Τρίτη 20 Ιουλίου 2021

Η κοινωνική επιχειρηματικότητα σε Ευρώπη και Ελλάδα

 

Η κοινωνική επιχειρηματικότητα στην Ευρώπη

Η κοινωνική επιχειρηματικότητα στην Ευρώπη έχει πλέον τέσσερις δεκαετίες εμπειρίας. Οι πρώτες κοινωνικές επιχειρήσεις παρουσιάστηκαν στην Ιταλία την δεκαετία του 1980  και η πρώτη Χάρτα της Κοινωνικής Οικονομίας παρουσιάστηκε στην Γαλλία την ίδια δεκαετία. Σήμερα, οι κοινωνικές επιχειρήσεις στην Ευρώπη αντιπροσωπεύουν ένα δυναμικό και πολύμορφο κίνημα που αντιπροσωπεύει μια κίνηση για νέα επιχειρηματικά μοντέλα που συνδυάζουν την οικονομική δραστηριότητα με τον κοινωνικό σκοπό, την επιχειρηματικότητα με την αλληλεγγύη, τις δημοκρατικές διαδικασίες, την προτεραιότητα του ανθρώπου έναντι του κεφαλαίου.

Η δημιουργία κοινωνικών επιχειρήσεων ξεκίνησε κατά κύριο λόγο από κινήσεις της κοινωνίας των πολιτών που ήθελαν να ανταποκριθούν σε καινούργιες ανάγκες που αναδύονταν κατά την δεκαετία του 1980. Τέτοιες κινήσεις πολιτών, που ενίοτε είχαν και σχέσεις με ποικίλα κινήματα, πειραματίζονταν έτσι ώστε να βρουν πιο αποτελεσματικούς τρόπους για την αντιμετώπιση αναγκών που η αγορά ή και το κράτος άφηναν αναπάντητες. Ένας σημαντικός αριθμός κοινωνικών επιχειρήσεων αναπτύχθηκε την εποχή που η ανεργία παρουσίαζε υψηλά, για τα ευρωπαϊκά επίπεδα, ποσοστά. Πολλές φορές και με τη βοήθεια χρηματοδοτήσεων από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, οι Κοινωνικές Επιχειρήσεις Εργασιακής Ένταξης (WISEs) προσέφεραν βοήθεια σε ανέργους που για πολλούς λόγους αντιμετώπιζαν ιδιαίτερες δυσκολίες στην ένταξή τους στην αγορά εργασίας.

Επιπλέον, ο περιορισμός του κοινωνικού κράτους ή και προσπάθεια ιδιωτικοποίησης κάποιων λειτουργιών του, δημιούργησε ένα ευρύ πεδίο το οποίο κάλυψαν μέσα από τη δραστηριότητά τους οι κοινωνικές επιχειρήσεις. Το γεγονός ότι κινητοποιούνταν από ηθικές αξίες και όχι από κερδοσκοπικές βλέψεις, αξίες που τις καταστούσαν απόλυτα αποδεκτές από τους πολίτες αλλά και από τις κυβερνήσεις.  Στον τομέα των υπηρεσιών, πολλές φορές, οι κοινωνικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνταν χωρίς την επέμβαση του κράτους, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση της Ιταλίας για την αντιμετώπιση του προβλήματος της εξάρτησης από τα ναρκωτικά ή ακόμα και πρόσφατα στη Γαλλία μέσα από ένα ευρύ κίνημα γονέων που διαμόρφωσαν συνεταιριστικές μονάδες βρεφονηπιακής φροντίδας, λόγω το γεγονότος ότι ήθελαν αυτοί να έχουν τον κυρίαρχο λόγο στην διαπαιδαγώγηση των παιδιών και όχι οι δημόσιες μονάδες βρεφονηπιακών σταθμών.

Ένας τρίτος τομέας όπου οι κοινωνικές επιχειρήσεις είναι ιδιαίτερα δραστήριες είναι το τομέας της κοινωνικής ένταξης και της τοπικής ανάπτυξης. Οι κοινωνικές επιχειρήσεις, λόγω του γεγονότος ότι δραστηριοποιούνται στο τοπικό επίπεδο, λειτουργούν ως φορέας κινητοποίησης κοινών πόρων, αργουσών πόρων ή και εθελοντικών πόρων στη συγκεκριμένη περιοχή. Μέσα από την προσφορά τους στην ένταξη στην αγορά εργασίας ατόμων που μειονεκτούν και που εάν δεν υπήρχαν αυτές θα αντιμετώπιζαν ανυπέρβλητα εμπόδια στην ένταξή τους, συνεισφέρουν στην τοπική κοινωνία και οικονομία. Αφενός αναβαθμίζουν το κοινωνικό κεφάλαιο της τοπικής κοινότητας, αναβαθμίζουν τις εργασιακές δεξιότητες στην τοπική οικονομία και προσφέρουν ένα ιδιαίτερα καταρτισμένο εργατικό δυναμικό και στις κερδοσκοπικές επιχειρήσεις. Επιπλέον, με τα εισοδήματα που δημιουργεί διευρύνει τον κύκλο εργασιών στο τοπικό επίπεδο βοηθώντας έτσι όχι μόνον τους ανθρώπους αλλά και τις άλλες τοπικές επιχειρήσεις.

 

 

Ποσοστά κοινωνικών επιχειρήσεων ανά τομέα δραστηριότητας

Κοινωνικές υπηρεσίες

16,70%

Απασχόληση και κατάρτιση

14,88%

Περιβάλλον

14,52%

Εκπαίδευση

14,52%

Οικονομική, κοινωνική και κοινοτική ανάπτυξη

14,34%

Πολιτισμός, τέχνες, ψυχαγωγία

7,08%

Υγεία

6,90%

Στέγαση

2,72%

Επιχειρηματικές ενώσεις

2,00%

Νομικά, υπεράσπιση/έκφραση συμφερόντων, πολιτική

1,63%

Λοιπά

4,72%

 

Τα στοιχεία προέρχονται από έρευνα της SELUSI, www.selusi.eu και αναφέρονται σε στατιστικό δείγμα και όχι σε απόλυτη καταμέτρηση των κοινωνικών επιχειρήσεων στην ΕΕ

 

Το γεγονός ότι προσφέρει επιχειρηματικές εκδοχές με έντονο το κοινωνικό στοιχείο, ότι είναι οργανωμένη και προσανατολισμένη στο να ανταποκρίνεται σε ανάγκες ευπαθών ομάδων, υποβαθμισμένων περιοχών και γειτονιών, την καθιστά ζωντανό παράδειγμα του γεγονότος ότι η δραστηριοποίηση των ανθρώπων προσφέρει τη δυνατότητα αλλαγής της ζωής τους. Συνεπώς καλλιεργεί στους πολίτες της κοινότητας την αίσθηση, την εμπιστοσύνη ότι έχουν τη δυνατότητα να αδράξουν τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται. Επιπλέον, λόγω του γεγονότος ότι η δράσης της στηρίζεται σε δημοκρατικές διαδικασίες και ότι για να επιτύχει τους σκοπούς της προωθεί ισότιμες δικτυώσεις, καλλιεργεί τοπικά μοντέλα διακυβέρνησης που προωθούν την ένταξη και ενδυναμώνουν τις τοπικές κοινότητες. Και, επιπλέον λειτουργεί και ως ο πολιτικός εκφραστής των αγωνιών και των αιτημάτων των κοινωνικά αποκλεισμένων.

Τομείς δραστηριοποίησης κοινωνικών επιχειρήσεων

·         Κοινωνική και οικονομική ένταξη μειονεκτούντων και αποκλεισμένων (π.χ. ένταξη στην εργασία, προστατευμένη απασχόληση)

·         Κοινωνικές υπηρεσίες γενικού συμφέροντος (π.χ. μακροχρόνια φροντίδα για τους ηλικιωμένους, εκπαίδευση και παιδική φροντίδα, απασχόληση και υπηρεσίες κατάρτισης, κοινωνική στέγαση, φροντίδα υγείας)

·         Άλλες κοινωνικές υπηρεσίες και υπηρεσίες που απευθύνονται στην κοινότητα (π.χ. συμβουλευτική, βοήθεια στους νέους, μικροπιστώσεις, προσωρινά καταφύγια για αστέγους κ.ά.)

·         Δημόσιες υπηρεσίες (π.χ. συντήρηση και καθαρισμός δημόσιων χώρων, υπηρεσίες μαζικής μεταφοράς, ανακύκλωση και συλλογή χρησιμοποιημένων συσκευών και άλλων αντικειμένων, ένταξη αποφυλακισμένων κ.ά.)

·         Αγροτο-βιομηχανικές δραστηριότητες, περιβάλλον (π.χ. μείωση εκπομπών θερμοκηπίου, ανακύκλωση, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κ.ά.)

·         Πολιτιστικές δραστηριότητες, τουριστικές υπηρεσίες, υπηρεσίες ελεύθερου χρόνου

·         Καλλιέργεια της αλληλεγγύης με τις αναπτυσσόμενες χώρες (π.χ. δίκαιο εμπόριο.

Τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον για την κοινωνική επιχειρηματικότητα είναι ακόμα πιο έντονο. Σε μεγάλο βαθμό, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι έχει πλέον αναγνωριστεί από την κοινωνία αλλά και από τις κυβερνήσεις ότι αυτή έχει σημαντικό ρόλο να διαδραματίσει σε πολλά από τα φλέγοντα ζητήματα της εποχής, όπως η καταπολέμηση φαινομένων κοινωνικού αποκλεισμού, η ένταξη ευάλωτων ομάδων στην αγορά εργασίας, η αντιμετώπιση περιβαλλοντικών και κοινωνικών προκλήσεων. Η οικονομική κρίση στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας ενίσχυσε ακόμα περισσότερο τη θέση τους αφού αποδείχθηκε ότι ακριβώς επειδή πρέσβευαν και λειτουργούσαν με μη κερδοσκοπικές αρχές και βασίζονταν στην συνεργατικότητα, την κοινωνική αλληλεγγύη και τη δικτύωση με την κοινωνία των πολιτών, κατόρθωσαν να επιδείξουν αξιοσημείωτη αντοχή και να προσφέρουν αναγκαίες υπηρεσίες και αγαθά στην τοπική κοινότητα.

Για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πέραν των παραπάνω, η κοινωνική επιχειρηματικότητα και, γενικότερα, η κοινωνική οικονομία, συνιστά έναν θεσμό απαραίτητο στην πολιτική για βιώσιμη και σταθερή οικονομική ανάπτυξη. Είναι ένας απαραίτητος θεσμός για δικαιότερη κατανομή του πλούτου και δικαιότερα εισοδήματα, ένα εργαλείο για την συμπεριληπτική αντιμετώπιση νέων αναδυόμενων αναγκών, για την αντιμετώπιση ανισορροπιών στην αγορά εργασία και για την εμβάθυνση της οικονομικής δημοκρατίας. Σε πολλά από τα κείμενά της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει ότι η κοινωνική επιχειρηματικότητα είναι σημαντικός παράγοντας για τον εξανθρωπισμό της οικονομίας αφού θέτει έμφαση και καλλιεργεί αρχές όπως η αυτονομία, οι συνεργατικές αξίες, η οργάνωση οικονομίας σε ανθρώπινη κλίμακα, οι δημοκρατικές διαδικασίες.

Ο Ευρωπαϊκός ορισμός της κοινωνικής επιχειρηματικότητας

Μια πρώτη προσπάθεια εννοιολογικού προσδιορισμού της κοινωνικής επιχειρηματικότητας γίνεται στην Γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για τις διάφορες μορφές επιχειρηματικότητας (INT/447 της 01/10/2009). Εκεί αναφέρονταν ότι οι κοινωνικές επιχειρήσεις συνιστούν μέρος της κοινωνικής οικονομίας, λειτουργούν υπό διάφορες νομικές μορφές και οι κύριοι τομείς δραστηριότητας ήταν η προσφορά υπηρεσιών όπως η υγεία, το περιβάλλον, κοινωνικές υπηρεσίες, η εκπαίδευση και η δημιουργία απασχόλησης για μειονεκτούντες ή κοινωνικά αποκλεισμένους ανθρώπους. Σε μία άλλη γνώμη της (INT/589 της 26/10/2011), η ΕΟΚΕ περιέγραφε τα ακόλουθα χαρακτηριστικά για τις κοινωνικές επιχειρήσεις:

• Προτεραιότητα κοινωνικών στόχων σε αντίθεση με τους κερδοσκοπικούς στόχους

• Τα οικονομικά πλεονάσματα (κέρδη) επανεπενδύονταν για την δραστηριότητα της επιχείρησης

• Ποικιλομορφία νομικών μορφών

• Παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών με κοινωνική καινοτομία

• Ανεξάρτητες οντότητες με συμμετοχικές διαδικασίες συναπόφασης και δημοκρατική διακυβέρνηση. Φορείς που προκύπτουν ή συνεργάζονται με την κοινωνία των πολιτών και τις οργανώσεις της

Κρίσιμης σημασίας ωστόσο ήταν ο ορισμός που προώθησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέσα από την Ανακοίνωσή της Πρωτοβουλία για την Κοινωνική Επιχειρηματικότητα (COM/2011/0682 final of 25/10/2011). Εκεί η κοινωνική επιχείρηση οριζόταν ως μια μορφή φορέα της κοινωνικής οικονομίας που ο κύριος στόχος του είναι ο κοινωνικός αντίκτυπος και όχι το κέρδος. Η βιωσιμότητά της βασίζεται στην παροχή αγαθών και υπηρεσιών με επιχειρηματικό και καινοτόμο τρόπο στην αγορά και χρησιμοποιεί τα κέρδη της για να επιτύχει τον κοινωνικό σκοπό της. Η διαχείριση της γίνεται με έναν ανοικτό και υπεύθυνο τρόπο και συμπεριλαμβάνει εργαζόμενους, καταναλωτές και άλλους εμπλεκόμενους στις δραστηριότητές της. Στην Ανακοίνωση προσδιορίζονται και τα κύρια πεδία δραστηριοποίησης των κοινωνικών επιχειρήσεων:

α) επιχειρηματικές δράσεις μέσω των οποίων παρέχονται κοινωνικές υπηρεσίες ή/και αγαθά σε ευάλωτους ανθρώπους

β) επιχειρηματικές δραστηριότητες μέσω των οποίων επιδιώκεται η εργασιακή ένταξη ανθρώπων που αντιμετωπίζουν δυσκολίες στον τομέα αυτό

Παρακάτω παρουσιάζεται μια λειτουργική απεικόνιση του ορισμού της κοινωνικής επιχείρησης όπως την παρουσίασε η Ανακοίνωση.

