγορά
εργασίας και την απασχόληση. Η γήρανση του πληθυσμού μπορεί να έχει επιπτώσεις
στις διαθέσιμες δεξιότητες σε μια αγορά εργασίας, καθώς αποχωρούν από αυτή
άνθρωποι με υψηλές δεξιότητες και εργασιακή εμπειρία. Αυτό βέβαια έχει να κάνει
και με τον αριθμό των νέων που εισέρχονται στην αγορά εργασίας και των
δεξιοτήτων με τις οποίες αυτοί είναι εφοδιασμένοι. Στο βαθμό που υπάρξουν
ελλείψεις στο εργατικό δυναμικό, αυτό μπορεί να πυροδοτήσει δύο διαδικασίες:
είτε την αύξηση των μεταναστευτικών ροών, είτε πιέσεις για αυτοματοποίηση των
παραγωγικών διαδικασιών. Πράγματι έρευνες έχουν δείξει ότι χώρες με ραγδαία αυξανόμενο δημογραφικό πρόβλημα υιοθετούν πιο
γρήγορα βιομηχανικά ρομπότ για την εκτέλεση εργασιών. Από την πλευρά της
ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών, που και αυτό με τη σειρά του επηρεάζει την αγορά
εργασίας, είναι πιθανή η μετατόπιση της ζήτησης από διαρκή αγαθά σε υπηρεσίες
φροντίδας. Όλοι αυτοί οι παράγοντες επηρεάζουν βέβαια τη ζήτηση δεξιοτήτων και
τις θέσεις απασχόλησης που είναι διαθέσιμες.
Στον
τομέα της απασχόλησης έχουμε την συνεχή επέκταση νέων μορφών απασχόλησης.
Μερική απασχόληση –θα δούμε και κάποια στατιστικά στοιχεία, συμβάσεις ορισμένου
χρόνου, προσωρινή απασχόληση μέσω γραφείων δανεισμού κ.ά., είναι «αποτέλεσμα
και έκφραση των πιεστικών αναγκών προσαρμοστικότητας που συστηματικά παράγουν
οι απαιτήσεις ανταγωνιστικότητας σε ένα τεχνολογικό και οικονομικό περιβάλλον
διευρυμένης αβεβαιότητας»[2].
Πρέπει να σημειωθεί ότι τέτοιες μορφές απασχόλησης προϋπήρχαν και, το «νέο
στοιχείο έχει να κάνει με τη διευρυνόμενη παρουσία τους στο χώρο της εργασίας».
Επιπλέον, ορίζονται ως νέες σε αντιδιαστολή με το παλιότερο κυρίαρχο μοντέλο
της μισθωτής πλήρους απασχόλησης αορίστου χρόνου[3].
Για
παράδειγμα η υποαπασχόληση φαίνεται να αυξάνεται. Γενικότερα, η μεταβιομηχανική
ανάπτυξη τομέων που αντιμετωπίζουν μεταβαλλόμενη ζήτηση (π.χ. υπηρεσίες
εστίασης, καταλυμάτων) εκθέτουν τους εργαζόμενους στον κίνδυνο λιγότερων ωρών
εργασίας, αλλά και μεγάλης ποικιλίας εργασιακών διευθετήσεων. Τα στοιχεία
μάλιστα δείχνουν, ότι η χρηματοοικονομική κρίση έχει εντείνει τέτοια φαινόμενα.
Τα φαινόμενα φαίνεται να αφορούν περισσότερο τους νέους εργαζόμενους, τις
γυναίκες και αυτούς με χαμηλότερη από τριτοβάθμια εκπαίδευση (το τελευταίο
αφορά κυρίως άνδρες).
Τέτοιες
νέες μορφές, μεταξύ άλλων, είναι η εργασία σε πλατφόρμες, η αυτοαπασχόληση, οι
προσωρινές συμβάσεις πολύ μικρής διάρκειας, συμβάσεις χωρίς διασφάλιση των ωρών
εργασίας (on-call and zero-hours work). Η
εργασία σε πλατφόρμες, για παράδειγμα, ένα πολύ σύγχρονο φαινόμενο, απασχολεί
ήδη στις χώρες του ΟΟΣΑ γύρω στο 3% της εργατικής δύναμης.
