Το βιβλίο των Ζαν Πολ Φιτουσί και Ελούα Λοράν, Η νέα πολιτική οικολογία. Οικονομία και ανθρώπινη ανάπτυξη, αποτελεί το τρίτο βιβλίο της σειράς που άπτεται των περιβαλλοντικών ζητημάτων. Τα άλλα δύο βιβλία το Οικολογία και καπιταλισμός του Τζον Μπέλαμυ Φόστερ και το πρόσφατο Η πολιτική των κλιματικών αλλαγών του Άντονι Γκίντενς φώτιζαν το καθένα πτυχές του ζητήματος. Ο Φόστερ επέμενε στο ζήτημα της αδυναμίας συνύπαρξης καπιταλισμού και οικολογικών πολιτικών. Ο Γκίντενς επέμενε στο ζήτημα της κεντρικότητας των ενεργειακών ζητημάτων, στη δημιουργία ενός συνολικού σχεδιασμού και στις αναγκαίες αλλαγές στον τρόπο ζωής. Το βιβλίο Η νέα πολιτική οικολογία έρχεται να φωτίσει πτυχές του ιδίου ζητήματος, δηλαδή του ζητήματος της ανάπτυξης με δεδομένο τον προβληματισμό των κλιματικών αλλαγών. Κεντρική θέση του βιβλίου είναι ότι είναι δυνατόν να συνεχίσουμε τον δρόμο της ανθρώπινης ανάπτυξης χωρίς να θυσιάσουμε τα οικοσυστήματα του πλανήτη. Η προϋπόθεση είναι ότι θα εμβαθύνει η δημοκρατία, θα περιοριστούν οι κοινωνικές ανισότητες και θα αναπτυχθεί η ανθρώπινη γνώση και η τεχνολογία. Προϋπόθεση είναι η επανένταξη της ρύθμισης στην παραγωγική διαδικασία μέσω της αναζήτησης του κοινού αγαθού.
Ως προαπαιτούμενο για τα παραπάνω, οι συγγραφείς θεωρούν την απαλλαγή από την ψευδαίσθηση μια οικονομικής επιστήμης που είναι κλεισμένη στον εαυτό της και θεωρεί την οικονομία ως ένα ολοκληρωμένο κλειστό κύκλωμα. Μία λογική που θεωρεί ότι οι αγορές και μόνο μπορούν να βρουν το δρόμο για μία βιώσιμη ανάπτυξη. Αντιθέτως, η καλή λειτουργία της οικονομίας της αγοράς απαιτεί την εξωτερική ρύθμιση και την παρέμβαση βέβαια ενός εξωτερικού δρώντος, του κράτους. Θέση που είχε υποστηρίξει και ο Γκίντενς στο βιβλίο του.
Η οικονομία πρέπει να καταστεί ένα σύστημα ανοικτό, τόσο ως προς την πολιτική και την κοινωνία, όσο και ως προς τη φύση, αφού η οικονομία αλληλεπιδρά με αυτά τα συστήματα.
Ενδιαφέρον είναι εδώ το επιχείρημα που προβάλλουν οι συγγραφείς για το πώς θα γίνει αυτό, και εδώ έρχονται να συναντήσουν τον προβληματισμό του Ρόμπερτ Νταλ στο βιβλίο του Περί πολιτικής ισότητας. Οι συγγραφείς θεωρούν ότι η καταπολέμηση των έντονων κοινωνικών ανισοτήτων και η εμβάθυνση των δημοκρατικών διαδικασιών είναι διεργασίες που θα συνεισφέρουν άμεσα στην διαμόρφωση μίας βιώσιμης αναπτυξιακής διαδικασίας. Αυτό που πραγματικά επείγει, μας λένε, είναι η αποανάπτυξη των ανισοτήτων. Η σχέση δημοκρατίας και οικολογίας είναι, με μια λέξη, ουσιώδης.