Η επιχειρηματική διάσταση

Σταθερή και συνεχής παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών.

Τα εισοδήματά της προέρχονται είτε από την άμεση πώληση αγαθών ή υπηρεσιών σε ιδιώτες ή μέλη ή και από δημόσιες συμβάσεις

 

 

Η χρήση συντελεστών παραγωγής που λειτουργούν στην οικονομία της αγοράς (μισθωτή απασχόληση, κεφάλαιο, περιουσιακά στοιχεία)

Μολονότι βασίζεται τόσο σε εθελοντές όσο και σε μη εμπορευματικούς πόρους, για να διατηρήσει τη βιωσιμότητά της, μια κοινωνική επιχείρηση χρησιμοποιεί τυπικά και συντελεστές παραγωγής που χρησιμοποιούνται στην τυπική κερδοσκοπική οικονομική δραστηριότητα

Η κοινωνική διάσταση

Σαφώς εκπεφρασμένο κοινωνικό στόχο: τα αγαθά που παρέχει/οι δραστηριότητες της έχουν μια κοινωνική/δημόσιου συμφέροντος συνδήλωση

 

Ο τύπος των υπηρεσιών που παρέχονται ή των δραστηριοτήτων της μπορούν να ποικίλουν κατά πολύ από περιοχή σε περιοχή ανάλογα με τις ανάγκες που δεν έχουν καλυφθεί στο τοπικό επίπεδο, ή, σε κάποιες περιπτώσεις, ακόμα και σε παγκόσμιο επίπεδο

 

 

Η διάσταση της διακυβέρνησης

Συμπεριληπτική και συμμετοχική διακυβέρνηση

Οι κοινωνικές επιχειρήσεις μπορεί να δημιουργούνται ως οργανώσεις με έναν ή πολλούς εμπλεκόμενους

 

Η διανομή των κερδών περιορίζεται (ιδιαίτερα στα περιουσιακά στοιχεία), γεγονός που εγγυάται ότι διασφαλίζεται ο κοινωνικός σκοπός της επιχείρησης

 

Η θεσμοθέτηση της κοινωνικής επιχειρηματικότητας

Αναφορικά με την θεσμοθέτηση του τομέα στις διάφορες χώρες της ΕΕ μπορούμε να διακρίνουμε διάφορες ομάδες. Υπάρχουν οι χώρες με ορισμό της κοινωνικής επιχειρηματικότητας όπως για παράδειγμα η πρωτοπόρος Ιταλία η οποία εισήγαγε για πρώτη φορά νόμο που ορίζει τις κοινωνικές επιχειρήσεις με το νόμο 381/1991 (ο νόμος τις όριζε ως κοινωνικούς συνεταιρισμούς). Στο πρώτο «κύμα» θεσμοθέτησης της κοινωνικής επιχειρηματικότητας συμμετείχαν επίσης η Ισπανία, η Πορτογαλία, το Βέλγιο και η Γαλλία.

Το δεύτερο κύμα ακολούθησαν χώρες όπως η Γερμανία, η Πολωνία η Ουγγαρία, η Λιθουανία, Φιλανδία Ενώ στο τρίτο κύμα συμμετείχαν η Ελλάδα με μια σειρά άλλες χώρες της Κεντρικής και Νότιας Ευρώπης Δανία, Τσεχία, Βουλγαρία, Λετονία, Ρουμανία και Σουηδία.

 

1980: Χάρτα Κοινωνικής Οικονομίας

Το 1980, όλοι οι φορείς της Κοινωνικής Οικονομίας στη Γαλλία, σε ένα πανεθνικό συνέδριο, υιοθέτησαν την παρούσα Χάρτα. Τα κύρια σημεία της είναι τα παρακάτω:

Οι επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονομίας λειτουργούν με δημοκρατικό τρόπο. Απαρτίζονται από μέλη αλληλέγγυα και με ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις.

Τα μέλη, καταναλωτές ή παραγωγοί […] δεσμεύονται ελεύθερα ανάλογα με τις επιλεγόμενες μορφές δραστηριότητας (συνεταιριστικές, αλληλοβοήθειας ή συλλογικές), να αναλάβουν τις ευθύνες που τους αναλογούν ως μέλη.

Καθώς όλα τα μέλη είναι στον ίδιο βαθμό κάτοχοι των μέσων παραγωγής, [οι επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονομίας] προσπαθούν να δημιουργήσουν στις εσωτερικές κοινωνικές σχέσεις  τους νέους δεσμούς αναπτύσσοντας μια δραστηριότητα […] κατάρτισης και πληροφόρησης.

Διακηρύσσουν το δικαίωμά τους στην ανάπτυξη σε πνεύμα σεβασμού της πλήρους ελευθερίας της δράσης τους.

Τοποθετούνται στο πλαίσιο ενός ειδικού καθεστώτος ιδιοποίησης, διανομής ή κατανομής των κερδών. Τα πλεονάσματα των ισολογισμών δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν παρά για την ανάπτυξή τους και για την καλύτερη εξυπηρέτηση των μελών, τα οποία είναι τα μόνα που ασκούν τον έλεγχο.

Καταγίνονται να μετάσχουν στην αρμονική ανάπτυξη της κοινωνίας σε μια προοπτική ατομικής και συλλογικής προόδου.

Οι επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονομίας διακηρύσσουν ότι ο σκοπός τους είναι η εξυπηρέτηση του ανθρώπου.

 

Η διαμόρφωση ενός οικοσυστήματος για την κοινωνική επιχειρηματικότητα

Τα εμπόδια και οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι κοινωνικές επιχειρήσεις στην Ευρώπη στην προσπάθειά τους να επιτύχουν τους κοινωνικούς τους σκοπούς και να διασφαλίσουν την βιωσιμόητητά τους είναι πολλά. Πολλές κυβερνήσεις, αναγνωρίζοντας την αποφασιστική συνεισφορά των κοινωνικών επιχειρήσεων σε μια σειρά κοινωνικών και οικονομικών στόχων έχουν αναλάβει πρωτοβουλίες για την στήριξή τους σε πολλά επίπεδα. Όπως έχει δείξει η εμπειρία, χώρες οι οποίες διαθέτουν ένα πλαίσιο πολιτικών στήριξης της κοινωνικής επιχειρηματικότητας έχουν επίσης πολύ θετικά αποτελέσματα στην ανάπτυξή της και την βιωσιμότητα των κοινωνικών επιχειρήσεων.

Ένα αποτελεσματικό οικοσύστημα για την ανάπτυξη της κοινωνικής επιχειρηματικότητας περιλαμβάνει:

Τα νομοθετικά πλαίσια  για την κοινωνική επιχειρηματικότητα

Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, τα τελευταία κυρίως χρόνια παρατηρείται μια αύξηση των νομοθετικών πλαισίων για την κοινωνική επιχειρηματικότητα. Τέτοια νομοθετικά πλαίσια παίζουν καθοριστικό ρόλο στο να εμπεδωθεί η αντίληψη ότι η κοινωνική επιχειρηματικότητα αποτελεί έναν σημαντικό τομέα μέσα στα πλαίσια μιας πλουραλιστικής οικονομίας.

Επιπλέον, ένα ορθό νομοθετικό πλαίσιο είναι κρίσιμης σημασίας για την ανάδειξη της ιδιαίτερης φυσιογνωμίας της κοινωνικής επιχειρηματικότητας. Γι’ αυτό, από τη μία ένα  νομοθετικό πλαίσιο πρέπει να δίνει στους φορείς τον βαθμό ελευθερίας που χρειάζονται για να εκπληρώνουν τον σκοπό τους, μέσα και από την ευκρινή και σαφή παράθεση πλεονεκτημάτων και περιορισμών. Από την άλλη θα πρέπει να περιέχει μια σαφή περιγραφή των νομικών επακόλουθων που θα έχει η παραβίαση των κανόνων που διατυπώνει το νομικό πλαίσιο και ιδιαίτερα το κατά πόσο ο συγκεκριμένος φορέας ακολουθεί πιστά τις αξίες και τις αρχές που διέπουν την κοινωνική επιχειρηματικότητα και δεν κάνει παραχωρήσεις στην δραστηριότητά του π.χ. λόγω οικονομικών αναγκαιοτήτων.

Επιπρόσθετα, σε ένα νομικό πλαίσιο περιλαμβάνεται και ο ορισμός για το τι είναι η κοινωνική επιχειρηματικότητα, γι’ αυτό και είναι κομβικής σημασίας για την ανάδειξη της ταυτότητας της κοινωνικής επιχειρηματικότητας.

Τέλος, όλα αυτά θα πρέπει να συνοδεύονται και με μια σειρά υποστηρικτικά μέτρα για τις κοινωνικές επιχειρήσεις (όπως π.χ. φοροαπαλλαγές, πρόσβαση στις δημόσιες συμβάσεις), γιατί όπως έχει καταδείξει η εμπειρία, νόμοι χωρίς υποστηρικτικές πολιτικές δημιουργούν μια μάλλον εύθραυστη κοινωνική επιχειρηματικότητα.

 

Δίκτυα και μηχανισμοί αμοιβαίας στήριξης

Σχεδόν σε όλες τις χώρες με ανεπτυγμένη την κοινωνική επιχειρηματικότητα βρίσκουμε αναπτυγμένα δίκτυα κοινωνικών επιχειρήσεων. Όπως δείχνει η εμπειρία κρατών όπως η Ιταλία, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, αυτά τα δίκτυα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του τομέα και προσφέρουν υποστήριξη, συμβουλευτική και καθοδήγηση. Επιπλέον δρουν και ως πολιτικοί εκπρόσωποι των κοινωνικών επιχειρήσεων προωθώντας τα αιτήματά τους απέναντι στις αρχές. Στην Ιταλία, για παράδειγμα, συνασπισμοί κοινωνικών επιχειρήσεων παρέχουν κατάρτιση και συμβουλευτική σε άλλες κοινωνικές επιχειρήσεις. Σε άλλες χώρες, τέτοια δίκτυα αναλαμβάνουν για παράδειγμα την διαμόρφωση θερμοκοιτίδων για την κοινωνική επιχειρηματικότητα, όπως για παράδειγμα στο Εδιμβούργο.

 

Επενδυτικές αγορές που βασίζονται στον κοινωνικό αντίκτυπο

Σε όλο τον κόσμο, ακόμα και στην Ευρώπη, ο τυπικός τραπεζικός τομέας είναι διστακτικός αναφορικά με την χρηματοδότηση κοινωνικών επιχειρήσεων. Μη όντας εξοικειωμένος με τις νέες αυτές μορφές επιχειρηματικότητας θεωρεί ότι το ρίσκο δανεισμού των κοινωνικών επιχειρήσεων είναι πάρα πολύ μεγάλο. Συνέπεια αυτού είναι οι κοινωνικές επιχειρήσεις να αντιμετωπίζουν περισσότερα προβλήματα από τις «τυπικές» κερδοσκοπικές επιχειρήσεις αναφορικά με την χρηματοδότησή τους. Γι’ αυτό το λόγο, σε όσες χώρες είναι ανεπτυγμένα και τα δίκτυα που αναφέρθηκαν παραπάνω, ο τομέας αναπτύσσει δικούς του φορείς χρηματοδότησης. Οι φορείς αυτοί χρησιμοποιούν συνήθως συγκεκριμένες αρχές για την χρηματοδότηση φορέων, αρχές που βασίζονται περισσότερο στην μέτρηση της κοινωνικής αξίας, του κοινωνικού αντικτύπου της δράσης μιας κοινωνικής επιχείρησης και όχι τα ποσοστά κέρδους που μπορεί να πετύχει μέσα από τη δραστηριότητά της. Σε κάποιες Ευρωπαϊκές χώρες, βέβαια, υπάρχει και δημόσιοι φορείς που προωθούν την χρηματοδότηση της κοινωνικής επιχειρηματικότητας. Σε αρκετές χώρες επίσης, είναι ιδρύματα τα οποία μέσα από διάφορα εργαλεία μέτρησης του κοινωνικού αντικτύπου προχωρούν στην χρηματοδότηση των κοινωνικών επιχειρήσεων.

Μέτρηση κοινωνικού αντικτύπου και μηχανισμούς ανάδειξης του έργου των κοινωνικών επιχειρήσεων

Οι κοινωνικές επιχειρήσεις μέσα από την δράση τους δημιουργούν κοινωνική αξία. Είναι, βέβαια δύσκολο να γίνει αντιληπτή αυτή η κοινωνική αξία αφού, γενικά, η κοινωνία –πόσο μάλλον η οικονομία- έχει συνηθίσει να αποτιμά την αξία με χρηματικούς όρους, με χρηματικές αξίες και, είναι σε αυτές που δίνεται σημασία. Η κοινωνική αξία δεν έχει να κάνει τόσο με την δημιουργία πλούτου όσο με την εκπλήρωση βασικών και μόνιμων αναγκών όπως η παροχή τροφής, ύδρευσης, στέγασης, εκπαίδευσης υγειονομικές υπηρεσίες στα μέλη της κοινωνίας που βρίσκονται σε ανάγκη.