Σε
πολλές χώρες, την περασμένη δεκαετία, οι συνθήκες της αγοράς εργασίας έχουν
χειροτερεύσει για τους νέους που δεν έχουν ολοκληρώσει την τριτοβάθμια
εκπαίδευση. Παρατηρείται αύξηση του ποσοστού των νέων που βρίσκονται εκτός
αγοράς εργασίας, υποαπασχολούνται ή έχουν πολύ χαμηλούς μισθούς. Αυτές οι
τάσεις φαίνεται ότι είναι μακροπρόθεσμες. Αυτό εγείρει μια σειρά από ζητήματα
πολιτικής για τα επόμενα χρόνια. Επιπλέον, σε πολλές χώρες έχει αυξηθεί ο αριθμός
των ανδρών που βρίσκονται εκτός αγοράς εργασίας ή υποαπασχολούνται. Παρόμοια
φαινόμενα επηρεάζουν εκτενώς τις γυναίκες, οι οποίες μάλιστα έχουν και πολύ
περισσότερες πιθανότητες να βρίσκονται σε χαμηλόμισθες θέσεις εργασίας[4].
Οι ανισότητες στην αγορά εργασίας αναφορικά με την δυνατότητα καριέρας είναι
τεράστιες. Υπολογίζεται ότι το 60% των υψηλά ειδικευμένων εργαζομένων περνάει
από κατάρτιση, όταν μόλις το 20% των χαμηλά ειδικευμένων έχεις τέτοιες
ευκαιρίες[5].
Κάποιες
άλλες εμφανείς τάσεις στην αγορά εργασίας την τελευταία δεκαετία είναι ότι οι
μισθοί έχουν παραμείνει στάσιμοι για μεγάλη μερίδα των εργαζομένων. Και αυτό
παρά την ανάκαμψη της απασχόλησης μετά την μεγάλη οικονομική κρίση του 2008.
Στον ΟΟΣΑ, οι μισθοί αυξάνονταν κατά 4,8% κατ’ έτος, με την αύξηση αυτή να γίνεται
2,1% τα τελευταία χρόνια. Σε μεγάλο βαθμό αυτό οφείλεται στο ότι οι μισθοί δεν
φαίνεται να ακολουθούν την παραγωγικότητα καθώς και ότι έχουν χειροτερεύσει οι
μισθοί στην μερική απασχόληση.
Ένα
άλλο σημαντικό στοιχείο είναι η αύξηση της εργασιακής ανασφάλειας. Η εργασιακή
ασφάλεια, η σταθερότητα της θέσης απασχόλησης, έχει μειωθεί κατά τις τελευταίες
δεκαετίες. Συνεπώς έχουν μειωθεί τα έτη για τα οποία κάποιος κατέχει μια
συγκεκριμένη θέση απασχόλησης. Αυτό δεν φαίνεται να ισχύει για τους
μεγαλύτερους σε ηλικία εργαζόμενους. Αντίθετα φαίνεται να είναι ένα αρκετά
εκτεταμένο φαινόμενο μεταξύ των νεοεισερχόμενων στην αγορά εργασίας και μεταξύ
των εργαζομένων με χαμηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο.
Η
σχέση εμπορίου και ποιότητας εργασίας καθορίζεται από μια σειρά παράγοντες. Από
τη μια το ελεύθερο εμπόριο συνεισφέρει σε καλύτερες μισθολογικές απολαβές. Οι
επιχειρήσεις που βασίζονται στις εξαγωγές καταβάλλουν γενικά καλύτερους
μισθούς. Ωστόσο, οι επιχειρήσεις αυτές, μέσω της χρήσης των παγκόσμιων εφοδιαστικών
αλυσίδων, έχουν την δυνατότητα να «ξεφορτωθούν» θέσεις εργασίας από χώρες με
υψηλά επίπεδα συνθηκών εργασίας και να τις μεταφέρουν σε χώρες με χαμηλότερα
τέτοια. Επιπλέον, μπορούν να χρησιμοποιήσουν την υπεργολαβία για μια σειρά από
δραστηριότητες. Αλλά ακόμα και η χρήση ψηφιακών τεχνολογιών μπορεί να φέρει
μεγαλύτερη επιτήρηση των εργαζομένων, μεγαλύτερη τυποποίηση εργασιών. Συνέπεια
αυτού είναι ο περιορισμός της αυτονομίας και της ανεξαρτησίας των εργαζομένων,
δύο βασικά στοιχεία της υψηλού επιπέδου απασχόλησης.