Το γιατί μας το αναλύουν οι ίδιοι. Όπως λένε, θα ήταν δύσκολο να απαιτήσουμε, σε έναν κόσμο όπου η οριζόντια (ενδογενεακή) ισότητα δεν έχει καμία θέση, η κάθετη (διαγενεακή) ισότητα να απασχολεί την κοινωνία. Με άλλα λόγια, η ύπαρξη έντονων ανισοτήτων εμποδίζει σε μία κοινωνία την ανάπτυξη της αλληλεγγύης και της συνοχής και δημιουργεί λογικές ατομικιστικών πρακτικών, οι οποίες έχουν καταστροφικά αποτελέσματα για τα κοινά αγαθά αλλά και για το περιβάλλον. Επιπλέον, όσο οι ανισότητες είναι έντονες, ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας δεν δύναται να προχωρήσει σε σχέδια για μέλλον, ακόμη κι αν το ήθελε. Οι περιορισμοί της καθημερινής ζωής το εγκλωβίζουν στο παρόν.
Συνεπώς, η λύση του οικολογικού προβλήματος δεν είναι λοιπόν το τέλος της ανάπτυξης, αλλά η μείωση των ανισοτήτων: σε αυτήν την περίπτωση θα χρειαζόταν λιγότερη ανάπτυξη για να ικανοποιηθούν οι ανάγκες του πληθυσμού, διότι τότε οι πλουσιότεροι θα μονοπωλούσαν μικρότερο μέρος της και οι φτωχότεροι, ελεύθεροι από τους περιορισμούς της καθημερινότητας, θα μπορούσαν και πάλι να σκεφτούν το μέλλον. Όμως αυτή η προσπάθεια για κοινωνική δικαιοσύνη πρέπει να συνοδευτεί από την προσπάθεια να αναστοχαστούμε την ανθρώπινη ανάπτυξη. Εντέλει, αυτό που επιδιώκουμε είναι η έννοια της ανοιχτής οικονομίας: ανοιχτής στο οικολογικό, κοινωνικό και πολιτικό της περιβάλλον.
Η δημοκρατία μπορεί σήμερα, να οριστεί ως το καθεστώς εκείνο που επιδιώκει να κατανείμει όσο δικαιότερα είναι δυνατόν τα πρωταρχικά αγαθά και να διορθώσει, όσο γίνεται, τις ανισότητες των ικανοτήτων. Αυτού του είδους η κοινωνική δικαιοσύνη, ακριβώς επειδή βελτιώνει τις συνιστώσες της ανθρώπινης ανάπτυξης, διαθέτει οικολογικές αρετές. Τις διαθέτει για έναν ακόμα λόγο: η εμβάθυνση της δημοκρατίας δημιουργεί συνθήκες τέτοιες ώστε να είναι δυνατός ο καλύτερος έλεγχος του δυναμικού συστήματος της πολιτικής οικονομίας.
Ο Γκίντενς στο βιβλίο του Η πολιτική των κλιματικών αλλαγών, επισημαίνει την κρισιμότητα της δημιουργίας νέων τεχνολογιών για την αντιμετώπιση του φαινομένου του θερμοκηπίου. Οι Φιτουσία και Λοράν επισημαίνουν ότι η δημοκρατία βοηθά αποφασιστικά σε αυτό το τόσο σημαντικό ζήτημα: η διεύρυνση των δικαιωμάτων στην εκπαίδευση και η επέκταση της εκπαίδευσης σε όλο και μεγαλύτερα μερίδια του πληθυσμού, πέραν των θετικών επιπτώσεων στην κοινωνική συμμετοχή συνεισφέρει και στην αύξηση της γνώσης και στην εξέλιξη της τεχνολογίας.
Το βιβλίο των Ζαν Πολ Φιτουσί και Ελούα Λοράν, Η νέα πολιτική οικολογία. Οικονομία και ανθρώπινη ανάπτυξη αποτελεί μία ελπιδοφόρα πρόταση στους ζοφερούς καιρούς που διανύουμε. Με πλούσιες αναφορές πέρα από την πολιτική οικονομία, στη φιλοσοφία, την κοινωνιολογία, τις φυσικές επιστήμες, οι συγγραφείς σκιαγραφούν μία πρόταση, που χωρίς να αρνείται τα επιτεύγματα του 20ου αιώνα, μπορεί να αποτελέσει αισιόδοξο πρόταγμα για τον αιώνα που διανύουμε. Ένα πρόταγμα που θα συνδυάζει την κοινωνική δικαιοσύνη με την οικολογία, την δημοκρατία με τη γνώση, την καταπολέμηση των κοινωνικών ανισοτήτων με την επέκταση της συμμετοχής, τον σεβασμό απέναντι στη φύση με τον σεβασμό στις μελλοντικές γενιές.
Κωνσταντίνος Δ. Γεώρμας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.