Ο κοινωνικός αντίκτυπος είναι μια ιστορία, ένα αφήγημα, που προκύπτει μετρώντας τις αλλαγές που βιώνουν οι άνθρωποι από τις δράσεις των φορέων που συνεισφέρουν σε αυτές τις αλλαγές. Το αφήγημα αυτό μας περιγράφει το πώς δημιουργούνται οι αλλαγές μέσα από μετρήσεις περιβαλλοντικών, κοινωνικών και οικονομικών αποτελεσμάτων της δράσης μιας κοινωνικής επιχείρησης.

Η μέτρηση του κοινωνικού αντικτύπου έχει αρχίσει να λαμβάνει μεγάλη έκταση και είναι χαρακτηριστικό ότι σήμερα υπάρχουν πολλά εργαλεία για τη μέτρησή του. Μεγάλη έκταση έλαβε λόγω της ανάγκης για κατάδειξη του έργου των κοινωνικών επιχειρήσεων προς τρίτους, ιδιαιτέρως χρηματοδότες (όπως π.χ. φιλανθρωπικά ιδρύματα, ηθικές τράπεζες, ταμεία κοινωνικής οικονομίας). Επιπλέον, καλλιεργήθηκε από τις ίδιες τις κοινωνικές επιχειρήσεις για την κριτική αποτίμηση του έργου τους (και συνεπώς την κατάδειξη των θετικών ή αρνητικών ενίοτε επιπτώσεων των δράσεων τους). Η διάχυση της πληροφόρησης για το έργο της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας ένας άλλος λόγος ανάπτυξής του

Συστήματα πιστοποίησης και σήματα

Τα συστήματα πιστοποίησης και τα σήματα παίζουν σημαντικό ρόλο για την βιωσιμότητα και την αναγνωρισιμότητα της κοινωνικής επιχειρηματικότητας λόγω της ευκολότερης ταυτοποίηση τους από ευαισθητοποιημένους πολίτες, αλλά και τη δημιουργίας και ανάδειξης της ταυτότητας τους προς την κοινωνία και την πολιτεία γενικότερα.

Πράγματι, στις χώρες που έχουν προχωρήσει στην δημιουργία τέτοιων σημάτων έχει δειχθεί ότι είναι πιο εύκολο για τους καταναλωτές να επιλέγουν αγαθά και υπηρεσίες από πιστοποιημένες κοινωνικές επιχειρήσεις που φέρουν το απαραίτητο σήμα. Παρ’ όλα αυτά δεν είναι πολλές ακόμα από τα κράτη μέλη που έχουν τέτοια σηματοδότηση. Μάλιστα, είναι ενδιαφέρον, ότι είναι κυρίως οι Βόρειες χώρες που δραστηριοποιήθηκαν προς αυτή την κατεύθυνση αφού σήματα έχουν η Φιλανδία,  το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία, η Αυστρία και η Ολλανδία (για τις κοινωνικές επιχειρήσεις εργασιακής ένταξης).

Εξειδικευμένες υπηρεσίες για την επιχειρηματική ανάπτυξη και υποστήριξη των κοινωνικών επιχειρήσεων

Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, οι κοινωνικές επιχειρήσεις, στην πλειονότητά τους, είναι το αποτέλεσμα κινητοποίησης της κοινωνίας των πολιτών και πολλές φορές στους κόλπους τους δραστηριοποιούνται άνθρωποι οι οποίοι αντιμετωπίζουν δυσκολίες είτε στην κοινωνική τους ένταξη είτε στην ένταξή τους στην αγορά εργασίας. Φυσικό είναι λοιπόν αυτοί οι άνθρωποι να μην κατέχουν την απαραίτητη τεχνογνωσία για της διοίκηση και ανάπτυξη μιας επιχείρησης ή να κατέχουν τα απαραίτητα εργαλεία για πρόσβαση στις αγορές, σε χρηματοδοτικά εργαλεία ή ακόμα και τις δημόσιες συμβάσεις. Γι’ αυτό και σε όλες τις χώρες όπου υπάρχουν σχέδια δράσης για την ανάπτυξη της κοινωνικής επιχειρηματικότητας ή όπου υπάρχουν ανεπτυγμένες δικτυώσεις κοινωνικών επιχειρήσεων, κύριο μέλημά τους είναι η προσφορά εξειδικευμένων υπηρεσιών προς αυτές. Οι υπηρεσίες αυτές περιλαμβάνουν την βοήθεια στην διαμόρφωση μιας επιχειρηματικής ιδέας, την διαμόρφωση επιχειρηματικών σχεδίων, την συμβουλευτική, την τεχνική υποστήριξη, την υπόδειξη χρηματοδοτικών εργαλείων και χρηματοδοτήσεων, την βοήθεια για συμμετοχή σε δημόσιες προσκλήσεις ακόμα και τη διάθεση χώρων για την έδρα και την δραστηριότητα της κοινωνικής επιχείρησης. 

 

 

Παρουσίαση περίπτωσης: ΙΤΑΛΙΑ

Η ιστορία της κοινωνικής οικονομίας στην Ιταλία έχει μια πολύ μακρά παράδοση αφού πρακτικά οι πρώτοι τέτοιοι οργανισμοί παρουσιάζονται ήδη από τον 19ο αιώνα. Ωστόσο, όπως δείχνουν τα στοιχεία, όπως συνέβη και σε άλλες χώρες έτσι και στην Ιταλία, τέτοιοι θεσμοί αρχίζουν να αναπτύσσονται μετά τη δεκαετία του 1970. Πάντως ιδιαίτερη αναγνώριση, ως θεσμός, η κοινωνική οικονομία αποκτά κατά τη δεκαετία του 1990. Και είναι από εκείνη την περίοδο και έπειτα που παρουσιάζει μια αναπάντεχα ταχεία ανάπτυξη. Η ανάπτυξη αυτή δεν ήταν απόρροια τόσο της ενίσχυσης των ήδη υφιστάμενων οργανώσεων, αλλά της δημιουργίας τελείως καινούργιων επιχειρήσεων, που δημιουργήθηκαν από όσους είχαν πίστη σε αυτές, και οι οποίες μόνο αργότερα ενσωματώθηκαν στη νομοθεσία. Μάλιστα, πολλές από αυτές τις επιχειρήσεις ξεκίνησαν από μια ιδιάζουσα συμμαχία μεταξύ παλιών συμμετεχόντων στο σπουδαστικό κίνημα της δεκαετίας του 1970 και μερίδας της καθολικής εκκλησίας.

Ο όρος κοινωνική επιχείρηση χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στη δεκαετία του 1980. Αναφερόταν σε πρωτοβουλίες της κοινωνίας των πολιτών που δραστηριοποιούνταν εθελοντικά με σκοπό την παροχή κοινωνικών υπηρεσιών ή την διευκόλυνση της ένταξης μειονεκτούντων εργαζόμενων στην αγορά εργασίας. Στην αρχές αυτές οι πρωτοβουλίες χρησιμοποιούσαν υφιστάμενες νομικές μορφές κυρίως μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Το 1991, ωστόσο, απέκτησαν την δική τους διακριτή νομική οντότητα με τον Νόμο για τους Κοινωνικούς Συνεταιρισμούς (ν. 381/1991). Ο νόμος αυτός δημιούργησε μια νέα μορφή συνεταιρισμού. Σε αντίθεση με τους παραδοσιακούς συνεταιρισμούς που ήταν προσανατολισμένοι στην εξυπηρέτηση του συμφέροντος των μελών τους, οι κοινωνικοί συνεταιρισμοί επιδίωκαν κοινωνικούς ή γενικού συμφέροντος στόχους. Ο νόμος διέκρινε μεταξύ κοινωνικών συνεταιρισμών που παρείχαν κοινωνικές υπηρεσίες, υπηρεσίες υγείας και εκπαίδευσης (ορίζονταν ως Τύπου A κοινωνικού συνεταιρισμοί) και κοινωνικοί συνεταιρισμοί ένταξης μειονεκτούντων προσώπων σε θέσεις απασχόλησης (τύπου B κοινωνικοί συνεταιρισμοί).

Το 2006, παρουσιάζεται ένας νέος νόμος, ο Νόμος για τις Κοινωνικές Επιχειρήσεις που παρέχει έναν νομικό ορισμό της κοινωνικής επιχείρησης και συγκεκριμένα κριτήρια στα οποία ένας φορέας πρέπει να ανταποκρίνεται έτσι ώστε να έχει το δικαίωμα να αναγνωριστεί νομικά ως κοινωνική επιχείρηση. Δεν δημιουργεί μια νέα νομική μορφή, αλλά μια «ετικέτα», μια νομική ιδιότητα.  Επιλέξιμες οργανώσεις μπορεί να είναι παραδοσιακοί συνεταιρισμοί, κοινωνικοί συνεταιρισμοί, μη κερδοσκοπικοί φορείς, κ.ά.

Η έκταση του τρίτου τομέα στην χώρα είναι αρκετά μεγάλη αφού μόνον οι κοινωνικοί συνεταιρισμοί, το 2017 ανέρχονταν σε 15.770. Οι εργαζόμενοι τους έφταναν τους  441.000. Στο σύνολό της, η κοινωνική οικονομία αριθμούσε 350.000 φορείς με τον αριθμό των εργαζομένων να ανέρχεται σε 844.774.

Οι κυριότερες ασχολίες των κοινωνικών συνεταιρισμών είναι στον τομέα της κουλτούρας, του αθλητισμού και της διασκέδασης (64,5%) και το 12,7% περίπου παρέχει κοινωνικές υπηρεσίες και υπηρεσίες υγείας. Ωστόσο αναφορικά με την απασχόληση, η εικόνα αλλάζει άρδην. Στους φορείς που δραστηριοποιούνται στις  κοινωνικές υπηρεσίες απασχολούνταν το 36,4% και στις υπηρεσίες υγείας το 22,6%. Ένα 11,6% απασχολούνταν σε φορείς εργασιακής ένταξης και μόλις το 6,3% απασχολούνταν στον αθλητισμό, την κουλτούρα και την διασκέδαση.

 

La Nuova Co-operativa: ένα παράδειγμα κοινωνικού συνεταιρισμού

 

Η Nuova Co-operativa αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους συνεταιρισμούς στην περιοχή του Πεδεμόντιου. Ιδρύθηκε το 1980 στα πλαίσια της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στην περιοχή του Τορίνο. Ο συνεταιρισμός έχει σήμερα 450 μέλη, συνεπώς είναι ο μεγαλύτερος Β-τύπου συνεταιρισμός της περιοχής. Ο συνεταιρισμός δραστηριοποιείται σε πολλούς τομείς όπως καθαριότητα, συντήρηση πράσινων περιοχών, ανακύκλωση. Ο δήμος του Τορίνο είναι ένας από τους μεγαλύτερους πελάτες του συνεταιρισμού αγοράζοντας υπηρεσίες καθαριότητας για σχολεία και βιβλιοθήκες.

Τα μέλη του συνεταιρισμού αποτελούνται από ΑΜΕΑ, άτομα σε μειονεκτική θέση, οι οποία αποτελούν τα 180 από τα 450 μέλη του συνεταιρισμού. Σύμφωνα με το νόμο τα μέλη του συνεταιρισμού είναι και εργαζόμενοι και συνέταιροι. Ο ετήσιος κύκλος εργασιών του συνεταιρισμού είναι πάνω από δέκα εκατομμύρια ευρώ. Ο συνεταιρισμός λειτουργεί για πάνω από 40 χρόνια και είναι κερδοφόρος. Τα κέρδη του επενδύονται για την ανάπτυξη του συνεταιρισμού και για τη δημιουργία κεφαλαίων για περιπτώσεις ανάγκης. Έτσι, η λειτουργία της επιχείρησης είναι σταθερή ακόμα και σε δύσκολους οικονομικά καιρούς. 

 

Κοινωνική επιχειρηματικότητα και Ευρωπαϊκή Ένωση

Η Ευρωπαϊκή επιτροπή από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και τις αρχές της δεκαετίας του 1990 έχει προωθήσει την κοινωνική οικονομία. Το 1989 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιεύει την ανακοίνωση Businesses in the «Economie Sociale» sector: Europe’s frontier-free market . Σε αυτή την ανακοίνωση:

1) ορίζεται και περιγράφεται ο τομέας της κοινωνικής οικονομίας. Επιπλέον γίνεται συνοπτική αναφορά στις διακλαδώσεις των επιχειρήσεων της κοινωνικής οικονομίας στα κράτη μέλη.

2) προσδιορίζονται οι προοπτικές που ανοίγονται για τις επιχειρήσεις του τομέα και κατά πόσο αυτές λαμβάνονται υπόψη από τις κοινοτικές πολιτικές

3) σκιαγραφείτε ένα κοινοτικό πλαίσιο δράσεων για την ισότιμη συμμετοχή των κοινωνικών επιχειρήσεων.

Την ίδια χρονιά η Επιτροπή διοργανώνει το 1ο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Κοινωνικής Οικονομίας στο Παρίσι. Παρόμοια συνέδρια έλαβαν χώρα το 1990, 1992, 1993 και το 1995. Ευρωπαϊκά συνέδρια για τους συνεταιρισμούς, τις εταιρείες αμοιβαίας βάσης και τις ενώσεις είχαν λάβει χώρα το 1977 και το 1979 υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής.

Παράλληλα δημιουργείται η Μονάδα Κοινωνικής Οικονομίας μέσα στη ΓΔ 23 Πολιτική Επιχειρήσεων, Διανεμητικό Εμπόριο, Τουρισμός και Κοινωνική Οικονομία. Τον Ιούλιο του 2000, έπειτα από την αναδιοργάνωση των υπηρεσιών της Επιτροπής, η αρμοδιότητα γι’ αυτά τα θέματα ενσωματώθηκε στην Μονάδα Β3 της ΓΔ Επιχειρήσεις. Λίγο αργότερα, με την μετατροπή της ΓΔ σε ΓΔ Επιχειρήσεις και Βιομηχανία, η αρμοδιότητα μεταφέρθηκε στη Μονάδα Ε3 (Crafts-Small Businesses-Cooperatives and Mutuals).