Αυτές οι νέες μορφές
«ψηφιακού τεϋλορισμού», εφαρμόζονται ήδη σε κάποιους τομείς. Για παράδειγμα, σε
κάποιους εργαζόμενους σε αποθήκες μεγάλων εταιρειών που ασχολούνται με
διαμετακομιστικές εργασίες, υπάρχει η
δυνατότητα μικρο-διεύθυνσης των εργαζομένων, μέσω για παράδειγμα ακουστικών. Ο
εργαζόμενος είναι υπό συνεχή επιτήρηση και πρέπει να ακολουθεί τις
λεπτομερειακές οδηγίες, ενώ παρακολουθείται ασφυκτικά και η παραγωγικότητά του.
Αρκετές είναι επίσης οι εταιρείες που πειραματίζονται με συσκευές που θα τις
φορά ο εργαζόμενος και έτσι θα έχουν την δυνατότητα να παρακολουθούν κάθε
κίνησή του στο χώρο εργασίας.
Σημειώνεται ότι τέτοιες
μορφές ελέγχου δεν περιορίζονται μόνον σε εργαζόμενους με χαμηλές δεξιότητες.
Μελέτες έχουν δείξει ότι για πολλούς επαγγελματίες, ενώ οι σύγχρονες
τεχνολογίες αυξάνουν τις δυνατότητες διασύνδεσής τους, από την άλλη δημιουργούν
προσδοκίες από τους συναδέλφους τους ή τους πελάτες τους ότι θα είναι σε διαρκή
ετοιμότητα. Η Γαλλία, για να περιορίσει το φαινόμενο, πέρασε σχετική νομοθεσία
που έδωσε στους εργαζόμενους σε εταιρείες με πάνω από 50 απασχολούμενους, το
δικαίωμα να «αποσυνδέονται» (!) πέραν από το ωράριό τους.
Το παράδειγμα της εργασίας σε
πλατφόρμα είναι χαρακτηριστικό. Η εργασία σε πλατφόρμα περιλαμβάνει διάφορες
δραστηριότητες που κοινό σημείο έχουν τη χρήση διαδικτυακών πλατφορμών που
διασυνδέουν τη ζήτηση με την προσφορά. Οι διεθνείς οργανισμοί τις διακρίνουν σε
εργασίες που μπορούν να εκτελεστούν ψηφιακά (μικροδουλειές, εισαγωγή δεδομένων
κ.ά) ή υπηρεσίες που εκτελούνται επί τόπου (μετακινήσεις, delivery κ.ά.). Ενίοτε, πέραν της
πλατφόρμας παρέχονται στους εργαζόμενους και τα μέσα για τη διεκπεραίωση της
εργασίας τους.
Οι πλατφόρμες αποτελούν ένα
αποτελεσματικό μέσο εναρμόνισης προσφοράς και ζήτησης. Έτσι, μπορεί να
βοηθήσουν τους εργοδότες στην εξεύρεση εργαζομένων για να καλύψουν τις κενές
θέσεις εργασίας. Επίσης, ενίοτε προσφέρουν ευελιξία στους ίδιους τους εργαζόμενους.
Ωστόσο, από την άλλη, μπορεί να θέτουν σοβαρούς περιορισμούς στην αυτονομία των
εργαζομένων και στην ποιότητα της εργασίας. Πολλοί εργαζόμενοι σε πλατφόρμες
καταγράφονται ως αυτοαπασχολούμενοι, ωστόσο είναι υποχρεωμένοι να δουλεύουν
όταν η ζήτηση εντός της ημέρας είναι σε υψηλά επίπεδα. Πολλές φορές η εργασία
σε πλατφόρμα συνοδεύεται από αυστηρές προδιαγραφές. Επιπλέον, με τα σύγχρονα
μέσα δίνεται η δυνατότητα για πλήρη έλεγχο του εργαζόμενου. Για παράδειγμα,
εταιρείες με λογισμικό παρακολούθησης (όπως η Crossover)
μπορεί να αποστέλλουν στους εργοδότες ακόμα και φωτογραφίες για να
παρακολουθούν εάν ο εργαζόμενος εργάζεται για λογαριασμό τους ή για την
πλατφόρμα. Επίσης εργαζόμενοι που δεν ανταποκρίνονται όπως πρέπει, αποκλείονται
αυτόματα από την πλατφόρμα.
