Τετάρτη 3 Μαΐου 2000

Η ελληνική ταυτότητα και οι ταυτότητες: Ο σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, η εξουσία και η κοινωνία των πολιτών


Την ίδια στιγμή που ο πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας «εκκαθάριζε» την ταυτότητα των Παλαιστινίων από «πεπαλαιωμένα», «αντιεκσυγχρονιστικά» και «μισαλλόδοξα» στοιχεία όπως τα -εκπεφρασμένα και σε αποφάσεις του ΟΗΕ- δικαιώματά τους στην κατεχόμενη από τους Ισραηλινούς Ιερουσαλήμ, μια άλλη ταυτότητα συντάραξε την πολιτική σκηνή: πρέπει να αναγράφεται ή όχι το θρήσκευμα στην ταυτότητα; πρέπει να ακολουθήσουμε και εμείς τα άλλα «πολιτισμένα» κράτη και να «εξωπετάξουμε»[1] όλα αυτά τα κατάλοιπα του παρελθόντος έτσι ώστε «να μην είμαστε επιτέλους μόνοι μας» -όπως ανέκραζε μετά την είσοδό μας στην ΟΝΕ δημοσιογράφος γνωστού συγκροτήματος- και να συμμετέχουμε και εμείς στην χορεία των νηφάλια βομβαρδιζόντων νέων υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων;
Πιστεύω ότι το θέμα ποσώς έχει να κάνει με την προάσπιση των ατομικών δικαιωμάτων. Πέραν από ένα μικρό κύκλο επιστημονίσκων, οι οποίοι ακριβώς λόγω του ότι δεν τολμούν να τα βάλουν με την εξουσία στα μεγάλα θέματα του συντάγματος -Τι γίνεται για παράδειγμα με την προστασία του περιβάλλοντος και τους Ολυμπιακούς; Τι γίνεται με την διάλυση του κοινωνικού κράτους και την καταδίκη σε φτώχεια του ενός τετάρτου τουλάχιστον των Ελλήνων;  ην συγκέντρωση της έκφρασης μέσω του τύπου σε λίγα χέρια;- βρίσκοντας έτσι την ευκαιρία της προβολής τους από τα ΜΜΕ, το ζήτημα των ταυτοτήτων είναι άμεσα συναρτώμενο με την προετοιμασία του εδάφους για την εφαρμογή των νέας, περιφερειακής θέσης της Ελλάδας στην νέα τάξη πραγμάτων.