Οι δράσεις της Επιτροπής σε επιμέρους ζητήματα της κοινωνικής οικονομίας ήταν πολυσχιδής. Έτσι, από 1994 έως το 1998 συστήθηκε με πρωτοβουλία της μια ανεπίσημη Συμβουλευτική Επιτροπή για τους Συνεταιρισμούς, τις Εταιρείες Αμοιβαίας Βάσης, Ενώσεις, και Ιδρύματα, η οποία κατέθεσε τις γνώμες της για διάφορα ζητήματα.

Το Νοέμβριο του 2000, τη θέση αυτής της άτυπης επιτροπής πήρε ένα Μόνιμο Ευρωπαϊκό Συνέδριο (European Standing Conference) των συνεταιρισμών, εταιρειών αμοιβαίας βάσεως, ενώσεων και ιδρυμάτων (CEP-CMAF), για την προώθηση της αναγνωρισιμότητας όλων των προηγουμένων σχημάτων της κοινωνικής οικονομίας.

Τον Απρίλιο του 2004, με πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ΓΔ Επιχειρήσεις και τη συνεργασία του Κέντρου Μελετών για την Κοινωνία των Πολιτών του Παπνεπιστημίου Johns Hopkins των ΗΠΑ και του Κέντρου για την Κοινωνική Οικονομία του Πανεπιστημίου της Λιέγης, οργανώθηκε ένα Σεμινάριο για τους Δορυφόρους Λογαριασμούς για την Κοινωνική Οικονομία. Στόχος του συνεδρίου ήταν πρώτον, να καταδειχθεί η πρόοδος αναφορικά με το Εγχειρίδιο των Μη-κερδοσκοπικών Ιδρυμάτων στο Σύστημα των Εθνικών Λογαριασμών και για να ενθαρρυνθούν και άλλες χώρες να ιδρύσουν δορυφόρους λογαριασμούς για μη κερδοσκοπικά ιδρύματα. Δεύτερον, να διερευνηθεί κατά πόσον αυτοί οι λογαριασμοί μπορούν να επεκταθούν στο σύνολο των επιχειρήσεων του τομέα της κοινωνικής οικονομίας.

Τον Ιανουάριο του 2008 το CEP-CMAF μετονομάστηκε σε Ευρωπαϊκή Κοινωνική Οικονομία (Social Economy Europe).

Οι στόχοι της Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Οικονομίας είναι:

1.            η προώθηση της κοινωνικής οικονομίας ως τομέα που παράγει τόσο οικονομικό όσο και κοινωνικό πλούτο

2.            η προώθηση του ρόλου και των αξιών των φορέων της κοινωνικής οικονομίας σε όλη την Ευρώπη

3.            η ενίσχυση της πολιτικής και νομικής αναγνώρισης των συνεταιρισμών, εταιρειών αμοιβαίας βάσεως, ενώσεων και ιδρυμάτων σε Ευρωπαϊκό επίπεδο.

Σε πιο επίσημο επίπεδο, ήδη από το 1997 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβώνας αναγνώρισε τον ρόλο των οργανώσεων της κοινωνικής οικονομίας, ιδιαίτερα στον τομέα νέων πηγών θέσεων απασχόλησης στις υπηρεσίες. Η Απόφαση του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 1997 για τις κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση του 1998 αναφέρει στο τμήμα ΙΙ. Αναπτύσσοντας την Επιχειρηματικότητα, στο υποκεφάλαιο Εκμεταλλευόμενοι τις ευκαιρίες για δημιουργία θέσεων απασχόλησης: Τα κράτη μέλη «πρέπει να διερευνήσουν πλήρως τις δυνατότητες που προσφέρονται από την δημιουργία θέσεων εργασίας στο τοπικό επίπεδο στην κοινωνική οικονομία και σε νέες δράσεις που συνδέονται με ανάγκες που ακόμα δεν ικανοποιούνται από την αγορά» .

Η υιοθέτηση της Στρατηγικής της Λισσαβώνας το 2000, δεν άλλαξε την αναφορά για την κοινωνική οικονομία, η οποία συνεχίζει να είναι στο τμήμα για την απασχόληση. Τον Μάρτιο του 2000, η Απόφαση του Συμβουλίου Περί των κατευθυντήριων γραμμών για τις πολιτικές των κρατών μελών για την απασχόληση το 2000 αναφέρει ότι: 

«Εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση επιθυμεί να αντιμετωπίσει επιτυχώς την πρόκληση της απασχόλησης, θα πρέπει να αξιοποιήσει αποτελεσματικά όλες τις πιθανές πηγές θέσεων εργασίας και τις νέες τεχνολογίες και καινοτομίες. Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη:

12. προωθούν μέτρα για την πλήρη αξιοποίηση των δυνατοτήτων απασχόλησης σε τοπικό επίπεδο και στην κοινωνική οικονομία…»  .

 Αναφορά στο θετικό ρόλο της κοινωνικής οικονομίας στην απασχόληση και την κοινωνική ένταξη υπάρχει και στην Αναθεωρημένη Στρατηγική της Λισσαβώνας. Εκεί στην υιοθέτηση των κατευθυντήριων γραμμών για το 2005-2008, αναφέρεται: «Έμφαση πρέπει να δοθεί στην προώθηση της ένταξης των μειονεκτούντων ατόμων συμπεριλαμβανομένων των ανειδίκευτων εργαζομένων στην αγορά εργασίας ιδίως με την επέκταση των κοινωνικών υπηρεσιών και της κοινωνικής οικονομίας….». Η Κατευθυντήρια γραμμή 19 ορίζει: «Να δημιουργηθούν αγορές εργασίας χωρίς αποκλεισμούς, να ενισχυθεί η ελκυστικότητα της εργασίας και να καταστεί αυτή αποδοτική για όσους αναζητούν εργασία συμπεριλαμβανομένων των μειονεκτούντων ατόμων και των αέργων με την… ανάπτυξη νέων πηγών απασχόλησης στις υπηρεσίες για τα άτομα και τις επιχειρήσεις ιδίως σε τοπικό επίπεδο..» . Παρόμοια είναι η διατύπωση και στις πρόσφατες κατευθυντήριες γραμμές για το 2008-2010.

Επιπλέον έχουν υπάρξει μια σειρά από δράσεις για την προώθηση της κοινωνικής οικονομίας. Η δράση που προώθησε η Επιτροπή «Πρωτοβουλία Τοπική Ανάπτυξη και Απασχόληση» (Local Development Employment Initiative-1994). Εκεί η Επιτροπή προσδιόριζε 17 κατηγορίες στον τομέα των υπηρεσιών που θεωρούσε ότι υπάρχει η δυνατότητα αύξησης της ζήτησης και της απασχόλησης για το μέλλον. Η κοινωνική οικονομία αναγνωριζόταν ως μια από τις σημαντικές μεθόδους για την άντληση των ωφελημάτων από αυτές τις κατηγορίες οικονομικής δραστηριότητας . Επίσης, στο πρόγραμμα της Επιτροπής «Δρώντας Τοπικά για την Απασχόληση» του 2000  τονίζονται και πάλι οι δυνατότητες της κοινωνικής οικονομίας για δημιουργία θέσεων απασχόλησης.

Μία επιπλέον πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ξεκίνησε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και υλοποιήθηκε από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Η πρωτοβουλία είχε τον τίτλο «Τρίτο Σύστημα και Απασχόληση». Ενδιαφέρον κατ’ αρχάς παρουσιάζει το γεγονός ότι η κοινωνική οικονομία ταυτίζεται εδώ εννοιολογικά με το τρίτο σύστημα. Μάλιστα οι δύο έννοιες χρησιμοποιούνται ως ταυτόσημες και στην ανακοίνωση Δρώντας Τοπικά για την Απασχόληση. Πέραν τούτου η πρωτοβουλία Τρίτο Σύστημα και Απασχόληση αφορούσε την χρηματοδότηση από το ΕΚΤ 81 προγραμμάτων σε όλη την Ευρώπη για προώθηση της απασχόλησης σε συγκεκριμένους τομείς όπως οι κοινωνικές και τοπικές υπηρεσίες (σε επίπεδο γειτονιάς), υπηρεσίες για το περιβάλλον και τις τέχνες.

Μία άλλη δράση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι της Επιτροπής είναι το Καταστατικό για μια Ευρωπαϊκή Συνεταιριστική Εταιρεία. Ο κύριος στόχος του Καταστατικού που υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο στις 22 Ιουλίου 2003 είναι να παράσχει στις συνεταιριστικές οργανώσεις επαρκή νομικά μέσα για να διευκολύνουν τις διασυνοριακές και υπερεθνικές τους δράσεις .

Το 2004, η Επιτροπή, προχωρά σε δύο ακόμα σημαντικές κινήσεις αναφορικά με την κοινωνική οικονομία. Κατ’ αρχάς εκδίδει την ανακοίνωση «Σχετικά με την προώθηση των συνεταιριστικών εταιρειών στην Ευρώπη». Την ίδια χρονιά στα πλαίσια της προώθησης της επιχειρηματικότητας στον κοινωνικό τομέα προωθεί την Ευρωπαϊκή Ατζέντα για την Επιχειρηματικότητα όπου γίνεται και πάλι σημαντική αναφορά στις κοινωνικές επιχειρήσεις.

Ασφαλώς σημαντικό ρόλο στην προώθηση της κοινωνικής οικονομίας έχει διαδραματίσει η κοινοτική πρωτοβουλία Equal,η οποία έχει χρηματοδοτήσεις πάνω από 400 δράσεις στο συγκεκριμένο τομές.

Στη προγραμματική περίοδο 2007-2013, ο κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου αναφέρει σε δύο περιπτώσεις χρηματοδοτήσεων για δράσεις που άπτονται των κοινωνικών επιχειρήσεων. Στο άρθρο 3 β), όπου γίνεται αναφορά για την τόνωση της πρόσβασης στην απασχόληση και της διαρκούς ένταξης στην αγορά εργασίας, ένας άξονας δράσεων είναι η «αυτοαπασχόληση και δημιουργία επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένων των συνεταιριστικών επιχειρήσεων…». Επίσης στο άρθρο 3 γ) «ενίσχυση της κοινωνικής ένταξης των μειονεκτούντων ατόμων» αναφέρεται ως δράση «η προώθηση των δυνατοτήτων απασχόλησης, μεταξύ άλλων στον τομέα της κοινωνικής οικονομίας…».

Στην Στρατηγική Ευρώπη 2020, εντατικοποιείται η δράση της Επιτροπής αναφορά με την ενίσχυση της κοινωνικής επιχειρηματικότητας. Πέραν από τις πολλαπλές αναφορές τόσο στις κατευθυντήριες όσο και στις Εμβληματικές Πρωτοβουλίες, πλέον η Επιτροπή προχωρά και σε πιο συγκεκριμένες ενέργειες.

Το 2011, εκδίδει την ανακοίνωση Πρωτοβουλία για την Κοινωνική Επιχειρηματικότητα, που θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην επιτάχυνση των δράσεων για την κοινωνική οικονομία. Το 2012, ιδρύει την Ομάδα Εμπειρογνωμόνων GECES. Για την υλοποίηση των δράσεων που προβλέπονται στην Πρωτοβουλία για τις Κοινωνικές Επιχειρήσεις, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημιούργησε την Ομάδα Εμπειρογνωμόνων για την Κοινωνική Επιχειρηματικότητα (GECES Group of Experts on Social Entrepreneurship). Η Ομάδα αποτελείται από εκπροσώπους των κρατών-μελών, της τοπικής αυτοδιοίκησης, οργανισμούς κοινωνικής επιχειρηματικότητας, εκπροσώπους του τραπεζικού τομέα και των χρηματοδοτικών θεσμών, ακαδημαϊκούς και ερευνητές. Η Ομάδα GECES συνεστήθη για το διάστημα από το 2012 ως το 2017. Ωστόσο ήταν τόσο επιτυχημένη η θητεία και ρόλος που τελικά συνεχίζει την λειτουργία της ακόμα και σήμερα. Η GECES συμβουλεύει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με τις ευκαιρίες, την ανάπτυξη, τη διοργάνωση και την εφαρμογή όλων των δράσεων που αναφέρονται στην Πρωτοβουλία για τις Κοινωνικές Επιχειρήσεις, καθώς και σχετικά με την περαιτέρω ανάπτυξη της κοινωνικής επιχειρηματικότητας και οικονομίας. Αναφέρεται ενδεικτικά η πρωτοβουλία της για την δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού εργαλείου για την μέτρηση του κοινωνικού αντικτύπου.

 Στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Προγράμματος για την Απασχόληση και την Κοινωνική Καινοτομία, και υπό τους θεματικούς τομείς μικροπιστώσεις και μικροδάνεια για ευάλωτες ομάδες και μικρο-επιχειρήσεις και κοινωνική επιχειρηματικότητα δημιουργήθηκε η European Progress Microfinance Facility (Progress Microfinance). Αυτή εγκαινιάστηκε το 2010 και στοχεύει στο να αυξήσει τη διαθεσιμότητα μικροπιστώσεων ή δανείων (κάτω από 25.000 ευρώ) για να ξεκινήσουν επιχειρήσεις. Το πρόγραμμα δεν χρηματοδοτεί απευθείας τους επιχειρηματίες αλλά συνεργάζεται με τράπεζες ή άλλα χρηματοδοτικά ιδρύματα παρέχοντας εγγυήσεις για τα δάνεια που δίνονται.