Άλλες νέες μορφές συμβάσεων
που έχουν αναπτυχθεί και επιτείνουν την ευελιξία της αγοράς εργασίας είναι οι
συμβάσεις «βραχείας μερικής απασχόλησης», συμβάσεις «ετοιμότητας προς εργασία»,
ή συμβάσεις «μηδενικού χρόνου». Επίσης έχει αναπτυχθεί και ο θεσμός του
«εργαζόμενου περιστασιακώς» (casual
employment). Ένας «περιστασιακά
εργαζόμενος» δεν έχει κάποια εκ των προτέρων δέσμευση για το πόσο θα απασχοληθεί. Επίσης, δεν
συνεπάγεται ότι θα απασχοληθεί για όσες ώρες ο εργοδότης θα του ζητήσει.
Συνήθως ο περιστασιακά εργαζόμενος εργάζεται σε ακανόνιστα ωράρια, και δεν
διαθέτει υγειονομική κάλυψη ή άλλες παροχές. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι στις
ΗΠΑ, περίπου 10% της εργατικής δύναμης έχει ακανόνιστα ωράρια εργασίας, με τους
χαμηλόμισθους να επηρεάζονται περισσότερο από αυτή τη μορφή εργασίας Η
«ετοιμότητα προς εργασία» εφαρμόζεται ιδιαίτερα στον τομέα των λιανικών
πωλήσεων, που χαρακτηρίζεται από εκτεταμένα ωράρια λειτουργίας των καταστημάτων
και κυμαινόμενες ροές πελατών. Μεγάλες επιχειρήσεις του τομέα έχουν ειδικά
λογισμικά συστήματα που υπολογίζουν την just-in-time ανάγκη σε προσωπικό,
λογισμικά που βασίζονται στην πρόγνωση του καιρού, ροές πωλήσεων και άλλα[6].
Μία άλλη μορφή απασχόλησης
είναι αυτή του αυτοαπασχολούμενου που παρέχει υπηρεσίες και εργασία σε έναν
συγκεκριμένο εργοδότη. Η διαφορά με έναν «τυπικό» εργαζόμενο είναι ότι εδώ η
παροχή εργασίας διαμεσολαβείτε από ένα συμβόλαιο και όχι μια σύμβαση εργασίας.
Οι εργαζόμενοι σε τέτοιες σχέσεις εργασίας συνήθως λαμβάνουν λεπτομερείς
οδηγίες για το τι πρέπει να κάνουν. Οι χώρες που έχουν ρυθμιστικούς κανόνες για
αυτές τις μορφές απασχόλησης είναι πολύ λίγες[7]. Η παρουσία τέτοιων μορφών
συνήθως συγκαλύπτει μια σκόπιμη προσπάθεια από την πλευρά των εργοδοτών να κατηγοριοποιήσουν
σε άλλη κατηγορία κάποιους εργαζόμενους, ως ανεξάρτητους, αυτοαπασχολούμενους ή
απασχολουμένους μέσω ενός τρίτου, όπως στην περίπτωση του δανεισμού εργαζομένων.
Η
πόλωση στην αγορά εργασίας. Ένας από τους βαθύτερους μετασχηματισμούς που έχει
λάβει χώρα στην αγορά εργασίας στις ανεπτυγμένες οικονομίες είναι η πόλωση. Το
μερίδιο των θέσεων απασχόλησης που απαιτούν μεσαίες δεξιότητες έχει περιοριστεί
σχετικά με το μερίδιο των εργαζομένων υψηλών δεξιοτήτων ή χαμηλών τέτοιων.