Στην πολιτική και τις κατευθυντήριες γραμμές για την νέα περίοδο 2020-2030, η Επιτροπή και πάλι θέτει την κοινωνική επιχειρηματικότητα στο επίκεντρο. Έτσι στην Κατευθυντήρια Γραμμή 5: Τόνωση της ζήτησης Εργασίας τονίζεται ότι «Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προωθήσουν ενεργά την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας, την κοινωνική καινοτομία, τις κοινωνικές επιχειρήσεις και να ενθαρρύνουν τις καινοτόμες μορφές εργασίας για να δημιουργήσουν ποιοτικές ευκαιρίες απασχόλησης και να προσφέρουν κοινωνικά οφέλη σε τοπικό επίπεδο».

Την ίδια περίπου περίοδο, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στο κεφάλαιο Ενίσχυση της Κοινωνικής Ευρώπης της Ανακοίνωσης Μια ισχυρή Ευρώπη για δίκαιες μεταβάσεις τόνιζε: «Η Επιτροπή θα εγκαινιάσει το 2021 ένα σχέδιο δράσης για την κοινωνική οικονομία για να βελτιώσει τις κοινωνικές επενδύσεις και τις κοινωνικές καινοτομίες και για να προωθήσει το δυναμικό των κοινωνικών επιχειρήσεων να δημιουργούν θέσεις εργασίας, ιδίως για όσα άτομα είναι περισσότερο απομακρυσμένα από την αγορά εργασίας. Οι κοινωνικά υπεύθυνες δημόσιες συμβάσεις μπορούν επίσης να διασφαλίσουν ότι τα υπάρχοντα κονδύλια δαπανώνται κατά τρόπο που στηρίζει την ένταξη, παρέχοντας, για παράδειγμα, ευκαιρίες απασχόλησης σε άτομα με αναπηρία ή που αντιμετωπίζουν κίνδυνο φτώχειας».

Τέλος, σημαντικές πρωτοβουλίες έχουν να κάνουν με την χαρτογράφηση της κοινωνικής επιχειρηματικότητας και την δημιουργία εργαλείων. Για παράδειγμα το εργαλείο για την καλύτερη επιχειρηματικότητα αναπτύχθηκε σε συνεργασία με τον ΟΟΣΑ και στοχεύει να υποστηρίξει διαμορφωτές πολιτικής να υποστηρίξουν την επιχειρηματικότητα και την κοινωνική επιχειρηματικότητα γυναικών, μεταναστών, και ανέργων (πληροφορίες στο https://betterentrepreneurship.eu).

Η Επιτροπή, τέλος έχει παρουσιάσει δύο μεγάλες μελέτης χαρτογράφησης της κοινωνικής επιχειρηματικότητας στην Ευρώπη, και των δράσεων στήριξής της μια το 2014 και μια πρόσφατη το 2020.

Η κοινωνική επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα

ΚΟΙΣΠΕ: η πρώτη μορφή κοινωνικής επιχείρησης

Η ελληνική περίπτωση ανάπτυξης της κοινωνικής επιχειρηματικότητας αποτελεί μια χαρακτηριστική περίπτωση ανάπτυξης από τα πάνω. Στην Ελλάδα, σε αντίθεση για παράδειγμα με την Ιταλία, δεν υπήρχαν κάποιες ήδη υφιστάμενες κινήσεις πολιτών, που είχαν ήδη δημιουργήσει σχήματα κοινωνικής επιχειρηματικότητας και, μετά, ήρθε το κράτος μέσω της νομοθέτησής του, να προσδώσει κάποια μορφή σε αυτές τις κινήσεις. Μάλιστα, η Ελληνική περίπτωση χαρακτηρίζεται από το ότι, σε μεγάλο βαθμό, η δραστηριότητα γύρω από την κοινωνική επιχειρηματικότητα δημιουργήθηκε κάτω από την επιρροή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις πρωτοβουλίες που πάρθηκαν τόσο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και μέσω των διαρθρωτικών ταμείων, κυρίως του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου.

Η πρώτη μορφή κοινωνικής επιχείρησης που θεσπίστηκε στην Ελλάδα ήταν οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης (ΚΟΙΣΠΕ). Οι ΚΟΙΣΠΕ ιδρύθηκαν με το Ν.2716/1999 και ήταν αποτέλεσμα της μεγάλης πρωτοβουλίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αποασυλοποίηση των ψυχικά ασθενών και τη συνακόλουθη εφαρμογή αυτής της πολιτικής στην Ελλάδα.  Η πολιτική αυτή ονομάστηκε Πρόγραμμα Ψυχαργώς.

Κύριοι στόχοι του Ψυχαργώς ήταν η εξωασυλιακή περίθαλψη, η ψυχοκοινωνική και κοινωνική επανένταξη  των ανθρώπων με ψυχικά προβλήματα. Όπως αναφέρεται και στην Εισηγητική Έκθεση του νόμου μια από τις βασικές επιλογές του, είναι η δημιουργία υπηρεσιών ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης μέσω εξωτερικών δομών (όχι δηλαδή νοσοκομειακού-ιδρυματικού τύπου δομών) και κοινωνικής επανένταξης μέσω κυρίως της ένταξης στην αγορά εργασίας. Το μέσο γι’ αυτό ήταν η διαμόρφωση των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης. Η δομή και η λειτουργία των ΚΟΙΣΠΕ περιγράφεται στο άρθρο 12 του Ν. 2716/1999 «Ανάπτυξη και Εκσυγχρονισμός των υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας και άλλες διατάξεις».

Οι στόχοι των ΚΟΙΣΠΕ, που στην πραγματικότητα συνδυάζουν την θεραπεία με την οικονομική δραστηριότητα, είναι α) η επαγγελματική ένταξη των ατόμων με σοβαρά ψυχοκοινωνικά προβλήματα, β) η συμβολή στη θεραπεία τους και γ) η κατά το δυνατόν οικονομική αυτάρκειά τους. Οι ΚΟΙΣΠΕ είναι ουσιαστικά οικονομικές και θεραπευτικές μονάδες και γι’ αυτό έχουν τρεις κατηγορίες μελών: πρόσωπα που πάσχουν από νοητικές διαταραχές (πάνω από 35%), επαγγελματίες του χώρου (πάνω από 45%), άλλα άτομα ή υποστηρικτικοί μηχανισμοί (λιγότερο από το 20%). Στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΚΟΙΣΠΕ δύο άτομα από το επταμελές διοικητικό συμβούλιο προέρχονται από τους χρήστες. Για να είναι ελκυστική η εργασία σε αυτόν ορίστηκε ότι οι χρήστες μπορούν να έχουν μισθό χωρίς να χάνουν τα επιδόματά τους. Ακολουθώντας δε το υπόδειγμα της Ευρωπαϊκής προσέγγισης στην κοινωνική επιχειρηματικότητα, κάθε μέλος αγοράζει μια συνεταιριστική μερίδα και μπορεί επίσης να αγοράσει επιπλέον μερίδες αλλά χωρίς περαιτέρω δικαιώματα ψήφου.

Ο ΚΟΙΣΠΕ, τυπικά, αποτελεί μονάδα υγείας, γι’ αυτό και το Υπουργείο Υγείας διατηρεί την επίβλεψή του και έχει επιπλέον την δυνατότητα να τον επιδοτεί. Ωστόσο, έχει ανεξάρτητο νομικό στάτους και φορολογικό στάτους ως επιχείρηση, εμπορευόμενη με περιορισμένη ευθύνη. Κυρίαρχο σώμα που αποφασίζει για την δράση του είναι η Γενική του Συνέλευση, ενώ τα της διοίκησής του αποτελούν ευθύνη του Διοικητικού του Συμβουλίου.  

Οι ΚΟΙΣΠΕ, μολονότι συνάντησαν σωρεία προβλημάτων στα αρχικά στάδια λειτουργίας τους, αποτέλεσαν το πρώτο, επιτυχημένο παράδειγμα κοινωνικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα. Σήμερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας ΚΟΙΣΠΕ λειτουργούν 29 τέτοιοι οργανισμοί, που δραστηριοποιούνται σε πληθώρα τομέων όπως ο αγροτικός τομέας, η ζαχαροπλαστική, η αρτοποιία, η κηροποιεία, τα ξυλουργεία, η σίτιση, η καθαριότητα, η ανακύκλωση κ.ά.

Οι εξελίξεις στη δεκαετία 2000-2011

Στην διάρκεια αυτής της δεκαετίας έλαβαν χώρα κάποιες κρίσιμης για την κοινωνική επιχειρηματικότητα εξελίξεις. Κατ’ αρχάς ξεκίνησε η πρωτοβουλία Equal, της οποίας ο ένας άξονας αφορούσε την προώθηση της κοινωνικής επιχειρηματικότητας. Στο πλαίσιο αυτό συντάχθηκαν μια σειρά από μελέτες που αφορούσαν όλες τις πλευρές για τη διαμόρφωση ενός οικοσυστήματος, από τη δημιουργία μητρώου, τα χρηματοδοτικά εργαλεία έως και την τελική πρόταση για νομοθετικό πλαίσιο, η οποία και επηρέασε κατά πολύ τον νόμο 4019/2011.

Παράλληλα, στην Εθνική Έκθεση Στρατηγικής για την Κοινωνική Προστασία και την Κοινωνική Ένταξη 2006-2008 αναφερόταν ότι η ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας και ειδικότερα των κοινωνικών επιχειρήσεων και των συνεταιρισμών μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην αύξηση της απασχόλησης, ιδιαίτερα των ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού (πχ. μακροχρόνια άνεργοι μεγαλύτερης ηλικίας, άνεργες γυναίκες χαμηλού μορφωτικού επιπέδου και μεγάλης σχετικά ηλικίας, ΑμεΑ κλπ.) και στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.

Τέλος, κάτω και από συνεχείς συστάσεις των Δελτίων Χώρας και των στελεχών που παρακολουθούσαν την υλοποίηση των πόρων του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου στη χώρα στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού 2007-2013, εντάχθηκε συστημική παρέμβαση «Εκπόνηση θεσμικού, κανονιστικού, διοικητικού και δημοσιονομικού πλαισίου με στόχο την προώθηση της κοινωνικής οικονομίας και τη διευκόλυνση ίδρυσης και λειτουργίας κοινωνικών επιχειρήσεων». Κάποια από τα στοιχεία αυτής της παρέμβασης είχαν να κάνουν με την εκπόνηση του θεσμικού και κανονιστικού, φορολογικού και διοικητικού πλαισίου για την κοινωνική οικονομία και την κοινωνική επιχειρηματικότητα, τον προσδιορισμό των κριτηρίων καθορισμού των κοινωνικών επιχειρήσεων, την ανάπτυξη σύγχρονων μεθόδων και εργαλείων χρηματοδότησης κοινωνικών επιχειρήσεων, την δικτύωση κοινωνικών επιχειρήσεων με δημόσιο, ιδιωτικό τομέα, ΟΤΑ και την διερεύνηση δυνατοτήτων ανάθεσης υπηρεσιών από φορείς του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα σε κοινωνικές επιχειρήσεις.

Όλη αυτή την περίοδο είχε ήδη διαμορφωθεί μια κρίσιμη μάζα τεχνογνωσίας, μελετητών εξοικειωμένων με την κοινωνική επιχειρηματικότητα, στελεχών του Υπουργείου Εργασίας και του ελληνικού ΕΚΤ, ερευνητών του ΕΚΚΕ, ακαδημαϊκών. που προωθούσαν αποφασιστικά την υιοθέτηση πολιτικών για την κοινωνική οικονομία. Η έλευση και υιοθέτηση του ν. 4019/2011 έμελλε να αλλάξει άρδην το τοπίο στη χώρα αναφορικά με την κοινωνική επιχειρηματικότητα.

 

Η κοινωνική συνεταιριστική επιχείρηση: ο νόμος 4019/2011

Αποφασιστικής σημασίας για την ανάπτυξη της κοινωνικής επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα ήταν η ψήφιση του νόμου 4019/2011. Με την ψήφιση του νόμου εισέρχεται για πρώτη φορά στην ελληνική έννομη τάξη, η έννοια της κοινωνικής οικονομίας. Μάλιστα, ιδιαίτερης σημασίας είναι ότι γίνεται αναγνώριση του τομέα της κοινωνικής οικονομίας και κοινωνικής επιχειρηματικότητας ως συνδυασμού δύο λειτουργιών: αφενός του επιχειρείν, αφετέρου της επιδίωξης της κοινωνικής ωφέλειας και του κοινωνικού συμφέροντος.

Στην Αιτιολογική Έκθεση αναφερόταν ότι βασικοί στόχοι για αυτή την πρωτοβουλία της Πολιτείας ήταν α) η δημιουργία θέσεων εργασίας και η κοινωνική ένταξη ευάλωτων ομάδων, β) η κάλυψη αναγκών κυρίως μέσω της ενίσχυσης της κοινωνικής και αλληλέγγυας επιχειρηματικότητας, γ) η ενίσχυση της τοπικής ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής, δ) η καταπολέμηση της φτώχειας, των διακρίσεων και του κοινωνικού αποκλεισμού ε) η ενίσχυση της κοινωνικής αλληλεγγύης και της καινοτομίας, στ) η παροχή σύγχρονων, ποιοτικών και καινοτόμων κοινωνικών υπηρεσιών και αγαθών και, τέλος, ζ) η υιοθέτηση θεσμικών περιορισμών – δικλείδων ασφαλείας, οι οποίες θα προστατεύουν τις δομές κοινωνικής και αλληλέγγυας επιχειρηματικότητας από πιθανές απόπειρες κερδοσκοπικής χειραγώγησης. Δηλαδή γίνεται μια προσπάθεια αφενός για τη θεσμοθέτηση του χώρου της κοινωνικής οικονομίας, αφετέρου, μέσω της καταγραφής των φορέων σε ένα Μητρώο, η αξιολόγησή τους με αυστηρά κριτήρια. Όλα τα παραπάνω, βέβαια, συνιστούν ένα ιδιαίτερα φιλόδοξο πρόγραμμα.