Ποιες
είναι οι κινητήριες δυνάμεις πίσω από αυτή την εξέλιξη; Κατά πρώτον είναι παρακμή της μεταποίησης, αφού είναι πολλές οι
θέσεις απασχόλησης στον μεταποιητικό τομέα που απαιτούσαν τέτοιες δεξιότητες
και, συχνά οι αμοιβές εκεί ήταν μεσαίου επιπέδου. Επιπλέον, ένα σημαντικό μέρος
της απώλειας οφείλεται στον περιορισμό συναφών θέσεων εργασίας μέσα στις ίδιες
επιχειρήσεις. Λόγω του γεγονότος ότι τέτοιες θέσεις εργασίας είναι πιο εύκολο
να αυτοματοποιηθούν ή\και να μεταφερθούν σε τρίτες χώρες –μιας και
χαρακτηρίζονται από υψηλά επίπεδα επαναληπτικών διαδικασιών, διαδικασιών ρουτίνας–
είναι πιο εύκολο να κωδικοποιηθούν και να αποτυπωθούν σε ένα σύνολο οδηγιών
και, είτε να εκτελεστούν από μια μηχανή είτε από έναν εργαζόμενο σε χώρα του
εξωτερικού.
Αυτές
οι εξελίξεις έχουν βέβαια και σημαντικές επιπτώσεις σε πολιτικό και οικονομικό
επίπεδο. Στο βαθμό που εκλείπουν οι μεσαίου επιπέδου θέσεις απασχόλησης και
περιορίζονται οι αντίστοιχοι μισθοί, η κοινωνική θέση αυτού που καλούνταν
μεσαία τάξη γίνεται όλο και πιο επισφαλής. Άνθρωποι που είχαν μοχθήσει για να καταλάβουν
τέτοιες θέσεις –εργασιακές και κοινωνικές- είναι τώρα ιδιαίτερα απογοητευμένοι,
δυσαρεστημένοι, αγανακτισμένοι.
Μια
άλλη τάση που συνδέεται με την αύξηση στις οικονομικές ανισότητες είναι η πτώση
του ποσοστού του εθνικού εισοδήματος που πηγαίνει στους εργαζόμενους με τη
μορφή αποδοχών. Ενώ την ίδια στιγμή, το ποσοστό που πηγαίνει στους κατόχους
κεφαλαίου αυξάνεται. Τις δύο τελευταίες δεκαετίες το μερίδιο της εργασίας
μειώθηκε κατά 3,5 ποσοστιαίες μονάδες (από 71,5% σε 68%). Την ίδια περίοδο
παρατηρήθηκε το φαινόμενο της αποσύνδεσης της αύξησης των μισθών από την αύξηση
της παραγωγικότητας της εργασίας, με την τελευταία να αυξάνεται με πιο
γρήγορους ρυθμούς.
Επίσης, μία άλλη
αρνητική παγκόσμια τάση είναι η άνοδος των ανισοτήτων εν γένει. Πριν μερικές
δεκαετίες η σχέση του ανώτερου εισοδηματικού επιπέδου 10% προς το κατώτατο 10%
ήταν 7 προς 1. Σήμερα αυτό είναι 9,4 προς 1. Και αυτό αφορά μόνον τις
εισοδηματικές ανισότητες. Γιατί αναφορικά με το συνολικό πλούτο τα στοιχεία
δείχνουν ότι το ανώτατο 10% κατέχει όσα κατέχει όλο μαζί το υπόλοιπο 90%! Οι
προκλήσεις που θέτουν τέτοιες ανισότητες έχουν να κάνουν με τις ανισότητες στις
ευκαιρίες, συμπεριλαμβανομένων της εκπαίδευσης και της υγείας. Αυτές οι μεγάλες
ανισότητες οδηγούν, τελικά σε χαμηλότερα επίπεδα κινητικότητας και
παραγωγικότητας. Επιπλέον, υψηλές
ανισότητες οδηγούν σε κοινωνικές αναστατώσεις, περιορίζουν τα επίπεδα
εμπιστοσύνης σε μια κοινωνία, περιορίζουν το κοινωνικό κεφάλαιο. Η ανισότητα
φαίνεται να έχει επίσης επιπτώσεις και στις επόμενες γενιές, καθώς οι πιο
εύποροι φαίνεται να δημιουργούν κλειστές κοινότητες που περιλαμβάνουν υψηλής
ποιότητας εκπαίδευση, υγειονομική περίθαλψη και πολιτική επιρροή.