Εμπνεόμενος από την Ευρωπαϊκή εμπειρία πάνω στην κοινωνική επιχειρηματικότητα, ο νόμος όριζε ότι σκοπός ήταν η αναγνώριση όλων των φορέων της κοινωνικής οικονομίας υπό το βασικό περιορισμό να είναι πάροχοι υπηρεσιών ή αγαθών προς το κοινωνικό σύνολο χωρίς να επιδιώκουν πρωτίστως το κέρδος. Ο νόμος (και η υπουργική απόφαση που τον συνόδευε) προσδιόριζε μια σειρά από βασικές όπως α) η ελεύθερη συμμετοχή, β) η δημοκρατική διοίκηση και η αρχή του ένας εταίρος μια ψήφος (δηλαδή σημασία δεν έχει το κεφάλαιο που βάζει κάποιος αλλά η δημοκρατική αρχή του κάθε πρόσωπο-μία ψήφος), γ) η αλληλεγγύη, δ) η περιορισμένη και δίκαιη διανομή πλεονάσματος, ε) το προβάδισμα του ατόμου έναντι του κεφαλαίου, στ) η ανεξαρτησία απέναντι από το κράτος.

Έτσι, όπως προσδιόριζε ο νόμος, δημιουργείται η οντότητα της Κοινωνικής Συνεταιριστικής Επιχείρησης (Κοιν.Σ.Επ.), η οποία είναι αστικός συνεταιρισμός με κοινωνικό σκοπό, διαθέτει την εμπορική ιδιότητα, έχει περιορισμό στα κέρδη και την περιουσία της. Επισημαίνεται ότι όλα τα παραπάνω είναι εμπνευσμένα από τις βασικές αρχές της κοινωνικής επιχειρηματικότητας σε Ευρωπαϊκό επίπεδο.

Η συμμετοχή στην Κοιν.Σ.Επ. είναι ελεύθερη και η διοίκησή της είναι δημοκρατική. Κυρίαρχο ρόλο στις αποφάσεις διαδραματίζει η ετήσια Γενική Συνέλευση, ενώ την καθημερινή δραστηριότητα της Κοιν.Σ.Επ. διαχειρίζεται η Διοικούσα Επιτροπή, η οποία φυσικά εκλέγεται από την Γενική Συνέλευση. Ο νόμος, διέκρινε τριών ειδών κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις: τις Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης, τις Κοιν.Σ.Επ. Κοινωνικής Φροντίδας και τις Κοιν.Σ.Επ. Συλλογικού και Παραγωγικού Σκοπού. Πρακτικά, ο νόμος άρχισε να υλοποιείται το 2012 και μέχρι το 2016 οπότε τροποποιήθηκε με τον νόμο 4430/2016

Αναφορικά με τις τρεις κατηγορίες Κοιν.Σ.Επ. πρέπει να επισημανθεί ότι ο νόμος διέκρινε α) τις Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις Ένταξης, οι οποίες αφορούν στην ένταξη στην οικονομική και κοινωνική ζωή των ατόμων που ανήκουν στις Ευάλωτες Ομάδες Πληθυσμού. Ποσοστό 40% κατ΄ ελάχιστον των εργαζομένων στις Επιχειρήσεις αυτές ανήκουν υποχρεωτικά στις Ευάλωτες Ομάδες Πληθυσμού. Οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης θεωρούνται αυτοδικαίως Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις Ένταξης.

β) Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις Κοινωνικής Φροντίδας, οι οποίες αφορούν στην παραγωγή και παροχή προϊόντων και υπηρεσιών κοινωνικού - προνοιακού χαρακτήρα σε συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού, όπως οι ηλικιωμένοι, τα βρέφη, τα παιδιά, τα άτομα με αναπηρία και τα άτομα με χρόνιες παθήσεις.

γ) Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις Συλλογικού και Παραγωγικού Σκοπού, οι οποίες αφορούν την παραγωγή προϊόντων και παροχή υπηρεσιών για την ικανοποίηση των αναγκών της συλλογικότητας (πολιτισμός, περιβάλλον, οικολογία, εκπαίδευση, παροχές κοινής ωφέλειας, αξιοποίηση τοπικών προϊόντων, διατήρηση παραδοσιακών δραστηριοτήτων και επαγγελμάτων κ.α.) που προάγουν το τοπικό και συλλογικό συμφέρον, την προώθηση της απασχόλησης, την ενδυνάμωση της κοινωνικής συνοχής και την ενδυνάμωση της τοπικής ή περιφερειακής ανάπτυξης.

Για τις Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης απαιτούνταν τουλάχιστον 7 μέλη για να συσταθεί, ενώ για τις λοιπές αρκούσαν τα πέντε μέλη. Επισημαίνεται δε, ότι μόνον για τις Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης υπήρχε η δυνατότητα συμμετοχής ως μέλος ΝΠΔΔ με έγκριση του φορέα που το επιβλέπει. Επίσης, η ιδιαίτερη μέριμνα του νόμου για  την προώθηση των Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης φαίνεται και από γεγονός ότι ορίζει ότι οι εργαζόμενοι στις Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις, οι οποίοι ανήκουν στις Ευάλωτες Ομάδες Πληθυσμού και λαμβάνουν επίδομα πρόνοιας ή επιδόματα επανένταξης ή οποιασδήποτε μορφής νοσήλιο ή παροχή, συνεχίζουν να εισπράττουν τις παροχές αυτές ταυτόχρονα με την αμοιβή τους από την Κοιν.Σ.Επ..

Η διανομή των κερδών προς τα μέλη είναι πλήρως απαγορευμένη, και η διανομή των κερδών ορίζεται αυστηρά από το νόμο ως εξής: α) κατά 5% διατίθενται ως αποθεματικό, β) έως 35% διατίθεται στους εργαζόμενους της Κοιν.Σ.Επ. (το ποσοστό αποφασίζεται από τα όργανα της Κοιν.Σ.Επ.) και γ) το υπόλοιπο διατίθεται για τις δραστηριότητες της Κοιν.Σ.Επ. και αύξηση της απασχόλησης.

Καινοτομία του νόμου αποτέλεσα και η δημιουργία  του Γενικού Μητρώου Κοινωνικής Οικονομίας, το οποίο διακρίνονταν σε δύο υπομητρώα, το Μητρώο Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας και το Ειδικό Μητρώο Άλλων Φορέων Κοινωνικής Οικονομίας.

 

Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία, ο νόμος 4430/2016

Η συνεχής εναλλαγή νόμων που διέπουν ένα τομέα είναι κλασική παθογένεια της Ελληνικής πραγματικότητας. Σημειώνεται, για παράδειγμα, ότι για τους συνεταιρισμούς από το 1915 έως το 1994 υπήρχαν 1196 νομοθετήματα που διέπαν την λειτουργία τους! Έτσι, τέσσερα μόλις χρόνια μετά την υλοποίηση του νόμου 4019/2011 (ο νόμος ψηφίστηκε το 2011 αλλά η υλοποίησή του ξεκίνησε το επόμενο έτος), θεσπίζεται  το νομοθετικό πλαίσιο για την κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία (ΚΑΛΟ). Όπως όριζε ο νόμος 4430/2016, η κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία αποτελεί μορφή εναλλακτικής οργάνωσης των οικονομικών δραστηριοτήτων και κύριο στόχο είχε την διάχυση της ΚΑΛΟ σε όλους τους δυνατούς τομείς οικονομικής δραστηριότητας καθώς και την στήριξη και ενίσχυση των παραγωγικών εγχειρημάτων αυτοδιαχείρισης και συλλογικής κοινωνικής επιχειρηματικότητας.

Στόχος του νόμου, σύμφωνα και με την Αιτιολογική Έκθεση ήταν η ρύθμιση ενός πεδίου εντός του οποίου εμφανίζονται επιτακτικά στην ελληνική επικράτεια πρακτικές αλληλεγγύης και κοινωνικής αυτενέργειας. Τέτοιες δράσεις αναπτύσσονται από ενώσεις προσώπων σε τοπικό επίπεδο, οι οποίες με την εθελοντική προσφορά των συμμετεχόντων επιδιώκουν να καλύψουν μη ικανοποιούμενες, από το κράτος ή την ιδιωτική αγορά, κοινωνικές ανάγκες των ατόμων που συμμετέχουν στις προαναφερθείσες ενώσεις, διεκδικώντας παράλληλα την αυξανόμενη κοινωνική συμμετοχή σε αυτές ή την ενεργή κρατική υποστήριξη είτε προς τις ίδιες είτε προς τις κοινωνικές ανάγκες που επιδιώκουν να καλύψουν.

Η ΚΑΛΟ, σημειωνόταν, μπορεί να αποτελέσει ένα εργαλείο δίκαιης οικονομικής ανάπτυξης, μέσα από την κοινωνική κινητοποίηση και την αξιοποίηση της αργούσας δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας. Η ανάπτυξη της ΚΑΛΟ κρίνεται απαραίτητη γιατί είναι προνομιακός φορέας παραγωγικής ανασυγκρότησης, μετασχηματισμού οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων. Το οικονομικό οικοσύστημα που δημιουργεί η ΚΑΛΟ διακρίνεται από σταθερότητα, διαχρονικότητα και μεγάλη ανθεκτικότητα στις εξωτερικές κρίσεις. Συγκροτεί οικονομικά περιβάλλοντα που επιφέρουν πολλαπλά οφέλη σε όλους τους εμπλεκομένους: χειραφετημένη και ασφαλής εργασία, παροχή αποκλειστικά επωφελούς κοινωνικού έργου, υψηλή ποιότητα παρεχόμενων προϊόντων και υπηρεσιών, σεβασμός στο κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον, άμβλυνση κοινωνικών ανισοτήτων και φαινομένων αποκλεισμού

Συνεπώς, ο νόμος αναβάθμιζε την θέση της ΚΑΛΟ στην οικονομική πραγματικότητα της χώρας και την καθιστούσε μια κεντρική πολιτική στην προσπάθεια για οικονομική αναβάθμισή της.

Ο νόμος προχωρά σε έναν εκτενή ορισμό της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας ορίζοντάς την ως «Το σύνολο των οικονομικών δραστηριοτήτων που στηρίζονται σε μια δημοκρατική, ισότιμη, αλληλέγγυα και συνεργατική μορφή οργάνωσης των σχέσεων παραγωγής, διανομής, κατανάλωσης και επανεπένδυσης, καθώς αναπτύσσονται με απόλυτο σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον και την αξία του ανθρώπου. Οι δραστηριότητες των φορέων της χαρακτηρίζονται από δημοκρατικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων, από ισότιμες μορφές οργάνωσης της εργασίας και της διοίκησης του φορέα στον οποίο αυτή παρέχεται, από την παροχή ίσων ή ελαφρώς διαφοροποιημένων εισοδημάτων, και περιορισμένα ποσοστά διανεμόμενων κερδών. Η επιχειρηματική τους δραστηριότητα, ενώ αναντίρρητα αποβλέπει στην οικονομική βιωσιμότητα, στοχεύει κυρίως στην κάλυψη κοινωνικών αναγκών, μέσω της προστασίας της αειφορίας του φυσικού περιβάλλοντος και της προστασίας της αξίας του ανθρώπου αναπτύσσεται αυτόνομα από τον κρατικό και τον κερδοσκοπικό ιδιωτικό τομέα, επιδιώκει όμως να τους επηρεάσει, θέτοντας στο επίκεντρο τον άνθρωπο και τις ανάγκες του κι όχι το κέρδος, προτάσσοντας εναλλακτικά μοντέλα παραγωγής και κατανάλωσης, στα οποία συμμετέχουν χωρίς διακρίσεις όλοι οι πολίτες και οι κάτοικοι της χώρας, προωθώντας συμμετοχικές και δημοκρατικές διαδικασίες στις οικονομικές και κοινωνικές σχέσεις, στον αντίποδα του κοινωνικού ανταγωνισμού και του ατομισμού». Όπως γίνεται σαφές, ο νόμος ακολουθεί κατά γράμμα, τις βασικές αρχές κοινωνικής επιχειρηματικότητας, όπως αυτές διατυπώθηκαν από την  Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Πρωτοβουλία για την Κοινωνική Επιχειρηματικότητα».

Ο νόμος αναγνωρίζει ως φορείς της ΚΑΛΟ τους Κοιν.Σ.Επ., τους ΚΟΙΣΠΕ, δημιουργεί έναν νέον φορέα, τους Συνεταιρισμούς Εργαζομένων, και καταβάλλει προσπάθεια να δημιουργήσει ένα ενιαίο μητρώο για τους φορείς της Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας, ορίζοντας ότι στην ΚΑΛΟ ανήκει και κάθε άλλο μη μονοπρόσωπο νομικό πρόσωπο, εφόσον έχει αποκτήσει νομική προσωπικότητα, ιδίως αγροτικοί συνεταιρισμοί του Ν. 4384/2016, αστικοί συνεταιρισμοί του Ν. 1667/1986, Αστικές Εταιρείες του άρθρου 714 ΑΚ, εφόσον πληρούν μια σειρά από προϋποθέσεις, όπως αυτές αναλύονται στο άρθρο 3 του νόμου.

 

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΚΑΛΟ ΣΤΟ ΜΗΤΡΩΟ ΚΑΛΟ

αα) Αναπτύσσει δραστηριότητες συλλογικής και κοινωνικής ωφέλειας, όπως ορίζονται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 2 του ν. 4430/2016.

ββ) Μεριμνά για την πληροφόρηση και τη συμμετοχή των μελών του και εφαρμόζει δημοκρατικό σύστημα λήψης αποφάσεων, σύμφωνα με την αρχή ένα μέλος μία ψήφος, ανεξάρτητα από τη συνεισφορά κάθε μέλους.

γγ) Το καταστατικό του προβλέπει περιορισμούς στη διανομή του ως εξής:

i. ποσοστό τουλάχιστον 5% διατίθεται για το σχηματισμό αποθεματικού,

ii. ποσοστό έως 35% αποδίδεται στους εργαζόμενους του Φορέα, εκτός κι αν τα 2/3 των μελών της Γενικής Συνέλευσης αποφασίσουν αιτιολογημένα τη διάθεση του ποσοστού αυτού σε δραστηριότητες του στοιχείου iii,

iii. το υπόλοιπο διατίθεται για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και τη διεύρυνση της παραγωγικής του δραστηριότητας.

δδ) Εφαρμόζει σύστημα σύγκλισης στην αμοιβή της εργασίας, κατά το οποίο ο ανώτατος καθαρός μισθός δεν μπορεί να υπερβαίνει περισσότερο από τρεις φορές τον κατώτατο, εκτός και αν τα 2/3 των μελών της Γενικής Συνέλευσης αποφασίσουν διαφορετικά. Η υποχρέωση του προηγούμενου εδαφίου ισχύει και σε οποιαδήποτε μορφή σύμπραξης δύο ή περισσότερων Φορέων ΚΑΛΟ.

εε) Αποβλέπει στην ενδυνάμωση των οικονομικών δραστηριοτήτων του και τη μεγιστοποίηση της παραγόμενης κοινωνικής ωφέλειας μέσω της οριζόντιας και ισότιμης δικτύωσης με άλλους φορείς ΚΑΛΟ.

στστ) Δεν έχει ιδρυθεί και δεν διοικείται άμεσα ή έμμεσα από Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. α’ ή β’ βαθμού ή από άλλο νομικό πρόσωπο του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

 

Ο νόμος προχωρά στη συγχώνευση των δύο κατηγοριών  Κοιν.Σ.Επ.,  Κοινωνικής Φροντίδας και Συλλογικού και Παραγωγικού Σκοπού που όριζε ο 4019/2011, και δημιουργεί μια ενιαία κατηγορία, τις Κοιν.Σ.Επ. Συλλογικής και Κοινωνικής Ωφέλειας, κίνηση που ήρθε να επιλύσει μια σειρά από προβλήματα που αντιμετώπιζαν στη λειτουργία τους οι Κοιν.Σ.Επ. Κοινωνικής Φροντίδας.

Το Γενικό Μητρώο Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας αποτελείται από το Μητρώο Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας και το Ειδικό Μητρώο Άλλων Φορέων της Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας στο οποίο δύνανται πλέον να εγγράφονται οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί του ν. 4384/2016, οι αστικοί συνεταιρισμοί του ν. 1667/1986, οι αστικές εταιρείες των αρ. 741 Α.Κ. και λοιπές νομικές μορφές.

Διατηρείται η διάκριση μεταξύ Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης Ευάλωτων Ομάδων, όπου το  30% εργαζομένων και των μελών πρέπει να ανήκει στις ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες (ΑμεΑ, απεξαρτημένοι, αποφυλακισμένοι, ανήλικοι παραβάτες) και όπου, ο ελάχιστος απαιτούμενος αριθμός μελών είναι τουλάχιστον 7. Σημειώνεται ότι, ακολουθώντας το παράδειγμα των ΚΟΙΣΠΕ, ο νόμος ορίζει πλέον –πράγμα που δεν έκανε ο 4019/2011- το 30% να καλύπτεται και από τα μέλη. Τέλος, στις συγκεκριμένες ΚΟΙΝΣΕΠ, ο νόμος διατηρεί τη δυνατότητα συμμετοχής ΝΠΔΔ με έγκριση του εποπτεύοντως φορέα.

Η δεύτερη κατηγορία Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης είναι αυτή των Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης Ειδικών Ομάδων, Σε αυτές, πρέπει το 50% των εργαζομένων και των μελών να ανήκει σε κάποια από τις παρακάτω κατηγορίες: α) θύματα ενδοοικογενειακής βίας, β) θύματα παράνομης διακίνησης και εμπορίας ανθρώπων, γ) άστεγοι, δ) άτομα που διαβιούν σε συνθήκες φτώχειας, ε) οικονομικοί μετανάστες, στ) οι πρόσφυγες και οι αιτούντες άσυλο, για όσο εκκρεμεί η εξέταση του αιτήματος χορήγησης ασύλου, ζ) οι αρχηγοί μονογονεϊκών οικογενειών, η) άτομα με πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, θ)μακροχρόνια άνεργοι έως είκοσι πέντε (25) ετών και άνω των πενήντα (50) ετών.

Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, η νέα κατηγορία των Κοιν.Σ.Επ. Συλλογικής και Κοινωνικής Ωφέλειας ορίστηκε ότι δύναται να δραστηριοποιείται στους παρακάτω τομείς

 α. προστασία και αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας

β. αειφόρο γεωργία και κτηνοτροφία

γ. τοπικά και περιφερειακά υποστηριζόμενη γεωργία ή κτηνοτροφία, που συμβάλλει στην ανάπτυξη απευθείας εμπορικών σχέσεων μεταξύ παραγωγών και καταναλωτών και ενισχύει την προσβασιμότητα σε είδη πρώτης ανάγκης

δ. Το δίκαιο και αλληλέγγυο εμπόριο. Ως δίκαιο και αλληλέγγυο εμπόριο ορίζεται η βασισμένη στο διάλογο, τη διαφάνεια και τον αλληλοσεβασμό εμπορική σύμπραξη, που επιδιώκει μεγαλύτερη ισοτιμία στο διεθνές και εγχώριο εμπόριο. Συνεισφέρει στη βιώσιμη ανάπτυξη, προσφέροντας καλύτερους όρους εμπορίας των προϊόντων και διασφαλίζοντας τα δικαιώματα των περιθωριοποιημένων παραγωγών και εργαζομένων. ε. παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε μικρή κλίμακα και ανάπτυξη τεχνολογίας που μειώνει την κατανάλωση ενέργειας.

στ. μείωση παραγωγής αποβλήτων και απορριμμάτων σε τοπικό επίπεδο, με συμμετοχή των πολιτών, επαναχρησιμοποίηση, αξιοποίηση, ανακύκλωση των αποβλήτων ή μέσα από τον επανασχεδιασμό του τρόπου παραγωγής και διανομής των προϊόντων. ζ. Την κατασκευή και συντήρηση υποδομών και ενέργειας σε δημοκρατική συνεργασία με τις τοπικές κοινωνίες.

η. Την ανάπτυξη δεξιοτήτων και μεταφορά τεχνογνωσίας.

θ. Τον εναλλακτικό, θεματικό και ήπιο τουρισμό. ι. Το σχεδιασμό και τη διάθεση καινοτόμων και ελεύθερων ψηφιακών προϊόντων και υπηρεσιών ή κάθε μορφή τεχνολογίας που προωθεί την ομότιμη και βασισμένη στα κοινά παραγωγή

ια. Την παραγωγή, τη μεταποίηση, την προώθηση ή τη διατήρηση της παραγωγικής ή πολιτιστικής κληρονομιάς κάθε τόπου

ιβ. Την παραγωγή και προώθηση της ανεξάρτητης πολιτισμικής δημιουργίας

ιγ. Την περιβαλλοντική αναβάθμιση των οικισμών και του κτιριακού αποθέματος

ιδ. Τη διαχείριση ακίνητης περιουσίας με κοινωνικά και περιβαλλοντικά κριτήρια

ιε. Παροχή κοινωνικών υπηρεσιών γενικού συμφέροντος, δηλαδή υπηρεσίες προσβάσιμες σε όλους, που προάγουν την ποιότητα ζωής και παρέχουν κοινωνική προστασία σε ομάδες όπως ηλικιωμένοι, βρέφη, παιδιά, άτομα με αναπηρία και χρόνιες παθήσεις και περιλαμβάνουν εκπαίδευση, υγεία, κοινωνική στέγαση, κοινωνική σίτιση, παιδική φροντίδα, μακροχρόνια φροντίδα και υπηρεσίες κοινωνικής αρωγής.

Ο νόμος 4430/2016 εισάγει και μια νέα μορφή κοινωνικής επιχείρησης, τον Συνεταιρισμό Εργαζομένων (ΣΥΝΕΡΓ). Ο ΣΥΝΕΡΓ είναι αστικός συνεταιρισμός του ν. 1667/1986 και έχει ως καταστατικό του σκοπό την συλλογική ωφέλεια. Τα μέλη του είναι αποκλειστικά φυσικά πρόσωπα, που επιθυμούν να βιοποριστούν παράγοντας από κοινού αγαθά και υπηρεσίες για τρίτους.

Για τη σύσταση του ΣΥΝΕΡΓ απαιτούνται τουλάχιστον τρία τουλάχιστον φυσικά μέλη, με κάθε μέλος να έχει μία υποχρεωτική συνεταιριστική μερίδα, αξίας τουλάχιστον 100 ευρώ (υποχρεωτικά σε μετρητά). Κάθε μέλος μπορεί να έχει και έως τρεις προαιρετικές μερίδες.

Ο ΣΥΝΕΡΓ μπορεί να προσλαμβάνει εργαζόμενους με σχέση εξαρτημένης εργασίας, ωστόσο, ο αριθμός των εργαζομένων μη μελών δεν μπορεί να υπερβαίνει το 25% του αριθμού των μελών. Το Διοικητικό Συμβούλιο απαρτίζεται υποχρεωτικά από τον πρόεδρο και δύο μέλη. Στο βαθμό που ο συνεταιρισμός έχει μόνον τρία μέλη μπορούν να εκλέξει διαχειριστή ο οποίος αναλαμβάνει όλες τις αρμοδιότητες του ΔΣ. Τα κέρδη ακολουθούν την κατηγοριοποίηση του 5% για αποθεματικό, 35% διατίθεται στους εργαζόμενους (εκτός εάν τα 2/3 της συνέλευσης αποφασίσουν να διαθέσουν μέρος ή το όλον στην ανάπτυξη της δραστηριότητας ή της απασχόλησης) και, το υπόλοιπο, διατίθεται για τις δραστηριότητες και την αύξηση της απασχόλησης.

Σημειώνεται ότι τόσο οι Κοιν.Σ.Επ. και οι ΣΥΝΕΡΓ απαλλάσσονται από την υποχρέωση καταβολής τέλους επιτηδεύματος (άρθρο 17 Ν. 4577/2018). Επιπλέον,  ειδικά για τους φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας, στον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα δεν περιλαμβάνεται ποσοστό έως 35% των κερδών προ φόρων, εφόσον αυτό καταβάλλεται στους εργαζόμενους τους.

 

Το σχέδιο δράσης της Ελληνικής Πολιτείας για την κοινωνική επιχειρηματικότητα

Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω στην ανάλυση της Ευρωπαϊκής εμπειρίας, οι νόμοι για την κοινωνική επιχειρηματικότητα, εάν δεν συνοδεύονται από ένα σχέδιο δράσης για τη στήριξή της δεν έχουν πολύ θετικά αποτελέσματα.

Η εμπειρία στην ελληνική περίπτωση γύρω από αυτό το θέμα είναι διφορούμενη. Αφενός η Πολιτεία προέβη σε μια σειρά από κινήσεις για την διαμόρφωση ενός σχεδίου, που όπως θα καταδειχθεί και παρακάτω ήταν ιδιαίτερα συγκροτημένο και φιλόδοξο, από την άλλη το γεγονός της καθυστέρησης πολλών δράσεων και το ότι ακόμα περισσότερες από αυτές –και κάποιες κομβικής σημασίας- δεν έχουν υλοποιηθεί έως σήμερα δείχνει τις πολλές αδυναμίες για μια σταθερή και υποστηρικτική αντιμετώπιση της κοινωνικής επιχειρηματικότητας.

Ήδη από το 2013 δημιουργείται με απόφαση της τότε Γενικής Γραμματέως του Υπουργείου Εργασίας μια Καθοδηγητική Επιτροπή, που σκοπό είχε την παρουσίαση ενός εθνικού στρατηγικού σχεδίου για την κοινωνική επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα. Η επιτροπή απαρτίζονταν από Έλληνες και Ευρωπαίους εμπειρογνώμονες στο πεδίο της κοινωνικής επιχειρηματικότητας και είχε βέβαια και την υποστήριξη της Γενικής Διεύθυνσης για την Απασχόληση, τις Κοινωνικές Υποθέσεις και Ένταξης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Η έκθεση της Επιτροπής προσδιόριζε τέσσερεις άξονες παρεμβάσεων: ένα υποστηρικτικό οικοσύστημα για την κοινωνική οικονομία, την άμεση οικονομική υποστήριξη για το ξεκίνημα και την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας, την πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία για την διατήρηση της βιωσιμότητας των φορέων της κοινωνικής οικονομίας και, τέλος, την καλή διακυβέρνηση και την ανάπτυξη των δεξιοτήτων του δημόσιου τομέα ώστε να ανταποκριθεί στις ανάγκες της κοινωνικής επιχειρηματικότητας. (Experts Steering Committee Report on Social Economy and Social Entrepreneurship, 2013).

Η έκθεση πρότεινε και μία σειρά από βήματα, κατά πρώτον την δημιουργία ενός κεντρικού μηχανισμού που θα δημιουργούσε τα απαραίτητα εργαλεία για την διαμόρφωση και λειτουργική διοίκηση μιας κοινωνικής επιχείρησης. Το δεύτερο είχε να κάνει με την διαμόρφωση υποστηρικτικών φορέων για τις κοινωνικές επιχειρήσεις στις 13 περιφέρειες της χώρας. Ο ρόλος τους προσομοίαζε αυτού των θερμοκοιτίδων ή των επιμελητηρίων. Το τρίτο βήμα είχε να κάνει με την διαμόρφωση χρηματοδοτικών εργαλείων όπως επιδοτήσεις, δάνεια, μικροπιστώσεις, κ.ά.