Μια
άλλη παγκόσμια διαδικασία που επιδρά στην απασχόληση είναι η μετάβαση από την
οικονομία του άνθρακα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Με βάση τις ανησυχίες
για τις κλιματικές αλλαγές και την εντατικοποίηση του φαινομένου του
θερμοκηπίου, αρκετές χώρες έχουν διαμορφώσει στρατηγικές ενεργειακής
απεξάρτησης από τον άνθρακα. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια θέσεων
εργασίας στον τομέα της ενεργειακής παραγωγής με βάση τον άνθρακα και την
δημιουργία θέσεων εργασίας στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της
ενεργειακής αποδοτικότητας. Οι μελέτες αναφορικά με το εάν το ισοζύγιο θα είναι
θετικό ή αρνητικό δεν είναι καταληκτικές.
Όμως
το δεδομένο είναι ένα: η εργασία διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στη ζωή των
ανθρώπων και στην διαμόρφωση της κοινωνικής τους ταυτότητας. Και μάλιστα,
φαίνεται ότι αυτό θα συνεχίσει να ισχύει για πολύ καιρό ακόμα. Η εργασία δεν αποτελεί απλώς ένα μέσο για την
απόκτηση της οικονομικής ανεξαρτησίας, αλλά και μέσο για την εκπλήρωση των
προσωπικών ονείρων και εργαλείο κοινωνικής ενσωμάτωσης. Βοηθά τους ανθρώπους
στη δόμηση του χρόνου τους, τους κοινωνικοποιεί μέσα από την επαφή με τους
συναδέλφους τους, οργανώνει την καθημερινή τους ρουτίνα[8].
Σήμερα,
τόσο οι μορφές παραγωγής όσο και στάσεις απέναντι στην εργασία έχουν εξελιχθεί.
Το γεγονός της απασχόλησης για μια ολόκληρη ζωή σε μια εργασία, αποτελεί πια
παρελθόν. Η δουλειά 9 με 5 δεν είναι πλέον το κυρίαρχο μοτίβο. Για πολλούς, η
παλιά αντίληψη ότι με το που τελειώσουν το πανεπιστήμιο, θα βρουν μια δουλειά
όπου θα περάσουν τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής τους, είναι κάτι που αποτελεί
παρελθόν.
Τα
παρακάτω αποτελούν μια σειρά από καινούργιες τάσεις στον χώρο της εργασίας[9]:
Α)
Η εργατική δύναμη είναι πολύ πιο εκπαιδευμένη απ’ ότι παλιότερα και πολύ πιο
διαφοροποιημένη. Το εκπαιδευτικό επίπεδο στις χώρες του ΟΟΣΑ συνεχίζει να
αυξάνεται, ενώ το μοντέλο του «άνδρα αρχηγού της οικογένειας» που κυριαρχούσε
στον 20ο αιώνα, φαίνεται να μην ισχύει πλέον.
Β)
Τα μεταναστευτικά ρεύματα έχουν αυξηθεί και η εργατική δύναμη τείνει να παγκοσμιοποιηθεί.
Γ)
Παρατηρείται παγκοσμίως γήρανση του εργατικού δυναμικού.
Δ)
Αυξάνεται η αστικοποίηση του εργατικού δυναμικού.
E) Οι νέες
τεχνολογίες επιτρέπουν την ύπαρξη πιο ευέλικτων χώρων εργασίας, οι άνθρωποι δεν
εργάζονται πλέον με το μοντέλο των καθορισμένων ωρών εργασίας. Οι άνθρωποι
είναι πλέον πιο διασυνδεδεμένοι, εργάζονται ψηφιακά, χωρίς να είναι
αναγκασμένοι να βρίσκονται σε έναν συγκεκριμένο χώρο.