Την έκθεση αυτή ακολούθησε, λίγα χρόνια αργότερα είναι αλήθεια, το Σχέδιο Δράσης για ην Ανάπτυξη του Οικοσυστήματος της Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας 2017-2023, που αναλύεται στην Ετήσια Έκθεση 2017 της Ειδικής Γραμματείας ΚΑΛΟ. Σύμφωνα με το σχέδιο δράσης μία πρώτη παρέμβαση αποτέλεσε ο ίδιος ο νόμος, δηλαδή ο νόμος 4430/2016. Η ψηφιοποίηση του Μητρώου ΚΑΛΟ, η προώθηση της δικτύωσης και οικονομικής συνεργασίας των φορέων ΚΑΛΟ, τα φορολογικά και ασφαλιστικά κίνητρα, η σύσταση της Ειδικής Γραμματείας ήταν κάποια από τα μέτρα που αναφέρονταν στο σχέδιο δράσης. Ο νόμος 4412/2016, επίσης, ο οποίος με τα άρθρα 20 και 110, έδινε την δυνατότητα της κατ’ αποκλειστικότητας συμμετοχής φορέων ΚΑΛΟ στις δημόσιες συμβάσεις ήταν ένα σημαντικό βήμα για την ενίσχυση των κοινωνικών συνεταιριστικών επιχειρήσεων.  Η πρωτοβουλία αυτή συμπληρώθηκε αργότερα με τη δυνατότητα παραχώρησης ακίνητης και κινητής περιουσίας των ΟΤΑ σε φορείς ΚΑΛΟ στο νόμο για τον Κλεισθένη.

Όσον αφορά στη χρηματοδότηση, το Σχέδιο Δράσης προέβλεπε πόρους ύψους τουλάχιστον 140 εκατομμυρίων ευρώ μέσω του ΕΣΠΑ 2014-2020 για την ενίσχυση της κοινωνικής επιχειρηματικότητας είτε με άμεσες επιχορηγήσεις είτε με άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία (π.χ. επιδότηση ασφαλιστικών εισφορών), αλλά, δυστυχώς, αυτά τα προγράμματα δεν υλοποιήθηκαν.

Το πρόγραμμα που υλοποιήθηκε, και πάλι με πόρους του ΕΣΠΑ, ήταν η δημιουργία υποστηρικτικών μηχανισμών, τα Κέντρα Στήριξης ΚΑΛΟ. Το πρόγραμμα, αρχικά, ήταν ιδιαίτερα φιλόδοξο, αφού προέβλεπε την δημιουργία πάνω από 100 κέντρων στήριξης σε όλη τη χώρα.  Τελικά, τα Κέντρα αυτά ξεκίνησαν τη λειτουργία τους τον Μάιο του 2019 και ήταν μόλις 11. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτά που ζητούνται από τα Κέντρα αυτά, σύμφωνα και με τη διακήρυξη είναι τόσα πολλά που παραπέμπουν μάλλον σε λειτουργίες μεγάλων επιμελητηρίων. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι στα καθήκοντά τους εντάσσονται η πληροφόρηση γενικά προς το κοινό για την ΚΑΛΟ, η γνώση και η πληροφόρηση για το υφιστάμενο κανονιστικό πλαίσιο, οι τυχόν πηγές χρηματοδότησης, προγράμματα από τα οποία μπορούν να επωφεληθούν οι κοινωνικές επιχειρήσεις, φορείς στους οποίους μπορούν να απευθυνθούν για στήριξη και άλλα συναφή. Η βοήθεια και η συμβουλευτική για όλα τα στάδια ανάπτυξης μιας κοινωνικής επιχείρησης, από τη διαμόρφωση της ομάδας και την επιχειρηματικής ιδέας έως τη διαμόρφωση επιχειρηματικού σχεδίου, marketing plan κ.ά.. Η προώθηση της δικτύωσης μεταξύ των φορέων ΚΑΛΟ. Η διοργάνωση ημερίδων, θεματικών εργαστηρίων, συνεδρίων.

Μία από τις σημαντικότερες που προβλεπόταν στο Σχέδιο Δράσης και δεν έχει υλοποιηθεί είναι το Ταμείο Κοινωνικής Οικονομίας. Σημειώνεται δε, ότι για την ίδρυση του Ταμείου υπάρχει σχετική αναφορά ήδη από τον νόμο 4019/2011. Όπως έχει δείξει η ευρωπαϊκή εμπειρία, τα κοινωνικά ταμεία είναι κρίσιμης σημασίας τόσο για την ανάδειξη της ταυτότητας και της επίγνωσης στο ευρύτερο κοινό του τομέα της κοινωνικής οικονομίας, όσο και για το πιο απτό γεγονός ότι παρέχουν αναγκαίους πόρους προς τις κοινωνικές επιχειρήσεις τόσο κατά την έναρξη όσο και κατά τη διάρκεια της λειτουργίας τους. Επιπλέον, σύμφωνα με τα όσα ορίζουν τόσο ο 4019/2011 όσο και ο 4430/2016, το Ταμείο Κοινωνικής Οικονομίας, πέραν των άλλων πόρων που μπορεί να διαθέτει είναι ο φορέας στον οποίο καταλήγει η περιουσία όσων κοινωνικών επιχειρήσεων διαλύονται και σταματά η λειτουργία τους.

Το Σχέδιο Δράσης αναφέρει μια σειρά από άλλες δράσεις, οι οποίες αναφέρονται συνοπτικά εδώ, όπως οι Ετήσιες Εκθέσεις EXPO. Οι εκθέσεις αυτές ήταν ετήσιες συναντήσεις φορέων ΚΑΛΟ, και κατά τη διάρκειά τους οι φορείς είχαν την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με το κοινό και να παρουσιάσουν την δραστηριότητά τους αλλά, εξίσου σημαντικό, να έρθουν σε επαφή μεταξύ τους και έτσι να προωθηθεί η ανταλλαγή εμπειριών και να δημιουργηθούν οι βάσεις για μια ευρύτερη δικτύωσή τους. Έλαβαν χώρα δύο Ετήσιες Εκθέσεις στην Αθήνα και μια περιφερειακή στην Πάτρα.

Σημαντικές ήταν επίσης οι πρωτοβουλίες για κλαδικές συναντήσεις, όπου κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις με ομοειδείς δραστηριότητες αντάλλασσαν εμπειρίες και προβληματισμούς.

Άλλες σημαντικές δράσεις του Σχεδίου Δράσης ήταν η διαμόρφωση έκθεσης για την αποτύπωση του πεδίου της ΚΑΛΟ στην Ελλάδα, η διαμόρφωση εκπαιδευτικού υλικού για τα κέντρα στήριξης, μελέτες για την εμπειρία των ανακτημένων από εργαζόμενους επιχειρήσεων, μελέτη για την νομοθετική αναδιαμόρφωση του πεδίου, η προσπάθεια για τη δημιουργία σήματος για τις κοινωνικές επιχειρήσεις.

 

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

 

Κατανομή φορέων Μητρώου Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας (31.05.2020)

Νομική μορφή

Αριθμός

Ποσοστό (%)

Κοιν.Σ.Επ. Συλλογικής και Κοινωνικής Ωφέλειας

1.564

93,9

Κοι.Σ.Π.Ε.

29

1,7

Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης Ευάλωτων Ομάδων

33

2,0

Συνεταιρισμοί Εργαζομένων

29

1,7

Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης Ειδικών Ομάδων

10

0,6

Σύνολο

1.665

100

Πηγή: Γενικό Μητρώο ΚΑΛΟ

 

 

 

 

 

Κατανομή ανά νομική μορφή των φορέων

του Ειδικού Μητρώου Άλλων Φορέων Κ.ΑΛ.Ο.

Νομική μορφή

Αριθμός

Ποσοστό

Αστικές εταιρείες των αρ. 741 επ/ Α.Κ.

48

66,7

Σωματεία (αρ. 78 επ. Α.Κ.)

11

15,5

Αστικοί Συνεταιρισμοί ν. 1667/1986

8

11,1

Λοιπές νομικές μορφές

3

5,6

Αγρ. Συνεταιρισμοί του ν.4384/2016

1

1,4

Σύνολο

71

100

Πηγή: Γενικό Μητρώο ΚΑΛΟ

 

 

Κατανομή φορέων βάση αριθμού μελών

 

3-5 μέλη

61%

6-10 μέλη

32%

11-20

5%

21 και άνω

2%

 

 

 

Αριθμός απασχολουμένων ανά φορέα

Φορείς

Αριθμός εργαζομένων

Αριθμός

Ποσοστό

0

890

71,4

1-3

233

18,7

4-10

104

8,3

11-20

18

1,4

21 και άνω

2

0,2

 

 

Κατανομή κατά κύκλο εργασιών-2017-2018

 

2017

2018

0

41%

20%

1-10.000

19%

37%

10.001-20.000

12%

14%

20.001-30.000

6%

7%

30.001-40.000

4%

5%

40.001-50.000

3%

3%

>50.000

15%

14%

 

 

 

 Το παρόν κείμενο αποτελεί μια προσπάθεια μιας ευρύτερης εργασίας με τη συνεργασία της καθηγητού κας Νίκης Γλαβέλη. Παρακαλώ για την μη παράθεση του συγκεκριμένου δοκιμίου, στο βαθμό που είναι ακόμα υπό επεξεργασία

 

 

 

Βιβλιογραφία

Ελληνική βιβλιογραφία

Αδάμ Σοφία, Άγγελος Κορνηλάκης, Κάρολος Ιωσήφ Καβουλάκος, Το θεσμικό πλαίσιο της Κοινωνικής Αλληλέγγυας Οικονομίας στην Ελλάδα. Η εμπειρία της δημόσιας διαβούλευσης και μια κριτική αποτίμηση του νόμου 4430/2016, Heinrich Boll Stiftung, Θεσσαλονίκη, 2018.

Εθνικό Θεματικό Δίκτυο για την Κοινωνική Οικονομία, Επιχειρούμε Αλληλέγγυα, Προτάσεις πολιτικής για τη θεσμική και χρηματοδοτική στήριξη του τομέα της Κοινωνικής Οικονομίας στην Ελλάδα. Παρουσίαση των νεοσύστατων Κοινωνικών Επιχειρήσεων, Equal.

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Παράρτημα της Πρότασης Απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών, COM (2020) 70 final ANNEX, Βρυξέλλες, 26.02.2020.

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, και την Επιτροπή των Περιφερειών, Μια Ισχυρή Ευρώπη για Δίκαιες Μεταβάσεις, COM (2020) 14 final, Βρυξέλλες, 14.01.2020.

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ανακοίνωση της Επιτροπής, Πρωτοβουλία για την κοινωνική επιχειρηματικότητα. Οικοδόμηση ενός οικοσυστήματος για την προώθηση των κοινωνικών επιχειρήσεων στο επίκεντρο της κοινωνικής οικονομίας και της κοινωνικής καινοτομίας, COM (2011) 682 τελικό, Βρυξέλλες, 25.10.2011.

Κώστας Αντώνης, «Οργανώσεις της κοινωνικής οικονομίας και κοινωνικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα», στο Κωνσταντίνος Γεώρμας (επιμ.), Κοινωνική Οικονομία. Θεωρία, Εμπειρία και Προοπτικές, Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα, 2013.

Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, Εθνική Έκθεση Στρατηγικής για την Κοινωνική Προστασία και την Κοινωνική Ένταξη 2006-2008, Σεπτέμβριος 2006.

Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Ειδική Γραμματεία Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας, Ετήσια Έκθεση 2017 & Σχέδιο Δράσης για την Ανάπτυξη του Οικοσυστήματος της Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας 2017-2023, Αύγουστος 2017.

Κασσαβέτης Δημοσθένης, «Η κοινωνική επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα», στο Κωνσταντίνος Γεώρμας (επιμ.), Κοινωνική Οικονομία. Θεωρία, Εμπειρία και Προοπτικές, Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα, 2013.

Νασιούλας Ιωάννης, Θέματα Κοινωνικής Οικονομίας. Από την κοινωνική επιχειρηματικότητα, στις κοινωνικές επενδύσεις και την κοινωνική τραπεζική, Ινστιτούτο Κοινωνικής Οικονομίας, Θεσσαλονίκη, 2016.

Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Ειδική Γραμματεία Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας, Ετήσια Έκθεση 2018, Αύγουστος 2018

Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Γενική Γραμματεία Εργασίας, Διεύθυνση Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας, ΚΑΛΟ. Έκθεση Ετών 2019-2020, Οκτώβριος 2020.

Ξενόγλωσση βιβλιογραφία

CIRIEC, The Social Economy in the European Union, The European Economic and Social Committee (EESC), 2007.

CIRIEC, Recent Evolutions of the Social Economy in the European Union, Study, European Economic and Social Committee, 2017.

European Commission, A map of social enterprises and their eco-systems in Europe, 2014.

European Commission, Social Enterprises and their Eco-Systems in Europe, 2016.

European Commission, Social Enterprises and their Ecosystems in Europe. Comparative synthesis report, European Union, 2020.

Experts Steering Committee, Outline Strategy and Priorities for Action to develop the Social Economy and Social Entrepreneurship in Greece Recommendations of the Expert Steering Committee on Social Economy and Social Entrepreneurship, 28 January 2013

Geormas Konstantinos & Niki Glaveli, The undelivered potential of the Greek, economic crisis born, Social and Solidarity Economy for people-centered local sustainable development. The case of Greek Social Cooperative Enterprises, UNTFSSE, Ιούνιος 2019.

Glaveli Niki & Konstantinos Geormas, “Doing Well and Doing Good. Exploring how strategic and market orientation impacts social enterprise performance”, International Journal of Entrepreneurial Behavior & Research, Vol. 24, Issue 1, pp. 147-170, 2018.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.