ΣΤ)
Οι αγορές εργασίας διαφοροποιούνται όλο και πιο πολύ, παρουσιάζοντας πολλές
μορφές και τύπους εργασίας. Μορφές εργασίας όπως η εργασία σε πλατφόρμα, η
εργασία με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, θέτουν μια σειρά από ζητήματα όπως η
αδυναμία κατηγοριοποίησης αυτών των εργαζομένων. Ζήτημα που έχει σοβαρότατες
επιπτώσεις και εγείρει σειρά προκλήσεων, όπως η πρόκληση της διασφάλισης
αξιοπρεπών συνθηκών εργασίας, η διασφάλιση των κοινωνικών τους δικαιωμάτων, η
πρόσβασή τους στην κοινωνική προστασία[10].
Ζ)
Συνεπώς, το τέλος της απασχόλησης δεν αποτελεί ζήτημα. Γι΄ αυτό άλλωστε και η
συζήτηση για το τέλος της απασχόλησης μέσα από την είσοδο της ρομποτικής ή
άλλων τεχνολογιών είναι αλυσιτελής και είναι μια συζήτηση που λίγο πολύ
επαναλαμβάνεται αιώνες τώρα. Ζήτημα, σήμερα, συνιστά η ανεργία, με ό,τι αυτή
συνεπάγεται, με ό,τι συνέπειες αυτή επιφέρει. Επιπρόσθετα, αυτό που αποτελεί
ζήτημα είναι το είδος και η ποιότητα των εργασιών που έρχονται να καλύψουν το
κενό που δημιουργείται από την εισαγωγή τεχνολογίας στην παραγωγική διαδικασία.
Όπως αναφέρει και ο ΟΟΣΑ, «επίκεινται σημαντικοί κίνδυνοι για απομείωση της ποιότητας της εργασίας και
αύξησης των διαφορών μεταξύ εργαζομένων και
θα πρέπει να αποτελούν κεντρική μέριμνα των διαμορφωτών πολιτικής… Τελικά, ενώ
ο κίνδυνος για μια συνολική πτώση της απασχόλησης είναι μικρός, συγκεκριμένοι
τομείς και περιοχές πρόκειται να έχουν την εμπειρία της μείωσης των διαθέσιμων
αριθμών απασχόλησης και είναι αναγκαίες πολιτικές που διευκολύνουν την
κινητικότητα της εργασίας και απαντούν στις περιφερειακές ανισότητες»[11].
Για
τους παραπάνω λόγους, άλλωστε, το ζήτημα
της απασχόλησης, έχει σταδιακά καταστεί ένα από τα κεντρικά θέματα ενασχόλησης
των διεθνών οργανισμών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί ένα χαρακτηριστικό
παράδειγμα. Όπως θα καταδειχθεί και στη συνέχεια, ενώ στις πρώτες δεκαετίες της
ύπαρξής της, στις πολιτικές της, το ζήτημα της απασχόλησης ήταν ανύπαρκτο,
σταδιακά, έχει φθάσει να κατέχει κεντρική θέση τόσο στο νομικό πλαίσιο της όσο
και στις πολιτικές της.
[1]
Frey, C and M. Osborne “The future of employment: How susceptible are jobs to
computerization?”, Technological
Forecasting and Social Change, Vo;.114, σελ.
254-280.
[2] Αντιγόνη
Λυμπεράκη-Γιάννης Δενδρινός, Ευέλικτη
εργασία. Νέες μορφές και ποιότητα απασχόλησης, Εκδόσεις Κέρκυρα, 2004, σελ.
37.
[3] Όπ.παρ. σελ.45
[4]
OECD, The future of work, OECD Employment
Outlook 2019, OECD Publishing, 2019.
[5] Τα στοιχεία είναι
από την ιστοσελίδα http://www.oecd.org/employment/outlook.
[6]
ILO, Non-standard employment around the
world. Understanding challenges, shaping prospects, International Lαbour
Office, 2016, σελ.
83.
[7] Όπ.παρ. σελ.
98.
[8]
Milena Nikolova & Femke Cnossen, What
makes a job meaningful?, IZA Institute, 8 Απρίλιος
2020.
[9]
Work Employment Confederation Europe, The future of work, September
2016.
[10]
OECD, Policy responses to new forms of work,
OECD Publishing, Paris, 2019, σελ. 9.
[11] Οπ.παρ., σελ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.